Αλέξης Πανσέληνος

Μιλήσαμε με τον συγγραφέα Αλέξη Πανσέληνο για «Ελαφρά Ελληνικά Τραγούδια»

Με αφορμή την πρόσφατη κυκλοφορία του νέου του βιβλίου με τίτλο «Ελαφρά Ελληνικά Τραγούδια» από τις Εκδόσεις Μεταίχμιο, μιλήσαμε μαζί του.
Διαβάστηκε φορες
Ο Αλέξης Πανσέληνος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1943 σπούδασε στη Νομική Σχολή Αθηνών και άσκησε τη δικηγορία ως το 1997. Πρώτο του βιβλίο, το 1982, η συλλογή Ιστορίες με σκύλους.

Ακολούθησαν: η βραβευμένη με Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος  Μεγάλη Πομπή (1985), τα μυθιστορήματα Βραδιές μπαλέτου (1991), Ζαΐδα ή Η καμήλα στα χιόνια (1996), Ο Κουτσός Άγγελος (2002), Σκοτεινές επιγραφές (2011), που τιμήθηκε με το Βραβείο Μυθιστορήματος του περιοδικού Διαβάζω (2012), και Η κρυφή πόρτα (2016).

Επίσης, έχει εκδώσει δοκίμια, διηγήματα και μεταφράσεις ξένης λογοτεχνίας, καθώς και το αυτοβιογραφικό Μια λέξη χίλιες εικόνες (2004). Τα περισσότερα βιβλία του κυκλοφορούν από τις Εκδόσεις Μεταίχμιο.

Πρόσφατα κυκλοφόρησε το νέο του βιβλίο με τίτλο Ελαφρά Ελληνικά Τραγούδια από τις Εκδόσεις Μεταίχμιο.

Με αφορμή λοιπόν αυτό μιλήσαμε μαζί του για πολλά και ενδιαφέροντα πράγματα.


Αθήνα, δεκαετία '50 και «Ελαφρά Ελληνικά Τραγούδια». Ήταν πραγματικά όμορφη εκείνη η εποχή όπως αρέσκονται να λένε οι μεγαλύτεροι;

Αν οι μεγαλύτεροι λένε πως «εκείνη η εποχή» ήταν όμορφη, όποια και να είναι η εποχή στην οποία αναφέρονται, είναι γιατί πιο πολύ από την εποχή νοσταλγούν τον εαυτό τους τότε, στη νεότητά του ή στην παιδική του ηλικία. Το χάρισμα των παιδιών και των νέων είναι πως είναι ευτυχισμένοι άνθρωποι γιατί η ηλικία τους είναι η ηλικία της ευτυχίας. Αν κοιτάξουμε αντικειμενικά την πραγματικότητα καμιά απολύτως εποχή δεν είναι ευτυχισμένη, καμιά εποχή δεν είναι καλή και ωραία. Πάντα υπάρχει δυστυχία, αρρώστια, θάνατος, πόλεμος. Οι νέοι όμως βρίσκονται σε μια ηλικία κατά την οποία η ευτυχία, η χαρά, είναι σύμφυτες με την ύπαρξή τους. Δείτε σήμερα τα μικρά παιδιά στις βομβαρδισμένες πόλεις της Συρίας, που παίζουν ανάμεσα στα ερείπια. Όταν εγώ ήμουν παιδί, παίζαμε φτιάχνοντας αυτοσχέδια πατίνια από σανίδες και για ρόδες βάζαμε ρουλεμάν. Άλλοι έπαιζαν κυλώντας ένα βαρελοστέφανο στις κατηφόρες, με μια βέργα. Η δεκαετία του 50 ήταν για μένα η εποχή της παιδικής μου ευτυχίας και της χαράς. Σήμερα νοσταλγώ τον εαυτό μου εκείνης της εποχής και την ίδια την εποχή μαζί, γιατί ήταν το σκηνικό αυτής της ευτυχίας μου. Αλλά γράφοντας γι’ αυτήν δεν μπορώ να μην συμπεριλάβω και τη σημερινή μου αντίληψη για την δεκαετία του 50, που ήταν μια εποχή σκοτεινή, βίαιη και βυθισμένη στη φτώχεια και την ανέχεια.

Το τελευταίο σας βιβλίο δεν έχει ένα κεντρικό χαρακτήρα αλλά διακρίνεται για την πολυπροσωπία του. Θέλετε να μας μιλήσετε λίγο γι’ αυτό;

