antonisLivieratos registry 2021

Αντώνης Λιβιεράτος - Registry Of Inadequate Self-Healing Attempts

Ο καλλιτέχνης επιστρέφει με μια προσωπική κυκλοφορία και πέντε μουσικά κομμάτια ευχάριστα περίεργα.

Διαβάστηκε φορες

Τι θα ακούσετε:
πέντε ατμοσφαιρικά κομμάτια από τον ευρύ χώρο του πειραματικού rock

Βαθμολογία:
6,5

Πέρασαν κιόλας τρία και κάτι χρόνια από την προηγούμενη κυκλοφορία του Αντώνη Λιβιεράτου, με τον «φελινικό» τίτλο «4 1/2», από την Puzzlemusik. Τότε μάς είχε παρουσιάσει ένα σύνολο τραγουδιών, τα περισσότερα εκ των οποίων σε ερμηνεία του ίδιου, με αρκετούς συνεργάτες μουσικούς σε διάφορα όργανα. Το “Registry of Inadequate Self-Healing Attempts” που ήρθε λίγο πριν το τέλος του 2021 (από την Same Difference Music) είναι ένα αρκετά διαφορετικό εγχείρημα, μιας και τον βρίσκει να αναλαμβάνει ο ίδιος μοναχός του όλη τη διαδικασία από τη σύνθεση μέχρι τη μίξη.

Πρόκειται για μια αμιγώς προσωπική δουλειά αναπόφευκτα επηρεασμένη και από την πανδημία του καιρού μας. Δεν (μπορούμε, ούτε χρειάζεται να) ξέρουμε από τι προσπαθεί να αυτοθεραπευτεί ο συνθέτης, ο τίτλος του δίσκου όμως (μεταφραζόμενος ως «Αρχείο Ανεπαρκών Προσπαθειών Αυτοθεραπείας») δίνει ένα καλό στίγμα για το τι θα ακούσουμε στα 40 λεπτά της διάρκειάς του. Από τη μία, έχουμε τον καλλιτέχνη που παίζει για τον εαυτό του, για την ευχαρίστησή του και για την όποια αυτοθεραπεία του, με το αποτέλεσμα που ακούμε να μην επιτυγχάνει αυτόν τον τελευταίο σκοπό, όπως προαναγγέλλει ο τίτλος. Από την άλλη, παρά την καθ’ ομολογία αυτοθεραπευτική ανεπάρκεια, οι πέντε συνθέσεις κρίνονται από τον καλλιτέχνη επαρκείς για να δημοσιευτούν και να φτάσουν στα αυτιά όσων ενδιαφέρονται για τέτοια «περίεργα» μουσικά εγχειρήματα, χωρίς στίχους και τις μελωδίες να παίζουν κρυφτό στους διάφορους ήχους..

Ανεξάρτητα από τα παραπάνω και τα όσα ίσως εικάζουμε ότι συμβαίνουν πριν ή κατά τη διάρκεια της ηχογράφησης, το τελικό αποτέλεσμα είναι σίγουρα επαρκές. Η ακρόαση, βέβαια, δεν αποτελεί εύκολη υπόθεση. Οι θόρυβοι, οι κιθάρες, τα samples, τα διάφορα πλήκτρα και οι (παραμορφωμένες) φωνές συνθέτουν ηχοτοπία πυκνά και ενίοτε στριφνά, αλλά υπάρχουν διαστήματα των οποίων η ομορφιά ανταμείβει όσες και όσους αφιερώσουν την προσοχή που ζητείται.

Ο δίσκος ξεκινά με το θορυβώδες “Thirty-Seven”. Τα πλήκτρα δημιουργούν ένα στιβαρό, σκοτεινό φόντο πάνω στο οποίο προστίθενται λεπτομέρειες, άλλες περισσότερο και άλλες λιγότερο διακριτικές, όπως οι δύσληπτες φωνές και τα ουρλιαχτά της κιθάρας, αντίστοιχα. Οι βόμβοι (και όχι μόνο) συνεχίζονται στο “A Letter Never Sent”, αλλά είναι τα επόμενα δύο κομμάτια που ξεχωρίζουν. Το “Muddy Waters” έρχεται με ένα απειλητικό drone που εντείνεται στην εξέλιξή του, μέχρι λίγο μετά τη μέση όταν το τοπίο αλλάζει, θυμίζοντας ακόμα και Pink Floyd. Αμέσως μετά, το “The Moon (Almost Full)” είναι το πιο χαρακτηριστικό του δίσκου, τόσο ηχητικά όσο και υφολογικά, με το σκοτάδι να κυριαρχεί από το φεγγάρι στον τίτλο μέχρι τα νυχτερινά κελαηδίσματα που χρησιμοποιούνται στο πρώτο μέρος και την κιθάρα που πρωταγωνιστεί αργότερα.

Κάπως έτσι επανέρχεται το σκοτεινό, απολύτως ταιριαστό εξώφυλλο στο μυαλό μου. Πολλά μπορεί κανείς να δει στο γραφιστικό αυτό του Βαγγέλη Κώστογλου, από έναν φιλτραρισμένο νυχτερινό ουρανό μέχρι ένα κεφάλι γεμάτο… ιδέες. Αν μπορείτε να ακούσετε τα κομμάτια αυτά κοιτώντας τα πραγματικά αστέρια, η εμπειρία μάλλον θα είναι ακόμα καλύτερη.

Ο δίσκος κλείνει με την ηρεμία της κιθάρας και των διακριτικών πλήκτρων του “I’m Ready”. Μοιάζει σαν όλο το νόημα αυτής της δουλειάς να είναι συμπυκνωμένο σε εκείνο το τελευταίο δευτερόλεπτο που ψελλίζεται η φράση του τίτλου. Ναι, η ανεπαρκής αυτή προσπάθεια αυτοθεραπείας μπορεί να είναι όντως αρκετή ώστε να χαώσει ή και να ταξιδέψει, διαστημικά ίσως, τον ακροατή ή την ακροάτρια που δεν θα αποθαρρυνθεί από μια πρώτη ενδεχομένως επιφανειακή ακρόαση. Ωστόσο, ο δίσκος αυτός δύσκολα θα ξεχωρίσει στη δισκογραφία του Λιβιεράτου (προσωπική και αυτή με τις διάφορες συμμετοχές του σε συγκροτήματα), όχι λόγω περιεχομένου αλλά κυρίως λόγω ύφους. Μικρή σημασία έχει αυτό. Ο δίσκος αυτός έπρεπε να γίνει, και καλώς έγινε, τόσο για την εμπειρία της ακρόασης που προσφέρει, όσο και για να «είναι έτοιμος» ο καλλιτέχνης για όσα έρχονται. Όποια κι αν είναι αυτά.

Διαβάστε ακόμα