Άκης Καπράνος

Άκης Καπράνος: «Μια ανέντιμη ταινία δεν θα είχε θέση στο Midnight Express»

Σε ένα κατάμεστο καφέ στο «Ολύμπιον» της Θεσσαλονίκης, ο γνωστός σινεκριτικός μάς χάρισε μια πολύ ενδιαφέρουσα κουβέντα.

Διαβάστηκε φορες

Το Midnight Express είναι μια ιδιαίτερη κινηματογραφική λέσχη, όχι με την κλασική έννοια του όρου, αλλά θα λέγαμε πως αυτό που την κάνει τόσο ιδιαίτερη, εκτός από τις σπάνιες προβολές, είναι η σχέση του ιδρυτή της, Άκη Καπράνου, με τα μέλη που την απαρτίζουν. 

Η επικοινωνία αρχικά, γίνεται μέσω του ομώνυμου γκρουπ στο Facebook, όπου ανεβαίνει το πρόγραμμα των προβολών. Ένα απόλυτα ενεργό γκρουπ, μια δεμένη ομάδα με τα μέλη της να αυξάνονται καθημερινά.

Χωρίς καμία διαφήμιση ή προώθηση στον Τύπο, μόνο στόμα με στόμα, το Midnight Express έχει καταφέρει να χτίσει μια σχέση εμπιστοσύνης με το κοινό, που το ακολουθεί φανατικά όπου και να παίξει.

Συνάντησα τον Άκη Καπράνο το προπερασμένο Σάββατο, λίγες ώρες πριν από τη μεταμεσονύκτια προβολή της ταινίας "Rambo: First Blood" στο Cine Βακούρα της Θεσσαλονίκης.

Η συνέντευξη πραγματοποιήθηκε σε ένα από τα όμορφα καφέ του Ολύμπιον, όπου εκείνες τις μέρες είχε την τιμητική του λόγω της 64ης διοργάνωσης του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. Με τον κόσμο να πηγαινοέρχεται συνεχώς.

Συνάντησα έναν άνθρωπο ευγενή, φιλικό, απλό αλλά και παθιασμένο με το σινεμά. Έναν άνθρωπο πολυπράγμονα. Θα απαριθμήσω μόνο κάποιες από τις ιδιότητες του: κριτικός κινηματογράφου, ραδιοφωνικός παραγωγός της μακροβιότερης εκπομπής με θέμα το σινεμά (εδώ και 30 χρόνια), μουσικός, drummer μεταξύ άλλων και των Septic Flesh. Συνθέτης κινηματογραφικής μουσικής, και φυσικά, ο ιδρυτής και ουσιαστικά η ψυχή του Midnight Express.    

Η επίσκεψη του Midnight Express στη Θεσσαλονίκη για την προβολή της ταινίας "Rambο: First Βlood", στάθηκε η αφορμή μιας απολαυστικής συνομιλίας μαζί του, που κράτησε παραπάνω από μία ώρα.

ΜixGrill: Το Mixgrill.gr καλωσορίζει τον κύριο Καπράνο και τον ευχαριστεί ιδιαίτερα για την παραχώρηση αυτής της συνέντευξης. Ας ξεκινήσουμε όμως από την αρχή. Πότε ακριβώς γεννήθηκε η ιδέα του Midnight Express και πόσα χρόνια παρουσίας μετράει ήδη;

Άκης Καπράνος: Η ιδέα του Midnight Express στο κεφάλι μου υπήρχε τουλάχιστον 15 χρόνια τώρα. Οι μεταμεσονύχτιες προβολές στην Ελλάδα ήταν πεθαμένες τότε. Ξεκίνησε κυρίως από την επιθυμία μου να δω κάποιες ταινίες που αγαπώ πολύ για πρώτη φορά στο σινεμά. Δεν είχα δει ποτέ μου στο σινεμά το "Christine", το "All That Jazz" ή το "Husbands" του Κασσαβέτη. Ή την «Ευδοκία» του Δαμιανού και το "Frankenhooker", για να βάλω όλα αυτά τα παράξενα και φαινομενικά αταίριαστα φιλμ. Αυτό, λοιπόν, συνδέει όλες τις ταινίες του Μidnight Express, ότι ήθελα να τις δω στο σινεμά. Και επίσης, βρισκόμουν σε μια προσωπική κατάσταση κάπως έκρυθμη και είχα ανάγκη να κάνω κάτι για να νιώσω καλά με μένα που το έκανα. Οπότε ξαφνικά, βρέθηκε μια αίθουσα που με δέχτηκε. Αυτή ήταν η Ααβόρα και η Πέγκυ Ρίγγα. Εκεί το Midnight ξεκίνησε τις πρώτες προβολές του, πριν εφτά χρόνια.

