Μια παράσταση που «κατέβασε» με φόρα η πανδημία παρουσιάστηκε ξανά την Τρίτη το βράδυ στην αίθουσα «Μαρία Κάλλας» του Δημοτικού Μουσικού Θεάτρου «Ολύμπια». Ο λόγος για «Τα λογοκριμένα», όπου πρωταγωνιστές δεν ήταν μόνο οι τέσσερις καλλιτέχνες που συμμετείχαν, ήταν κυρίως τα τραγούδια που λογοκρίθηκαν από το 1937 μέχρι και τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης.
Πόσο δύσκολη είναι η σύνδεση ιστορικών περιόδων για τη χώρα μας με τραγούδια που γράφτηκαν εκείνες τις εποχές; Πόσα τραγούδια άλλαξαν υπό το καθεστώς της λογοκρισίας; Οι απαντήσεις στα δύο παραπάνω ερωτήματα δόθηκαν μέσα από την παράσταση την οποία παρακολούθησε πλήθος κόσμου. Η ιδέα του Δημήτρη Χαλιώτη για τη δημιουργία της συγκεκριμένης πολυσύνθετης παρουσίασης αγκαλιάστηκε από το κοινό που περίμενε έξω από το θέατρο.
Οι πόρτες άνοιξαν και ο καθένας πήρε τη θέση του, με την επιβλητική σκηνή να τραβάει τα περισσότερα βλέμματα όπως και η διακόσμηση του υπόλοιπου χώρου με τα ωραία φώτα, τους μεγάλους προβολείς που διαμόρφωναν μια ωραία αισθητική. Με το τρίτο κουδούνι, η αυλαία άνοιξε και οι δύο ηθοποιοί, ο Λεωνίδας Κακούρης και η Ελένη Καρακάση, μέσα από το ρόλο του αφηγητή μάς ταξίδεψαν στα σκοτεινά χρόνια της μουσικής λογοκρισίας στην Ελλάδα. Οι δύο αυτοί ηθοποιοί έδεσαν όμορφα με τους Κώστα Μακεδόνα και Ρίτα Αντωνοπούλου, τους δύο τραγουδιστές που εμφανίστηκαν κατά τη διάρκεια της βραδιάς. Μαζί τους στη σκηνή ήταν μια εννεαμελής μπάντα από το Εργαστήρι Ελληνικής Μουσικής Δήμου Αθηναίων η οποια απέδωσε εξαιρετικά τις συνθέσεις όλων των τραγουδιών.
Ιστορική αναδρομή και τραγούδια της εποχής
Τη δεκαετία του 1930 γνώρισαν μεγάλη άνθηση τα ρεμπέτικα τραγούδια, που είχαν γράψει πολλοί συνθέτες της εποχής, μεταξύ αυτών ο Παναγιώτης Τούντας, ο Μάρκος Βαμβακάρης και ο Βασίλης Τσιτσάνης. Τα ρεμπέτικα υμνούσαν την αγάπη, το χασίς, τις συνήθειες της εποχής.Η εξέλιξη του ρεμπέτικου ήταν το λαϊκό τραγούδι που εμφανίστηκε σε μεταγενέστερο χρόνο και είχε και πολιτικό στίχο, ιδιαίτερα κατά την περίοδο της χούντας του Ιωάννη Μεταξά. Το δίδυμο Καρακάση-Κακουρής έδειξε να έχει τη χημεία που χρειαζόταν, δένοντας με ωραίο τρόπο το μουσικό μέρος με το αφηγηματικό μέρος των κειμένων του Δημήτρη Χαλιώτης.
Η πρώτη πάσα δόθηκε για να τραγουδήσει ο Κώστας Μακεδόνας το «Κουβέντα Με Το Χάρο», που έγραψε ο Παναγιώτης Τούντας το 1936. Στο σημείο αυτό επισημαίνεται ότι το 1937, το δικτατορικό καθεστώς του Ιωάννη Μεταξά με τους αναγκαστικούς νόμους 445 και 446 διαμορφώνει για πρώτη φορά στην Ελλάδα νομοθετικό πλαίσιο προληπτικής λογοκρισίας στο θέατρο, το τραγούδι και το βιβλίο. Οι μεταξικοί νόμοι περί λογοκρισίας και στη συνέχεια οι αντίστοιχοι των κατοχικών κυβερνήσεων αποτελούν τη βάση πάνω στην οποία κινήθηκε η λογοκρισία στη μουσική - και στην τέχνη γενικότερα - για τα επόμενα 37 χρόνια, μέχρι δηλαδή την πτώση της Χούντας το 1974.
