Αν κρίνουμε από τα συναυλιακά δρώμενα των τελευταίων μηνών, φαίνεται ότι σύντομα θα μπορέσουμε να κλείσουμε τα όποια κενά μας είχαν μείνει σχετικά με συγκροτήματα-θρύλους από τα τέλη των ‘70s και τα ’80s. Έτσι μετά τους Killing Joke και τους Wire, ήρθε και η σειρά των Swans να ανεβούν για πρώτη φορά στη σκηνή του Gagarin 205 σχεδόν 30 χρόνια από τη δημιουργία τους.
Το κοινό στοιχείο και των τριών ονομάτων, εκτός από το πόσο σπουδαίες και επιδραστικές δουλειές μας έδωσαν την εποχή που μεσουρανούσαν, είναι ότι η καθυστερημένη άφιξη τους στα μέρη μας συνέπεσε με την προώθηση νέων κυκλοφοριών που κάθε άλλο παρά ως υστερόγραφα της μεγάλης τους πορείας μπορούν να θεωρηθούν. Το ειδικό βάρος του νέου τους υλικού είναι και η ειδοποιός διαφορά ανάμεσα στις τρεις αυτές σημαντικές εμφανίσεις που είχαμε την τύχη να παρακολουθήσουμε το τελευταίο διάστημα και στις δεκάδες άλλες που γίνονται συνέχεια με μόνο σκοπό να συμπληρώσουν ένσημα διάφοροι παλαίμαχοι.
Μια ακρόαση του περσινού “My Father Will Guide Me up a Rope to the Sky”, της πρώτης στούντιο δουλειάς των Swans εδώ και δεκατέσσερα χρόνια, είναι αρκετή για να πείσει και τον πιο καχύποπτο ότι οι λόγοι που οδήγησαν τον Michael Gira να δηλώσει τον Ιανουάριο του ’10 “Swans are not dead” δεν έχουν καμιά σχέση με προσπάθεια εξαργύρωσης του παρελθόντος. Η αλήθεια είναι ότι η ένταση και η δύναμη της μουσικής των Swans ούτε αντιγράφεται ούτε είναι δυνατόν να αναπαραχθεί ακόμα και από την ίδια την μπάντα αν δεν πηγάζει από εσωτερική ανάγκη για έκφραση. Οι Swans ξαναγεννήθηκαν γιατί απλούστατα αυτά που έχει να πει ο Gira και κυρίως ο επιβλητικός και εκκωφαντικός τρόπος που επέλεξε να τα εκφράσει, ταιριάζουν γάντι με το ακραία βαρύ και θορυβώδες στυλ της παλιάς του μπάντας. Έτσι λοιπόν οι νέοι Swans, η ορχήστρα avant-garde θορύβου του μαέστρου Michael Gira, αποτελούμενη από τους Norman Westberg (κιθάρα), Cristoph Hahn (lap steel), Philip Puleo (ντραμς), Thor Harris (κρουστά, πνευστά) και Chris Pavdica (μπάσο), έχει πάρει ξανά σάρκα και οστά (και πούπουλα) και για δύο ώρες μας πήρε και μας σήκωσε στα ουράνια με σχοινί τον σαρωτικό της ήχο.
