Η αλήθεια είναι ότι τα σχόλια που άκουγα από φίλους ή διάβαζα στο διαδίκτυο για την συναυλία του Peter Hook and The Light, δεν ήτανε και τόσο θετικά. Άκουσα να τον αποκαλούν «ξοφλημένο», «μισθοφόρο» και άλλα κοσμητικά επίθετα. Σαν άνθρωπος βέβαια προτιμώ να κρίνω τα πράγματα από τη δική μου οπτική γωνία κι ας λένε οι άλλοι ό,τι θέλουν. Επίσης δεν θα μπορούσα ποτέ να παραγνωρίσω το γεγονός ότι ο κύριος Hook είναι ένας από τους επιδραστικότερους μπασίστες των τελευταίων δεκαετιών. Μπορεί να μην θες να τον ακούσεις, αλλά οφείλεις να τον σεβαστείς.
Οι Joy Division είναι γνωστό πως δεν υφίστανται εδώ και 33 χρόνια, από τότε δηλαδή που ο μοναδικός Ian Curtis αποφάσισε να εγκαταλείψει το συγκρότημα, την οικογένειά του, αλλά και τον κόσμο γενικότερα. Μπορεί και να μην έχει υπάρξει ξανά τέτοια βαθιά και μελαγχολική φωνή μέχρι τώρα, αν και κάποιοι ενδεχομένως να έχουν προσπαθήσει να τον μιμηθούν (γκουχ… Tom Smith, γκουχ… Editors, σ’ αγαπάω μεγάλε, αλλά… ), ωστόσο η προσπάθεια που κάνει ο αξιότιμος κύριος Hook και το συγκρότημά του, να αναβιώσει την ατμόσφαιρα του Closer, μόνο «μισθοφορική» δεν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί. Αντιθέτως πρόκειται για μια αξιοπρεπέστατη προσπάθεια, από έναν άνθρωπο που γνωρίζει πάρα πολύ καλά ποιος είναι και σέβεται τόσο τον εαυτό του και την ιστορία πίσω από αυτόν όσο και το κοινό του.
Εντάξει, ίσως να είμαι λιγάκι «θυμωμένη» μαζί του, αλλά και με τους υπόλοιπους Joy Division ή New Order πλέον, που έχουν καταφέρει να τα «σπάσουν» και κατά πάσα πιθανότητα δεν υπάρχει καμία ελπίδα επανένωσης τους στον ορίζοντα, παρόλα αυτά, η setlist που διάλεξε να παίξει ο Peter Hook και το συγκρότημά του, δεν άφησε καθόλου περιθώρια για παράπονα.
Η συναυλία ξεκίνησε με ένα μισάωρο πρόγραμμα από τους The Witch Doctors Of Zimbabwe, ουσιαστικά το ίδιο συγκρότημα αλλά με άλλο όνομα, αποτελούμενο από τραγούδια των New Order. Λίγο σφιγμένοι αρχικά, αλλά μας έβαλαν αμέσως στο κλίμα. Απλά, λιτά και απέριττα.
Στη συνέχεια, μετά από ένα 5λεπτο διάλλειμα, βγήκαν πάλι στη σκηνή, αυτή τη φορά ως Peter Hook and The Light για να ξεκινήσουν το βασικό μέρος της συναυλίας, δηλαδή το Closer, ζεσταίνοντάς μας μερικά b-sides των Joy Division. Ομολογουμένως μου κακοφάνηκε λίγο το γεγονός ότι άκουγα τα ίδια τραγούδια, παιγμένα σχεδόν όπως και από τον δίσκο, αλλά με διαφορετική φωνή από αυτή που έχω συνηθίσει. Και το ακόμη χειρότερο ήτανε ότι και η ηχοληψία, τουλάχιστον από εκεί που ήμουν (ακριβώς πάνω από την κονσόλα) δεν βοηθούσε την κατάσταση. Κατά τα άλλα, όσο αφορά τους μουσικούς, ήτανε κάτι παραπάνω από εξαιρετικοί.
Μετά το Closer, ακολούθησε άλλο ένα μικρό διάλλειμα και κατόπιν οι μουσικοί πήρανε ξανά τις θέσεις τους, για να συνεχίσουν το πρόγραμμα με τραγούδια από την υπόλοιπη δισκογραφία των Joy Division.
Με μεγάλη μου χαρά διαπίστωσα ότι το κοινό αποτελούνταν κατά βάση από συνομήλικους μου, από 20 έως 30 ετών δηλαδή, που δεν είχανε έρθει για να ακούσουν μόνο το «Love Will Tear Us Apart», άντε και το «Shadowplay», μιας που είναι και λίγο πιο γνωστό από τη διασκευή των Killers. Καθ’ όλη τη διάρκεια της συναυλίας συμμετείχαμε όλοι με τον ίδιο ενθουσιασμό, ακόμη και στο Closer, που κακά τα ψέματα, δεν είναι εύκολο άλμπουμ που το ακούς μια φορά και τελείωσε ή το ακούς από τα ακουστικά του κινητού σου στο λεωφορείο περιμένοντας να φτάσεις στον προορισμό σου.
Η βραδιά έκλεισε με το κλασσικό «Love Will Tear Us Apart», τον Peter Hook να βγάζει και να πετάει το μπλουζάκι του στο κοινό και εμένα να συνειδητοποιώ ότι ο άνθρωπος τον οποίο κάποιοι αποκαλούν «ξοφλημένο» έπαιξε περισσότερο από δύο ώρες, χωρίς να δείχνει ότι κουράστηκε ή βαρέθηκε.