Το γεγονός αυτό επηρέασε πολλά τραγούδια στην πορεία του χρόνου, μεταξύ αυτών το «Χαϊδάρι» του Βαμβακάρη, οι «Λιποτάκτες» του Μίκη Θεοδωράκη, ο δίσκος «Οδός ονείρων» του Μάνου Χατζιδάκι και πολλά άλλα. Μέσα στους καλλιτέχνες που λογοκρίθηκαν ήταν και ο Βασίλης Τσιτσάνης και μάλιστα αρκετές φορές. Η εμφάνιση ξανά στη σκηνή του Μακεδόνα για να τραγουδήσει το «Κάποια Μάνα Αναστενάζει» κέρδισε το θερμό χειροκρότημα. Πέρα όμως από την αφήγηση και την ερμηνεία, η παράσταση είχε και αποσπάσματα από συνεντεύξεις των καλλιτεχνών που λειτουργούσαν εξελικτικά στην ιστορική αφήγηση των γεγονότων. Φάνηκε η έντονη προεργασία που είχε κάνει ο Χαλιώτης, μέσα από το πλούσιο αρχειακό υλικό που παρουσιάστηκε, τόσο σε εικονες όσο και ηχογραφηματα. Χαρακτηριστικό είναι το απόσπασμα με τη δήλωση του Απόστολου Καλδάρα, που περιγράφει τις δύο εκδοχές που είχε γράψει για το τραγούδι «Νύχτες Χωρίς Φεγγάρι» που ερμήνευσε η Γιώτα Λυδία.
Μεταπολίτευση, ντουέτο και κλείσιμο
Στα τέλη της δεκαετίας του ‘50, εμφανίστηκε στο προσκήνιο ο Μίκης Θεοδωράκης, ο οποίος έγραψε τα πιο λαϊκά τραγούδια της πορείας του. Είχε φτάσει η στιγμή για την εμφάνιση της Ρίτας Αντωνοπούλου, η οποία ερμήνευσε με το δικό της τρόπο το «Βασιλεψες Αστέρι Μου» από τον δίσκο «Επιτάφιος» που κυκλοφόρησε το 1960. Η συμμετοχή του κοινού στο συγκεκριμένο τραγούδι ήταν χλιαρή, αλλά όσο κυλούσε η αφήγηση και εναλλαγή των δύο τραγουδιστών γινόταν πιο έντονη. Η «Άπονη Ζωή» του Σταύρου Ξαρχάκου με τη φωνή του Κώστα Μακεδόνα και η ιδιαίτερη ερμηνεία της Ρίτας «Στον Πόλεμο Ο Τζο» του Μάνου Λοΐζου πλημμύρισαν την ατμόσφαιρα με ρυθμό και συγκίνηση.
Από τα ωραία στιγμιότυπα της βραδιάς ήταν οι ερμηνείες της Ελένης Καρακάση σε δύο τραγούδια και η μίμηση του τρόπου ομιλίας του Μάνου Χατζιδάκι από το Λεωνίδα Κακούρη. Στις παραπάνω στιγμές προστέθηκε και το ντουέτο του Κώστα Μακεδόνα με τη Ρίτα Αντωνοπούλου στο διαχρονικό και αγαπημένο «Ποιος Τη Ζωή Μου», όπου η συμμετοχή του κόσμου ήταν πολύ μεγάλη.
Στα τέλη της δεκαετίας του ‘60 και συγκεκριμένα το 1967 με το διάταγμα του Αγγελή απαγορεύεται η μουσική του Μίκη Θεοδωράκη και τον Ιούλιο της ίδιας χρονιάς, η χούντα των Συνταγματαρχών αποφασίζει να αφαιρέσει την ελληνική ιθαγένεια από τη Μελίνα Μερκούρη. Η μελωδία από «Τα Παιδιά Του Πειραιά» που έγραψε ο Μάνος Χατζιδάκις γέμισε το χώρο και η μεστή ερμηνεία της Ρίτας Αντωνοπούλου χειροκροτήθηκε θερμά. Λίγα λεπτά μετά, ο Κώστας Μακεδόνας τραγούδησε με το δικό του ιδιαίτερο τρόπο το «Θα Κλείσω Τα Μάτια», του Άκη Πάνου.
Ακόμα και στα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης η λογοκρισία μπορεί να ατονεί, αλλά δεν παύει να υφίσταται. Ενδεικτικό είναι το παράδειγμα του δίσκου των Μάνου Λοΐζου - Φώντα Λάδη, που κυκλοφόρησε το 1976 αλλά λογοκρίθηκε. Για το κλείσιμο της βραδιάς οι 4 καλλιτέχνες μάς επιφύλαξαν την κοινή τους ερμηνεία στο «Φίλοι Κι Αδέλφια» σε στίχους του Ιάκωβου Καμπανέλλη και σύνθεση του Σταύρου Ξαρχάκου η οποία αποθεώθηκε από όλους τους παρευρισκόμενους.
Η μουσική παράσταση «Τα λογοκριμένα» μέσα από την αναδρομή στα 50 και πλέον χρόνια μουσικής λογοκρισίας στην Ελλάδα κατέγραψε ιστορικά στοιχεία, προσωπικές μαρτυρίες και σουρεαλιστικές αφηγήσεις για τραγούδια που λογοκρίθηκαν ή απαγορεύτηκαν από τους έχοντες την εξουσία. Για να θυμούνται οι παλαιότεροι, να μαθαίνουν οι νεότεροι, και όχι μόνο...
*Η φωτογραφία είναι του Νικόλαου Κομίνη.