Μ.G: Oι δυσκολίες που αντιμετώπισες στην αρχή μέχρι να βρεις τον κατάλληλο χώρο που θα στεγάσει το προσωπικό σου όραμα, σε πείσμωσαν πιο πολύ;

Α.Κ: Εγώ ήμουνα σίγουρος ότι θα έρθει κόσμος. Πρώτον, επειδή διδάσκοντας στη Σταυράκου ήρθα σε επαφή με έναν κόσμο ο οποίος μου έλεγε: «Ξέρεις κάτι; Ναι μεν έχω κατεβάσει 100 ταινίες από torrent, αλλά τις "κρατάω". Θα θελα πολύ να τις δω σινεμά, να τις παίξει κάποιος». Και δεύτερον, υπήρχε ο μύθος, όχι μόνο των μεταμεσονύκτιων προβολών της Ελλάδος, αλλά κυρίως του εξωτερικού. Πήγαινε ο άλλος διακοπές στο Λονδίνο, έμπαινε στο Prince Charles, έβλεπε το "The Room". Σου λέει, στην Ελλάδα γιατί δε γίνεται κάτι τέτοιο; Οπότε, εγώ ήξερα ότι υπάρχει κοινό. Δεν πίστευα ότι θα είχε την επιτυχία που είχε, αλλά πίστευα πως ήταν βιώσιμο αυτό το πράγμα. Ούτε πείσμωσα όμως. Προσπαθώ να είμαι εντελώς ανεπηρέαστος από το τι κάνει ο διπλανός μου, θέλω να έχω one track mind. Όταν χάνω τη συγκέντρωση μου, νιώθω πως χάνω τον ευατό μου ολόκληρο.

M.G: Μέχρι τώρα γίνονται προβολές του Midnight Express σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, Πάτρα και Πειραιά. Αλλά και στο Αίγιο. Θέλω λίγο να σταθούμε όμως στον Πειραιά. Εκεί που γεννήθηκες, εκεί που πρωτοονειρεύτηκες ως παιδί μέσα σε μια σκοτεινή αίθουσα. Του Σινεάκ συγκεκριμένα. Θέλω, λοιπόν, να σε ρωτήσω πώς αισθάνεσαι που σε ένα χώρο φορτισμένο με τις παιδικές σου αναμνήσεις, κάνεις εσύ πλέον την επιλογή των ταινιών; Και έρχεται ο κόσμος να παρακολουθήσει τις δικές σου προτάσεις;

Α.Κ: Αρχκά, η επιλογή να πάω στον Πειραιά ήταν ένα μεγάλο στοίχημα. Αποδείχθηκε, όμως, πως το Midnight Express δεν είναι απλά μια λέσχη, πως έχει ένα following που θα το στηρίξει, ακριβώς επειδή είναι ο κόσμος που το κρατά ζωντανό. Αφετέρου μεν, έχω μια μεγάλη αγάπη για όλα τα συνοικιακά σινεμά, γιατί σ’ αυτά τα σινεμά εγώ έμαθα σινεμά, και όλη μου η γενιά έμαθε εκεί σινεμά. Οπότε, ήταν μια συνειδητή επιλογή να πάω στο Σινεάκ. Βέβαια, την πρώτη βραδιά που κάναμε την προβολή ήταν που μου έσκασαν όλα, ότι είμαι στο σινεμά που με πήγαιναν όταν ήμουν μικρός. Το Σινεάκ έπαιζε μόνο παιδικές ταινίες μέχρι το ‘89. Μετά άρχισε να παίζει ταινίες για ενήλικες. Οπότε, κάπως το επαναφέρω στη σχολική του κατάσταση. Απλά φέρνω μία άλλη τάξη, μία συμμορία. Είναι πάντα συγκινητικά όταν παίζουμε στο Σινεάκ αλλά είμαι σίγουρος πως θα είναι εξίσου συγκινητικό όταν βρεθούμε πάλι στην Ααβόρα.