Το τείχος λευκού θορύβου που περιβάλει τον ήχο των Swans χτίζεται μεθοδικά, στρώμα με στρώμα, και αυτό το βιώσαμε για τα καλά στο πρώτο μισάωρο περίπου της συναυλίας παρακολουθώντας την εξέλιξη του έπους που ονομάζεται "No Words/No Thoughts". Το δεκάλεπτο κομμάτι που ανοίγει το νέο άλμπουμ των Swans στη ζωντανή του εκτέλεση απλώνεται σε τουλάχιστον τριπλάσια διάρκεια και εξελίσσεται σαν ένα τσουνάμι θορύβου που φουσκώνει και καταπίνει τα πάντα. Ξεκίνησε σαν ένας επίμονος βόμβος πριν αρχίσουν σιγά-σιγά να ανεβαίνουν στην σκηνή ένα-ένα τα μέλη της μπάντας και να προσθέτει ο καθένας το δικό του λιθαράκι στα δρώμενα. Κρουστά σαν καμπάνες, lap steel σαν σειρήνα αεροπορικού βομβαρδισμού, ντραμς που υπέφεραν ανελέητα χτυπήματα και τελικά το μπάσο και οι κιθάρες. Ο αρχιτεκτονικά δομημένος εκκωφαντικός θόρυβος συνέχιζε να χτίζεται και να μαζεύει ένταση ως τη στιγμή που ο Gira ανέβηκε στο μικρόφωνο και άρχισε να απαγγέλει («See that man - ego, inner man - hollow…») ενώ η μπάντα γύρω του με μιας το γύρισε σε καταιγιστικούς industrial punk ρυθμούς και η συσσωρευμένη ένταση άρχισε να εκλύεται με ασυνήθιστες για Swans ταχύτητες.
Η τελετή συνεχίστηκε με διαρκείς εναλλαγές ανάμεσα στον απόλυτο θόρυβο και στις δυσοίωνες, σκοτεινές μελωδίες που συνόδευαν τις επιβλητικές απαγγελίες του Gira, ενώ το υλικό που επέλεξαν να μας παρουσιάσουν ήταν κυρίως από τη νέα τους δουλειά ("Jim", "Eden Prison", "Little Mouth") με μερικές απαραίτητες προσθήκες από το μακρινό παρελθόν ("Sex, God, Sex", "I Crawled"). Η κάθαρση ολοκληρώθηκε με τη φωνή του Gira, γυμνή και βροντερή, να ερμηνεύει επιβλητικά το "Little Mouth" για το encore μιας μοναδικής συναυλίας που ευτυχώς βρήκε την ανταπόκριση που έπρεπε από το κοινό και σίγουρα θα αποτελέσει σημείο αναφοράς για τα εγχώρια συναυλιακά δρώμενα του 2011.
Για την ιστορία, αναφέρουμε ότι η βραδιά άνοιξε με το τσέλο της Ισλανδής Hildur Gudnadottir που πρόσφερε την απαραίτητη γαλήνη πριν από την επερχόμενη καταιγίδα.
Το κοινό στοιχείο και των τριών ονομάτων, εκτός από το πόσο σπουδαίες και επιδραστικές δουλειές μας έδωσαν την εποχή που μεσουρανούσαν, είναι ότι η καθυστερημένη άφιξη τους στα μέρη μας συνέπεσε με την προώθηση νέων κυκλοφοριών που κάθε άλλο παρά ως υστερόγραφα της μεγάλης τους πορείας μπορούν να θεωρηθούν. Το ειδικό βάρος του νέου τους υλικού είναι και η ειδοποιός διαφορά ανάμεσα στις τρεις αυτές σημαντικές εμφανίσεις που είχαμε την τύχη να παρακολουθήσουμε το τελευταίο διάστημα και στις δεκάδες άλλες που γίνονται συνέχεια με μόνο σκοπό να συμπληρώσουν ένσημα διάφοροι παλαίμαχοι.
