Έχει περάσει μισός αιώνας από τότε που ο κριτικός μουσικής Jon Landau (μετέπειτα μάνατζερ και καρδιακός του φίλος) είδε τον Bruce Springsteen να παίζει σε ένα θέατρο της Μασαχουσέτης και ανακοίνωσε ότι είχε δει το μέλλον του rock 'n' roll. Παραμένει, σε ηλικία 74 ετών, o χρονικογράφος των χαρών, της λύπης και των αδιεξόδων της εργατικής τάξης της Αμερικής. Εξακολουθεί να καταγράφει τις απογοητεύσεις του, κυνηγώντας αυτό που ο ίδιος με ρομαντισμό αποκάλεσε, στο "Born To Run» του 1975, το «αμερικάνικο όνειρο που δραπετεύει». Είναι το δικαίωμα στη ζωή και μια υπόσχεση στον εαυτό σου να εκπληρώσεις όλα όσα έχεις μέσα σου. Αλλά αυτή η υπόσχεση ο Springsteen θεώρησε ότι είχε αθετηθεί από την οικονομική αδικία που βιώνανε οι Αμερικανοί (και όχι μόνο) πολίτες από την κυβέρνηση του Ρόναλντ Ρίγκαν.
Ο αντίκτυπος του "Born In The USA" 40 χρόνια μετά (κυκλοφόρησε στις 4 Ιουνίου του 1984) είναι ακόμα αισθητός και όχι μόνο μουσικά, με την Αμερική να ετοιμάζεται για άλλη μια κρίσιμη εκλογική αναμέτρησή. Ο Springsteen μεγάλωσε σε μια μικτή γειτονιά που έδειχνε βαθιά συμπόνια για όσους είχαν αποκλειστεί από τα πλούτη της εποχής, ανήμποροι να επιβιβαστούν στο αφηγήμα «η απληστία είναι καλή». Το "Downbound Train" ακολουθεί έναν άνδρα που χάνει τη δουλειά του σε μια μονάδα επεξεργασίας ξυλείας, βρίσκει τη ζωή του να ξεφεύγει από τον έλεγχο και καταλήγει να κουνάει μια βαριοπούλα σε μια συμμορία που δρα στους σιδηροδρόμους.
To ανθεμικό "No Surrender" είναι ένας όρκος να κρατήσει κάποιος ζωντανά τα νεανικά όνειρα σε μια ενήλικη ζωή που δεν θα τα επιτρέψει. Το "I'm On Fire", που σιγοκαίει χωρίς όμως να μπορεί να σβήσει τη φωτιά, αναδείχτηκε στο κρυφό χαρτί του δίσκου, ενώ και το σουξέ "Dancing In The Dark" είναι ιδωμένο από την οπτική γωνία εκείνων που χορεύουν, πίνουν και κάνουν τυχαίο σεξ επειδή δεν υπάρχει τίποτα άλλο να κάνουν σε μια καθημερινότητα χωρίς διαφυγή. Κανείς δεν θα μπορούσε να περιγράψει τις πρώτες γραμμές του "Cover Me" ως μια ευχάριστη υποστήριξη της Αμερικής της δεκαετίας του 1980: «Οι καιροί είναι δύσκολοι τώρα, απλώς γίνονται δυσκολότεροι/Αυτός ο παλιός κόσμος είναι τραχύς, απλώς γίνεται πιο τραχύς».
Και βέβαια υπάρχει και το ομότιτλο τραγούδι. Ο Springsteen φώναξε τον πρώτο στίχο, με τη μέγιστη δυνατή ένταση από την αρχή ("Born down in a dead man’s town/The first kick I took was when I hit the ground/You end up like a dog that’s been beat too much/Till you spend half your life just covering up…"). Ήταν «κεραυνός σε ένα μπουκάλι», θυμάται ο Springsteen στα απομνημονεύματά του, "Born to Run". Μετά την κυκλοφορία του τραγουδιού τον Οκτώβριο του 1984, έγινε το τρίτο από τα επτά κορυφαία σινγκλ που ξεπήδησαν από το "Born in the USA", που κατακτούσε τον κόσμο (27 εκατομμύρια πωλήσεις μέχρι σήμερα), με στίχους εμπνευσμένους από τις εμπειρίες του λοχία του Σώματος Πεζοναυτών των ΗΠΑ, Ron Kovic, ο οποίος ένιωσε ότι απορρίφθηκε από τη χώρα του αφού έμεινε παράλυτος κατά τη διάρκεια του πολέμου του Βιετνάμ. Όπως περιγράφει ο Kovic στο βιβλίο του "Γεννημένος στις 4 Ιουλίου" του 1976, το αμερικανικό όνειρό του εξαφανίστηκε κάτω από τα διαλυμένα πόδια του.
Το τραγούδι όμως ακούγεται θριαμβευτικό. Ο Springsteen αργότερα το ονόμασε «ένα από τα καλύτερα και πιο παρεξηγημένα μουσικά κομμάτια μου». Ο Ρόναλντ Ρίγκαν, ο οποίος τότε έκανε εκστρατεία για την επανεκλογή του, άκουσε το εκστατικό ρεφρέν και θεώρησε ότι υμνεί καθετί αμερικάνικο, ενώ το εντελώς αντίθετο συμβαίνει. Και όμως, έτσι αντιμετωπιζόταν συχνά το φαινόμενο Springsteen κατά τη διάρκεια αυτής της δεκαετίας, στις ΗΠΑ και σε όλο τον κόσμο. Τον Ιούλιο του 1988, ο τραγουδιστής και η μπάντα του έπαιξαν μια τεράστια συναυλία μπροστά σε 300.000 θαυμαστές στο Ανατολικό Βερολίνο. Σύμφωνα με Αμερικανούς δημοσιογράφους όπως ο Erik Kirschbaum, η εμφάνισή του βοήθησε να κινητοποιηθούν οι μηχανισμοί που οδήγησαν στην κατάρρευση του Τείχους του Βερολίνου. Παρά τους απελπισμένους στίχους και τις ιστορίες για ανεκπλήρωτα όνειρα, τα τραγούδια αντιπροσώπευαν τη δυνατότητα αλλαγής και ελευθερίας.
Για τους περισσότερους, αυτό ισοδυναμεί με το αμερικανικό όνειρο: τη θέληση για επιβίωση και ευημερία που επιμένει ακόμα και όταν ο κόσμος κλείνει από πάνω σου και σου αφαιρεί ό,τι αξίζεις. Ο Bruce Springsteen εξευγενίζει αυτό το αδάμαστο πνεύμα. Ο δίσκος τελειώνει με το "My Hometown", μια αργή μπαλάντα αστικής παρακμής στην οποία «ασπρισμένα παράθυρα και άδεια καταστήματα» αντικαθιστούν τα κάποτε ανθισμένα μαγαζιά της Platonic Main Street. Το τοπικό υφαντουργείο κλείνει, αφήνοντας τον πρωταγωνιστή άνεργο. Στον τελευταίο στίχο, μπαίνει στο αυτοκίνητό του και δείχνει στο μικρό γιο του αυτήν την κοινότητα που πεθαίνει. «Τον κάθισα πίσω από το τιμόνι/Και είπα: "Γιε μου, κοίτα καλά τριγύρω. Αυτή είναι η πατρίδα σου"».
Υπάρχει περηφάνια εδώ, παρά τα σκοτάδι ολόγυρα.