Μ.G: Mια και αναφερθήκαμε στην παιδική ηλικία, νωρίτερα off the record, μου είχες πει ότι στα 13 είδες το "Suspiria" του Dario Argento και αυτό σε καθόρισε με έναν τρόπο. Θυμάμαι και εγώ σε μικρή ηλικία, στις τελευταίες τάξεις του Δημοτικού, είχα δει τον "Καιρό Των Τσιγγάνων" του Κουστουρίτσα. Και πραγματικά η ταινία έμεινε ανεξίτηλη στη μνήμη μου από τότε. Ποια ταινία θα πρότεινες σε ένα παιδί στην προεφηβεία η εφηβεία που τώρα ξεκινάει να ανακαλύπτει το σινεμά των ενηλίκων;

Α.Κ: Είναι δύσκολο αυτό γιατί τα παιδιά έχουν πλέον συνηθίσει σε έναν άλλο ρυθμό. Δηλαδή ο τρόπος που αλλάζουν τα στόρυ στο TikTok... Βλέπεις ότι το attention span είναι παρα πολύ μικρό. Νομίζω πως τα παιδιά θέλουν να δουν ταινίες που είναι κοντά στην ευαισθησία τους. Νομίζω πως επίσης, δε θέλουν να τους λες τι να δουν. Οπότε, εκεί είναι το μπλέξιμο της όλης ιστορίας. Υπάρχει μία υπέροχη ταινία που λέγεται "The Perks Of Being A Wallflower", που είναι μία ταινία για την μετεφηβεία και τη δυσκολία του να πλησιάζεις την ενηλικίωση και τις εσωτερικές συγκρούσεις που προκύπτουν από αυτό. Ένα αριστούργημα. Είναι μια ταινία που πιστεύω πως κάθε έφηβος πρέπει να δει. Αλλά η αξία της θα εξανεμιστεί αν του την προτείνει ο μπαμπάς του, έτσι δεν είναι; Το θέμα με τις ταινίες που προτείνεις σε παιδιά είναι πώς να κάνεις τον εαυτό σου αόρατο.

M.G: Nα έρθουμε τώρα στις πρόσφατες προβολές σας: "The Rocky Horror Picture Show". To περασμένο Σάββατο, 4 Νοέμβρη, στο Ατλαντίς, έγινε μια διαδραστική προβολή με τεράστια συμμετοχή του κοινού, αφιερωμένη από εσάς και τον Βάσο Γεώργα, στο δημοσιογράφο και κριτικό Τάσο Θεοδωρόπουλο. Τι ακριβώς συνέβη το περασμένο Σάββατο; Για πες μας τι ακριβώς συμβαίνει στο Midnight Express;

Α.Κ: Καταρχάς, το "Rocky Horror" έχει μια μακρά παράδοση από πίσω με props και πράγματα που πρέπει να ακούγονται. Tο 'κανα και στη Θεσσαλονίκη το 2018, σε μικρότερη κλίμακα. Οπότε, μέσα από τη σελίδα και με τη βοήθεια ενός μέλους του Midnight Express, φτιάξαμε μια καλή ενημέρωση για το τι θα γινόταν εκείνο το βράδυ. Το κάνω αυτό. Mπορεί να φέρω ένα μέλος να προλογίσει μια ταινία, να προτείνω σε ένα μέλος να γράψει κάτι —υπάρχει μια έννοια συντροφικότητας στην ομάδα. Οπότε, το κοινό είχε προετοιμαστεί. Ήρθανε με τα props, με τις καραμούζες, με τα κωλόχαρτα, με το μακιγιάζ τους, τα cosplay, τα σαξόφωνά τους. Ανέβηκαν πάνω στη σκηνή ντυμένοι όπως οι ήρωες, τραγούδησαν, μπήκαμε όλοι στο mood, ήταν μια εμπειρία. Όπως είπε ένας φίλος δημοσιογράφος, ο Γιάννης Καφάτος, ο οποίος έχει παρακολουθήσε όλες τις προβολές του "Rocky Horror" στην Ελλάδα, αυτή ήταν η καλύτερη που είδε ποτέ.



