Μερικούς μήνες μετά την καλοκαιρινή περιοδεία της Λυσιστράτης ανά την Ελλάδα, ο Μιχαήλ Μαρμαρινός επέστρεψε αυτή τη φορά στην Κεντρική Σκηνή της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση με τον Δον Ζουάν του Μολιέρου σε μία μοντέρνα εκδοχή - διασκευή για περιορισμένο αριθμό παραστάσεων.
Ως γνωστόν, ο Μολιέρος δεν δημιούργησε τον ήρωα Δον Ζουάν. Άλλωστε, αν το είχε κάνει, πιθανότατα δεν θα τον είχε προσφωνήσει "Δον" αλλά "Μεσιέ". Ο ήρωας αυτός πήρε σάρκα και οστά περί το 1630 από τον Ισπανό δραματουργό Τίρσο ντε Μολίνα. Έκτοτε πάμπολλοι δημιουργοί έχουν ασχοληθεί με αυτή την αμετανόητη φιγούρα γυναικοκατακτητή, με τον Μολιέρο να καταπιάνεται μαζί του το 1655 σε ένα θεατρικό κείμενο που έμελλε να γίνει κλασικό και μια παράσταση που αποσύρθηκε αφού συγκέντρωσε θύελλα αντιδράσεων για το θρησκευτικά και ιδεολογικά τολμηρό περιεχόμενό της.
Η παράσταση ξεκινά με τον Σγαναρέλ (Γιάννο Περλέγκα), πιστό υπηρέτη του Δον Ζουάν, να απολαμβάνει το τσιγάρο του καθώς μάς εισάγει στην ιστορία. Μόνο για εμάς όμως είναι απλά μια ιστορία, γιατί για τον ευαίσθητο Σγαναρέλ το γεγονός ότι ο Δον Ζουάν μόλις εγκατέλειψε μία από τις αγαπημένες του, τη Δόνια Ελβίρα (Έλενα Μαυρίδου), λόγω του ξαφνικού, βαθύ και ακατανίκητου αισθήματος έρωτα που βιώνει για κάποιο θηλυκό, δεν είναι παρά καθημερινότητα. Μετά από λίγο θα κάνει την πρώτη του εμφάνιση ενώπιον μας ο πρωταγωνιστής Χάρης Φραγκούλης κι εμείς έχουμε στη διάθεσή μας τρεις περίπου ώρες για να τον γνωρίσουμε και να παρακολουθήσουμε τις περιπέτειες που θα κληθεί να αντιμετωπίσει, συνέπεια πάντα των επιλογών του. Στη σκηνή βρίσκονται καθισμένοι σε ένα τραπέζι και όλοι οι ηθοποιοί της παράστασης, από όπου και θα παίρνουν τον λόγο για να ενσαρκώσουν τους ρόλους τους κατά τη διάρκεια όσων θα διαδραματιστούν.
Όσοι δεν γνωρίζαμε περί τίνος πρόκειται το κείμενο του Μολιέρου, ίσως νομίζαμε πως η παράσταση θα εκτυλισσόταν αποκλειστικά γύρω από τα αισθηματικά κατορθώματα του εξαιρετικά εύγλωττου Δον Ζουάν. Το κείμενο όμως ξεφεύγει κατά πολύ από το εύπεπτο, το προφανές και το αναμενόμενο, τόσο που κάποιες στιγμές γίνεται χαοτικό και προσπαθεί να αναδείξει την αντισυμβατική προσωπικότητα του ήρωα, ενός εραστή της ζωής, που αψηφά κανόνες, που δεν πιστεύει στον Θεό, που δεν δέχεται το "πρέπει" παρά μόνο το "θέλω", που ζει ελεύθερος κόντρα στην υποκρισία και τον συντηρητισμό. Θα παραλλήλιζα τον Δον Ζουάν με την ερμηνεία που δίνει το Συνταγματικό Δίκαιο στον «κυρίαρχο», καθώς είναι ο απόλυτα ελεύθερος, ο απηλλαγμένος των νόμων, αυτός που εξαρτάται μόνο από τη δική του libido dominandi.