Η setlist:
Dreams Never End
Age Of Consent
Senses
ICB
Your Silent Face
Ultraviolence
Temptation
Incubation
Dead Souls
Autosuggestion
From Safety To Where?
Atrocity Exhibition
Isolation
Passover
Colony
A Means To An End
Heart And Soul
Twenty Four Hours
The Eternal
Decades
No Love Lost
Digital
Disorder
New Dawn Fades
She's Lost Control
Shadowplay
Ceremony
Transmission
Love Will Tear Us Apart
Οι Joy Division είναι γνωστό πως δεν υφίστανται εδώ και 33 χρόνια, από τότε δηλαδή που ο μοναδικός Ian Curtis αποφάσισε να εγκαταλείψει το συγκρότημα, την οικογένειά του, αλλά και τον κόσμο γενικότερα. Μπορεί και να μην έχει υπάρξει ξανά τέτοια βαθιά και μελαγχολική φωνή μέχρι τώρα, αν και κάποιοι ενδεχομένως να έχουν προσπαθήσει να τον μιμηθούν (γκουχ… Tom Smith, γκουχ… Editors, σ’ αγαπάω μεγάλε, αλλά… ), ωστόσο η προσπάθεια που κάνει ο αξιότιμος κύριος Hook και το συγκρότημά του, να αναβιώσει την ατμόσφαιρα του Closer, μόνο «μισθοφορική» δεν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί. Αντιθέτως πρόκειται για μια αξιοπρεπέστατη προσπάθεια, από έναν άνθρωπο που γνωρίζει πάρα πολύ καλά ποιος είναι και σέβεται τόσο τον εαυτό του και την ιστορία πίσω από αυτόν όσο και το κοινό του.
Εντάξει, ίσως να είμαι λιγάκι «θυμωμένη» μαζί του, αλλά και με τους υπόλοιπους Joy Division ή New Order πλέον, που έχουν καταφέρει να τα «σπάσουν» και κατά πάσα πιθανότητα δεν υπάρχει καμία ελπίδα επανένωσης τους στον ορίζοντα, παρόλα αυτά, η setlist που διάλεξε να παίξει ο Peter Hook και το συγκρότημά του, δεν άφησε καθόλου περιθώρια για παράπονα.
Η συναυλία ξεκίνησε με ένα μισάωρο πρόγραμμα από τους The Witch Doctors Of Zimbabwe, ουσιαστικά το ίδιο συγκρότημα αλλά με άλλο όνομα, αποτελούμενο από τραγούδια των New Order. Λίγο σφιγμένοι αρχικά, αλλά μας έβαλαν αμέσως στο κλίμα. Απλά, λιτά και απέριττα.
Στη συνέχεια, μετά από ένα 5λεπτο διάλλειμα, βγήκαν πάλι στη σκηνή, αυτή τη φορά ως Peter Hook and The Light για να ξεκινήσουν το βασικό μέρος της συναυλίας, δηλαδή το Closer, ζεσταίνοντάς μας μερικά b-sides των Joy Division. Ομολογουμένως μου κακοφάνηκε λίγο το γεγονός ότι άκουγα τα ίδια τραγούδια, παιγμένα σχεδόν όπως και από τον δίσκο, αλλά με διαφορετική φωνή από αυτή που έχω συνηθίσει. Και το ακόμη χειρότερο ήτανε ότι και η ηχοληψία, τουλάχιστον από εκεί που ήμουν (ακριβώς πάνω από την κονσόλα) δεν βοηθούσε την κατάσταση. Κατά τα άλλα, όσο αφορά τους μουσικούς, ήτανε κάτι παραπάνω από εξαιρετικοί.
Μετά το Closer, ακολούθησε άλλο ένα μικρό διάλλειμα και κατόπιν οι μουσικοί πήρανε ξανά τις θέσεις τους, για να συνεχίσουν το πρόγραμμα με τραγούδια από την υπόλοιπη δισκογραφία των Joy Division.
Με μεγάλη μου χαρά διαπίστωσα ότι το κοινό αποτελούνταν κατά βάση από συνομήλικους μου, από 20 έως 30 ετών δηλαδή, που δεν είχανε έρθει για να ακούσουν μόνο το «Love Will Tear Us Apart», άντε και το «Shadowplay», μιας που είναι και λίγο πιο γνωστό από τη διασκευή των Killers. Καθ’ όλη τη διάρκεια της συναυλίας συμμετείχαμε όλοι με τον ίδιο ενθουσιασμό, ακόμη και στο Closer, που κακά τα ψέματα, δεν είναι εύκολο άλμπουμ που το ακούς μια φορά και τελείωσε ή το ακούς από τα ακουστικά του κινητού σου στο λεωφορείο περιμένοντας να φτάσεις στον προορισμό σου.
Η βραδιά έκλεισε με το κλασσικό «Love Will Tear Us Apart», τον Peter Hook να βγάζει και να πετάει το μπλουζάκι του στο κοινό και εμένα να συνειδητοποιώ ότι ο άνθρωπος τον οποίο κάποιοι αποκαλούν «ξοφλημένο» έπαιξε περισσότερο από δύο ώρες, χωρίς να δείχνει ότι κουράστηκε ή βαρέθηκε.
Η setlist:
Dreams Never End
Age Of Consent
Senses
ICB
Your Silent Face
Ultraviolence
Temptation
Incubation
Dead Souls
Autosuggestion
From Safety To Where?
Atrocity Exhibition
Isolation
Passover
Colony
A Means To An End
Heart And Soul
Twenty Four Hours
The Eternal
Decades
No Love Lost
Digital
Disorder
New Dawn Fades
She's Lost Control
Shadowplay
Ceremony
Transmission
Love Will Tear Us Apart
Σχετικό θέμα