Από τις κορυφαίες στιγμές της φετινής χρονιάς, για το Midnight Express η προβολή του Rocky Horror Picture Show, Το Σάββατο 4 Νοεμβρίου στο Ατλαντις στην Αθήνα. Φωτογραφίες: Jane Fotou.

M.G: "To Rocky Horror" ήταν από τις πιο έντονες βραδιές, προβολές του Midnight Express για τη φετινή χρονιά. Η προβολή του Rambo τι μας επιφυλάσσει; 

Α.Κ: Σίγουρα επιφυλάσσει μια μεγάλη έκπληξη σε όσους δεν έχουν δει την ταινία και πιστεύουν ότι θα δουν ένα πολεμοχαρές σφαγείο. Θα ανακαλύψουν μια ταινία που στέκεται απέναντι στο Αμερικάνικο Όνειρο με τρομερή επιφύλαξη και με σκωπτική ματιά. Επίσης, υπάρχει και μία προκατάληψη για τον Σταλόνε και θέλω να τα χτυπάω λίγο αυτά.

M.G: Θεωρείς πως είναι υποτιμημένος;

Α.Κ: Ναι, πιστεύω πως είναι τρομερά υποτιμημένος, σαν σκηνοθέτης, σαν ηθοποιός, σαν σεναριογράφος.

M.G: Mε είχε εντυπωσιάσει η ερμηνεία του στην ταινία "Cop Land" του 1997.

Α.Κ: Σκέψου στο "Cop Land" πόσους ηθοποιούς παίζει στα ίσα. Χάρβεϊ Καϊτέλ, Ρόμπερτ Ντε Νίρο, Ρέι Λιότα. Τους παίζει όλους στα ίσα. Δηλαδή εκεί πέρα λες ώπα ρε μεγάλε, respect. Kαι επειδή το Midnight είναι μια προσωπική μου υπόθεση, κάποιους ανθρώπους που τους αγαπώ πολύ θέλω να τους επανασυστήσω με κάποιον τρόπο στο κόσμο. Αυτό αφορά όχι μόνο ταινίες αλλά και μερικούς καλεσμένους που καλώ για να μιλήσουνε για το σινεμά. 

Μ.G: Με την ιδιότητα σου ως κριτικού κινηματογράφου θέλω να μου απαντήσεις σε αυτή την ερώτηση. Πόσο κακό πιστεύεις ότι κάνουν στο ίδιο το σινεμά οι ταμπέλες ανάμεσα σε εμπορικό ή καλλιτεχνικό σινεμα;

Α.Κ: Καταρχάς, αν ήταν στο χέρι μου, οι κριτικές δε θα βγαίναν ποτέ την Πέμπτη που βγαίνουν οι ταινίες. Θα βγαίναν την Δευτέρα. Πιστεύω ότι ο κόσμος πρέπει να βλέπει τις ταινίες που γουστάρει με το δικό του κριτήριο. Μετά να έρχεται η Δευτέρα και να διαβάζει κάποιος τι έγραψε αυτός, τι έγραψε ο άλλος, για να υπάρχει πραγματικά ένα αλισβερίσι, να νιώθεις πως κάτι πήρες, κάτι έδωσες. 