Απέφυγα να γράψω κάτι με κεντρικό χαρακτήρα ή χαρακτήρες, γιατί η επιθυμία και η στόχευσή μου σ’ αυτό μου το μυθιστόρημα ήταν να απεικονίσω όσο γινόταν πιο πλατιά την εποχή και την πόλη. Αυτό μπορούσα να το κάνω χρησιμοποιώντας πολλά πρόσωπα και τις ιστορίες τους, αλλά κυρίως στιγμιότυπα από την καθημερινότητά τους – και αυτά είναι πρόσωπα που ανήκουν σε πολλές, διαφορετικές τάξεις ανθρώπων, που μένουν σε διαφορετικές γειτονιές της πρωτεύουσας, που έχουν πίσω τους διαφορετικές προσωπικές διαδρομές και διαφορετικές πολιτικές τοποθετήσεις. Είναι μια εποχή που βράζει καθώς ο Εμφύλιος έχει μόλις τελειώσει, ο κόσμος είναι χαρούμενος γι’ αυτό, αλλά η φτώχεια είναι μεγάλη, οι πληγές βαθιές, οι δρόμοι είναι γεμάτοι ανάπηρους που ζητιανεύουν, χαφιέδες της Ασφάλειας που παρακολουθούν τους αριστερούς, οι κυβερνήσεις διαδέχονται η μια την άλλη κάθε τρεις σχεδόν μήνες, καθώς ο πολιτικός κόσμος προσπαθεί να σταθεροποιήσει ένα καθεστώς κοινοβουλευτικής δημοκρατίας αλλά με πρόσημο και πολιτική αυστηρά αντικομουνιστική. Παράλληλα έρχεται ο πόλεμος της Κορέας, όπου στέλνει η Ελλάδα εκστρατευτικό σώμα – άλλος ένας πόλεμος, που δεν μας αφορά άμεσα αλλά μας ενδιαφέρει γιατί δίνουμε εξετάσεις για να γίνουμε δεκτοί στο ΝΑΤΟ – διασφαλίζοντας έτσι την οριστική τοποθέτηση της χώρας στο δυτικό στρατόπεδο. Και οι φυλακές και οι εξορίες είναι γεμάτες με αριστερούς αλλά και με ανθρώπους που δεν είναι αριστεροί αλλά κατηγορήθηκαν ως τέτοιοι, ενώ τα έκτακτα στρατοδικεία καταδικάζουν σε θάνατο, σε εξορία και σε φυλάκιση τους χθεσινούς αγωνιστές της Αντίστασης και όσους κατηγορούνται για κατασκοπία. Στη διάρκεια της τριετίας που καλύπτει το μυθιστόρημά μου, εκτελείται ο Μπελογιάννης με τους συντρόφους του, παρά την διεθνή κατακραυγή αλλά και τις προσπάθειες των μετριοπαθέστερων πολιτικών εδώ για αμνηστία. Και δυο βδομάδες έπειτα από την εκτέλεσή τους, γίνονται τα πρώτα μεταπολεμικά καλλιστεία στο ξενοδοχείο της Μεγάλης Βρετανίας για την ανάδειξη της Σταρ Ελλάς 1953 – με τα οποία και κλείνει το μυθιστόρημα, δείχνοντας την πορεία την οποία έχει αρχίσει να παίρνει ο τόπος.

Ελαφρά Ελληνικά Τραγούδια

Ζούμε σε μια εποχή που την χαρακτηρίζει οικονομική , πολιτική και ηθική κρίση. Οφείλει ο λογοτέχνης να είναι εναρμονισμένος με την κοινωνική πραγματικότητα ή να ακολουθεί δικούς του, προσωπικούς δρόμους;

Ο λογοτέχνης είναι και ένας άνθρωπος κοινωνικός, ανήκει σε μια κοινωνία της οποίας είναι μέλος, και σαν τέτοιος παρατηρεί τον κόσμο γύρω του και γράφει γι’ αυτόν και για τους ανθρώπους, παίρνοντας υλικό από τον εαυτό του και την προσωπική του εμπειρία μέσα στον κόσμο και την κοινωνία. Το πώς θα το χειριστεί αυτό ο καθένας διαφέρει. Το βασικό καθήκον του είναι να γίνει καλός στην τέχνη του.

Όταν ξεκινούσατε την ενασχόληση σας με τη γραφή, ποιόν συγγραφέα είχατε περισσότερο κατά νου;

Δεν είχα κάποιον συγκεκριμένο. Διαβάζοντας λογοτεχνία είχα σχηματίσει ένα προσωπικό κριτήριο για το τι είναι το γράψιμο και τι η λογοτεχνία, ποιες είναι οι βασικές αρετές της και ποια τα εργαλεία της. Απέκτησα επίσης την αίσθηση του μέτρου με το οποίο αναμετρά κανείς τη δική του προσπάθεια και πιστεύω ότι πρέπει κανείς να βάζει στόχους υψηλούς και να πασχίζει να τους πετύχει. Είναι μια σκληρή δοκιμασία αυτή και όσο περνά ο καιρός, όσο μεγαλώνει κανείς, γίνεται όλο και πιο δύσκολη, όλο και πιο σκληρή. Γιατί οι στόχοι ποτέ δεν σταματούν να μετατίθενται όλο και πιο ψηλά. Τρέχεις πίσω από ένα ιδεώδες που διαρκώς σου διαφεύγει.

Ποιο είναι το αγαπημένο σας βιβλίο και γιατί; Ή κάποιο βιβλίο που έχετε διαβάσει πολλές φορές και πάντα ανατρέχετε;

Πολλά είναι τα βιβλία που έχω αγαπήσει. Και έχω από νωρίς καταλάβει πως καλύτερα από το να προσπαθείς να διαβάσεις τα πάντα, είναι να επιστρέφεις στα βιβλία εκείνα που σου δίδαξαν την τέχνη τους, που σε γοήτεψαν και σε έκαναν να θες κι εσύ να γράψεις “κάτι τέτοιο”. Σ’ αυτά επανέρχομαι κάθε τόσο και κάθε φορά είναι σαν να διαβάζω ένα καινούργιο βιβλίο και όχι το ίδιο εκείνο που είχα διαβάσει στο παρελθόν. Και αυτό συμβαίνει γιατί εγώ, ο αναγνώστης του, δεν είμαι ο ίδιος εκείνος άνθρωπος που το είχε διαβάσει, αλλά έχω αλλάξει, έχω μεγαλώσει και διακρίνω πράγματα που τότε δεν μπορούσα να διακρίνω.

Σας ευχαριστώ πολύ για το χρόνο σας.

Διαβάστε ακόμα