Ομολογώ ωστόσο πως η προσωπικότητα του ρόλου Δον Ζουάν του Μολιέρου/Μαρμαρινού που υποδύθηκε ο Χάρης Φραγκούλης δεν με γοήτευσε. Αντίθετα, ο πραγματικά ταλαντούχος ηθοποιός Χάρης Φραγκούλης που υποδύθηκε αυτόν τον Δον Ζουάν, ναι. Η καλύτερη στιγμή του, ο τελευταίος μονόλογος. Θα ήθελα να σημειώσω πως τον είδα και πέρσι στα Παιδιά του ήλιου στο Θέατρο Τέχνης Κάρολος Κουν αλλά και στην ταινία Ουζερί Τσιτσάνης και κάθε φορά είδα κάτι τελείως διαφορετικό!
Ομολογώ ωστόσο πως η προσωπικότητα του ρόλου Δον Ζουάν του Μολιέρου/Μαρμαρινού που υποδύθηκε ο Χάρης Φραγκούλης δεν με γοήτευσε. Αντίθετα, ο πραγματικά ταλαντούχος ηθοποιός Χάρης Φραγκούλης που υποδύθηκε αυτόν τον Δον Ζουάν, ναι. Η καλύτερη στιγμή του, ο τελευταίος μονόλογος. Θα ήθελα να σημειώσω πως τον είδα και πέρσι στα Παιδιά του ήλιου στο Θέατρο Τέχνης Κάρολος Κουν αλλά και στην ταινία Ουζερί Τσιτσάνης και κάθε φορά είδα κάτι τελείως διαφορετικό!
Ο Γιάννος Περλέγκας είναι πάντα καλός ερμηνευτικά, όπως και στον ρόλο του ως Σγαναρέλ. Υποδύθηκε τον αληθινό φίλο του Δον Ζουάν, τον μόνο που ξέρει την αλήθεια του και τον αποδέχεται χωρίς να προσπαθεί κατά βάθος να τον αλλάξει. Οι δύο ηθοποιοί είχαν πολύ καλή χημεία και αναμφίβολα η παράσταση στηρίζεται στις δικές τους πλάτες. Τα εύσημα πρέπει να δοθούν στη σοπράνο της παράστασης Μυρσίνη Μαργαρίτη και στον ακορντεονίστα Στέλιο Κατσατσίδη. Τέλος, δεν μπορώ να παραλείψω τον Γιάννη Βογιατζή που ακούραστος μένει στη σκηνή στον ρόλο του Δον Κάρλος. Είναι πολύ όμορφο να βλέπεις ανθρώπους με τη δική του ιστορία που αγάπησαν το επάγγελμα τους και συγκινούνται τόσα χρόνια μετά σε κάθε τους υπόκλιση.
Αυτό που με προβλημάτισε αρκετά στην παράσταση ήταν η απόδοση του κειμένου και η σκηνοθεσία του Μιχαήλ Μαρμαρινού, για τον οποίο βέβαια η εξαιρετική καλλιτεχνική πορεία λέει πολύ περισσότερα από αυτά που διαβάζετε τώρα. Η παράσταση ακροβατούσε ανάμεσα σε θέατρο και κινηματογράφο, αλλά σε κάποιες στιγμές ένιωσα να παραπατά επικίνδυνα. Από τη μία, η χρήση κάμερας, οι φωτογραφίες και η γιγαντοοθόνη μου άρεσαν χωρίς να τα θεωρήσω καινοτόμα ευρήματα, από την άλλη το γεγονός ότι οι ηθοποιοί «έβγαιναν» από τους ρόλους τους προσφωνώντας τον χαρακτήρα τους μάλλον με ξένισε, ενώ ο διδακτικός χαρακτήρας με τους πρωταγωνιστές να απευθύνονται στο κοινό με νύξεις για το σήμερα -δικαιολογημένες βέβαια-, πιστεύω πως θα μπορούσε να υλοποιηθεί με διαφορετικό τρόπο. Η παράσταση φτάνει να κουράζει και το έργο παραμένει αίνιγμα σε αρκετά σημεία με αποτέλεσμα ο θεατής να φεύγει από την αίθουσα έως και συγχυσμένος, ειδικά σε ό,τι έχει να κάνει με το θρησκευτικό κομμάτι.
Ο Δον Ζουάν είναι ένας ήρωας της παγκόσμιας λογοτεχνίας, χάρηκα που ήρθα σε επαφή μαζί του και θα μπορούσα να γράψω άλλα τόσα. Θα κλείσω, όμως, το άρθρο με δικά του λόγια:
«Είσαι βλάκας; Πίστεψες ότι μπορούν τα χείλη μου να λένε ό,τι η καρδιά; Δεν θα αλλάξω ποτέ».