Τώρα, ο διαχωρισμός σε εμπορικό και καλλιτεχνικό σινεμά είναι σαν όλους τους διαχωρισμους: λίγο μούφα. Υπάρχουν ταινίες που είναι 100% προϊόντα και είναι ταινίες που κάνουν το γύρο των Φεστιβάλ και μαζεύουν διακρίσεις. Το ίδιο τυποποιημένα είναι και τα περισσοτερα blockbusters, απλά τα υλικά έιναι διαφορετικά. Ο Φρανσουά Τρυφό έλεγε ότι στο σινεμά ή έχεις μια περίπλοκη ιστορία που την αφηγείσαι απλά ή μια απλή ιστορία που την αφηγείσαι περίπλοκα. Το ζητούμενο είναι να χάνεσαι όταν ξεκινάει η ταινία και να σε ξαναβρίσκεις πλουσιότερο όταν τελειώνει. Όλα τα άλλα, είτε η ταινία λέγεται «Ρόκυ» είτε λέγεται "Satantango", είναι αδιάφορα.

Μ.G: Αν έπρεπε να ξεχωρίσεις ένα πρόσωπο από όλα όσα έχεις συναντήσει και συνομιλήσει μέχρι τώρα ποιο θα ήταν αυτό και γιατί;

Α.Κ: Είμαι στη Ρώμη και έχω πάει για να κάνω μια συνέντευξη με μια γνωστή Αυστραλή ηθοποιό για μια ρομαντική κομεντί, περίπου πριν δεκαπέντε χρόνια. Εκείνη βαριόταν πολύ. Πέρασε η ώρα, κάναμε τη συνέντευξη, πήγα μια βόλτα, έφτασα στο ξενοδοχείο μου λίγο μετά τις 12, και βάρεσα το κουδούνι επειδή ήταν κλειδωμένα. Δίπλα από το ξενοδοχείο ήταν μια κλειστή καφετέρια και ήταν εκεί μια γυναίκα η οποία είχε μαζευτεί με μια κουβέρτα γύρω από όλα τα τραπεζάκια που ήταν αλυσοδεμένα μεταξύ τους, και είχε φτιάξει κάτι σαν το σαλονάκι της για το βράδυ, για να κοιμηθεί. Και μου λέει: «Τέτοια ώρα που ήρθες, θα σου ανοίξει σε τρία τέταρτα. Κάτσε να μου κάνεις παρέα και θα σου πω πώς έμεινα χωρίς σπίτι». Έκατσα και μου είπε όλη την ιστορία της ζωής της, μέχρι που ο υπάλληλος έφτασε όντως 45 λεπτά μετά. Δεν ηχογράφησα φυσικά την κουβέντα μας. Αλλά νομίζω θυμάμαι κάθε λέξη.

M.G: Aν είχες τη δυνατότητα να ταξιδέψεις με μια μηχανή του χρόνου και να συναντήσεις κάποιον/α που δε βρίσκεται πλέον ανάμεσα μας, κάποιον πολύ αγαπημένο σου δημιουργό, ποιόν η ποια θα διάλεγες;

Α.Κ: Ώπα, αυτές οι ερωτήσεις είναι... Κοίτα, αν είχα την ευκαιρία να το κάνω αυτό, θα το έκανα για να προλάβω το θάνατο κάποιου. Δηλαδή άμα είναι να το κάνεις, δε θα πας πίσω το χρόνο για να ρωτήσεις τον αγαπημένο σου καλλιτέχνη για τις αισθητικές του καταβολές. Δηλαδή εγώ μάλλον θα πήγαινα να πω στον Τζον Λένον να πω «Μη βγεις έξω σήμερα! Είναι ένας μαλάκας και θα σε σκοτώσει». 

M.G: Θα έσωζες την ανθρωπότητα;

Α.Κ: Ξέρω γω; Αυτό που κάνει ο Ταραντίνο τώρα με το σινεμά, πάντως, μου αρέσει, που ξαναγράφει την ιστορία. 

M.G: Ακριβώς όπως με την τελευταία του ταινία, "Once Upon A Time In Hollywood".

Α.Κ: Που είναι η καλύτερη ταινία που έκανε ποτέ. 

M.G: Θέλω τη γνώμη σου για τον Βασίλη τον Κεκάτο και το "Milky Way". Είναι ενθαρρυντικό πιστεύεις το γεγονός ότι ένας δημιουργός του σινεμά που μάλιστα έχει τιμηθεί με Χρυσό Φοίνικα ασχολείται με ένα τέτοιο μέσο όπως η τηλεόραση; 

Α.Κ: Νομίζω πως πρέπει να το δούμε από την ανάποδη: Είναι ενθαρρυντικό ότι η τηλεόραση ασχολείται με τον Βασίλη Κεκάτο! Ποτέ άλλοτε η τηλεόραση δεν ήταν τόσο κοντά στην κοινωνία σήμερα όσο με αυτό που συμβαίνει στο "Milky Way", και κάτι πρέπει να λέει αυτό. Μακάρι να είναι η αρχή, με τέτοιο δυναμικό άνετα θα μπορούσαμε να έχουμε την καλύτερη τηλεόραση στη Νότια Ευρώπη. Μακάρι δηλαδή η τηλεόραση να πάει και στον Τζώρτζη Γρηγοράκη, στον Μπόγρη, στον Πάσχο, στον Οικονομίδη, στον Γραμματικό. 

M.G: Αυτό θα ήταν πραγματικά ευτύχημα!

Α.Κ: Τον αγαπάω τον Νίκο Γραμματικό. Είναι σπουδαίος —και πολύ καλός φίλος.


Οι «Εντιμότατοι Φίλοι Μου» είναι μία από τις δύο αγαπημένες ταινίες του Άκη Καπράνου. Τόσο για τα μηνύματα της, όσο και για τη μουσική της.

M.G: Η αγάπη σου για το σινεμά είναι ανεξάντλητη και πολύπλευρη. Μία ακόμα πλευρά αυτής της αγάπης είναι και η σύνθεση μουσικής για ταινίες μικρού και μεγάλου μήκους. Ποια είναι η διαδικασία που ακολουθείς; Συνομιλείς με τους σκηνοθέτες για να δεις πώς θα κινηθείς μουσικά;

Α.Κ: Ψάχνουμε να ακούσουμε τη μουσική της ταινίας βλέποντάς τη χωρίς μουσική. Υπήρξαν και περιπτώσεις που δεν μπορούσα να το κάνω. Όταν δουλέψαμε με τον Γιάννη τον Οικονομίδη για την «Ψυχή Στο Στόμα», με κάλεσε να συνεργαστούμε στο «Μαχαιροβγάλτη», αλλά είδαμε την ταινία και το πρώτο πράμα που είπαμε ήταν πως εδώ δε χωράει μουσική. Στο "Forget Me Not" υπήρχε μονάχα μια κιθάρα με fuzz αλά Neil Young, γιατί αυτή την ταινία την χαρακτήριζε η μοναξιά και το βάθος του τοπίου. Τώρα που δουλεύω μια καινούργια ταινία μικρού μήκους, του βραβευμένου στη Δράμα σκηνοθέτη Δημήτρη Ζούρα, προσπαθώ και πάλι να καταλάβω ποια είναι η μουσική εκεί μέσα. Και φυσικά, υπάρχει πάντα η φιλική σχέση. Υπάρχουν πολλές νύχτες με άλλες ταινίες, με δίσκους και κουβέντες που πάνε μέχρι το πρωί. Είναι μια ωραία περιπέτεια αυτό. 

M.G: Ποια είναι τα αγαπημένα σου σάουντρακ όλων των εποχών; 

Α.Κ: Μου αρέσει παρα πολύ η μουσική που έγραψε ο Carlo Rustichelli σε μια ταινία που λέγεται οι «Εντιμότατοι Φίλοι Μου», που είναι μία από τις αγαπημένες ταινίες μου όλων των εποχών. Και μου αρέσει γιατί, ενώ η ταινία είναι κωμωδία, η μουσική είναι πάντα μελαγχολική, είναι πάντα πικρή και στενάχωρη. Μου αρέσει το soundtrack του "Eraserhead", ενας βιομηχανικός βόμβος που βαράει συνέχεια, και μου αρέσει γιατί κάνει το σύμπαν της ταινίας πιστευτό. Μου αρέσει πάρα πολύ η μουσική του Μιχάλη Χριστοδουλίδη στην ταινία «Η Κάθοδος των Εννέα», ένα υπέροχο, ξεχασμένο σήμερα «western» για τον Εμφύλιο. Είναι πολλές για να τις αναφέρω. 

M.G: Είμαστε πια στην τελευταία ενότητα των ερωτήσεων και είναι η ιδανική στιγμή για να επιστρέψουμε στο βασικό μας θέμα, το Midnight Express. Ποια ταινία δε θα είχε ποτέ θέση στο Midnight Express; Tι είδους ταινία θα ήταν αυτή;

Α.Κ: Μια ταινία που δεν είναι τίμια ή μια ταινία που σε καταστρέφει μόνο και μόνο επειδή μπορεί. 

M.G: Τι να περιμένουμε στις επόμενες προβολές; Δώσε μας μια γεύση.

Α.Κ: Είναι οι ταινίες που έχουμε ανακοινώσει, δηλαδή το "Warriors", το "Robocop" στη Θεσσαλονίκη, ένα αφιέρωμα στις ταινίες της Troma... Φιλοδοξώ να κάνω και κάποιες ελληνικές πρεμιέρες. Το ελληνικό σινεμά για μένα είναι πάρα πολύ σημαντικό —παίξαμε τους «Απέναντι», την «Ευδοκία», το «Ροζ» του Βούλγαρη, τους «Απόντες»... ταινίες που οι περισσότεροι δεν είχαν ξαναδεί.

M.G: Δεν μπορώ να μη σε ρωτήσω για το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, την ιστορία του και πώς σου φαίνεται στη διάρκεια των χρόνων. «Μεγαλώνει» όμορφα;

Α.Κ.: Έρχομαι στην πόλη από το ΄96 και αισθάνομαι πως τη βλέπω να χάνει το πρόσωπο της με τα χρόνια. Το κέντρο μοιάζει με μεγάλο mall και φυσικά η Αθήνα είναι η επόμενη στη σειρά. Όσο για το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, έχει καταρχάς τη σπουδαία κληρονομιά που του άφησε ο Μισέλ Δημόπουλος. Οτιδήποτε απολαμβάνει σήμερα ο θεσμός το οφείλει στα γερά θεμέλια του Μισέλ, ό,τι και αν έφεραν οι επόμενοι μετά. Η τηλεόραση έχει μια παρουσία που δεν είχε παλιότερα αλλά, αν έχει ένα «θέμα» το Φεστιβάλ, νομίζω πως είναι ίδιο με αυτό που έχει και το ελληνικό σινεμά. Δηλαδή μοιάζει να αναζητά μια ταυτότητα, ψάχνει να βρεί και τι θέλει αυτό να κάνει, αλλά και τι αρέσει και στους άλλους. Και λίγο μπερδεύεται εκεί ανάμεσα. 

M.G: Είναι διαφορετικό το κοινό κάθε πόλης που συναντάς; Είναι διαφορετικό το κοινό της Θεσσαλονίκης;

Α.Κ: Οι Θεσσαλονικείς αγαπάνε τον Ντε Πάλμα πολύ περισσότερο από τους Αθηναίους. Δεν ξέρω γιατί. Κανονικά θα έπρεπε να μπορούσα να μένω για ένα μήνα σε μία πόλη και να μην κάνω τίποτα για να καταλαβαίνω πραγματικά ποιες ταινίες θα ήταν αυτές που θα άγγιζαν τον κόσμο θα τον προσκαλούσαν σε μια αίθουσα. Πάντως, έχει πολλούς Θεσσαλονικείς το Midnight Express και νομίζω αυτό κάτι λέει.

Μ.G: Θα μπορούσαμε να μιλάμε για ώρες, αλλά καταλαβαίνω ότι ο χρόνος σου είναι πολύτιμος αυτή τη στιγμή. Κλείνοντας, θα ήθελα να μου πεις με μια λέξη μόνο τι είναι το Midnight Express;

Α.Κ: Χμ... Καταφύγιο;

Διαβάστε ακόμα