Μια ακρόαση του περσινού “My Father Will Guide Me up a Rope to the Sky”, της πρώτης στούντιο δουλειάς των Swans εδώ και δεκατέσσερα χρόνια, είναι αρκετή για να πείσει και τον πιο καχύποπτο ότι οι λόγοι που οδήγησαν τον Michael Gira να δηλώσει τον Ιανουάριο του ’10 “Swans are not dead” δεν έχουν καμιά σχέση με προσπάθεια εξαργύρωσης του παρελθόντος. Η αλήθεια είναι ότι η ένταση και η δύναμη της μουσικής των Swans ούτε αντιγράφεται ούτε είναι δυνατόν να αναπαραχθεί ακόμα και από την ίδια την μπάντα αν δεν πηγάζει από εσωτερική ανάγκη για έκφραση. Οι Swans ξαναγεννήθηκαν γιατί απλούστατα αυτά που έχει να πει ο Gira και κυρίως ο επιβλητικός και εκκωφαντικός τρόπος που επέλεξε να τα εκφράσει, ταιριάζουν γάντι με το ακραία βαρύ και θορυβώδες στυλ της παλιάς του μπάντας. Έτσι λοιπόν οι νέοι Swans, η ορχήστρα avant-garde θορύβου του μαέστρου Michael Gira, αποτελούμενη από τους Norman Westberg (κιθάρα), Cristoph Hahn (lap steel), Philip Puleo (ντραμς), Thor Harris (κρουστά, πνευστά) και Chris Pavdica (μπάσο), έχει πάρει ξανά σάρκα και οστά (και πούπουλα) και για δύο ώρες μας πήρε και μας σήκωσε στα ουράνια με σχοινί τον σαρωτικό της ήχο.
Το τείχος λευκού θορύβου που περιβάλει τον ήχο των Swans χτίζεται μεθοδικά, στρώμα με στρώμα, και αυτό το βιώσαμε για τα καλά στο πρώτο μισάωρο περίπου της συναυλίας παρακολουθώντας την εξέλιξη του έπους που ονομάζεται "No Words/No Thoughts". Το δεκάλεπτο κομμάτι που ανοίγει το νέο άλμπουμ των Swans στη ζωντανή του εκτέλεση απλώνεται σε τουλάχιστον τριπλάσια διάρκεια και εξελίσσεται σαν ένα τσουνάμι θορύβου που φουσκώνει και καταπίνει τα πάντα. Ξεκίνησε σαν ένας επίμονος βόμβος πριν αρχίσουν σιγά-σιγά να ανεβαίνουν στην σκηνή ένα-ένα τα μέλη της μπάντας και να προσθέτει ο καθένας το δικό του λιθαράκι στα δρώμενα. Κρουστά σαν καμπάνες, lap steel σαν σειρήνα αεροπορικού βομβαρδισμού, ντραμς που υπέφεραν ανελέητα χτυπήματα και τελικά το μπάσο και οι κιθάρες. Ο αρχιτεκτονικά δομημένος εκκωφαντικός θόρυβος συνέχιζε να χτίζεται και να μαζεύει ένταση ως τη στιγμή που ο Gira ανέβηκε στο μικρόφωνο και άρχισε να απαγγέλει («See that man - ego, inner man - hollow…») ενώ η μπάντα γύρω του με μιας το γύρισε σε καταιγιστικούς industrial punk ρυθμούς και η συσσωρευμένη ένταση άρχισε να εκλύεται με ασυνήθιστες για Swans ταχύτητες.
Η τελετή συνεχίστηκε με διαρκείς εναλλαγές ανάμεσα στον απόλυτο θόρυβο και στις δυσοίωνες, σκοτεινές μελωδίες που συνόδευαν τις επιβλητικές απαγγελίες του Gira, ενώ το υλικό που επέλεξαν να μας παρουσιάσουν ήταν κυρίως από τη νέα τους δουλειά ("Jim", "Eden Prison", "Little Mouth") με μερικές απαραίτητες προσθήκες από το μακρινό παρελθόν ("Sex, God, Sex", "I Crawled"). Η κάθαρση ολοκληρώθηκε με τη φωνή του Gira, γυμνή και βροντερή, να ερμηνεύει επιβλητικά το "Little Mouth" για το encore μιας μοναδικής συναυλίας που ευτυχώς βρήκε την ανταπόκριση που έπρεπε από το κοινό και σίγουρα θα αποτελέσει σημείο αναφοράς για τα εγχώρια συναυλιακά δρώμενα του 2011.
Για την ιστορία, αναφέρουμε ότι η βραδιά άνοιξε με το τσέλο της Ισλανδής Hildur Gudnadottir που πρόσφερε την απαραίτητη γαλήνη πριν από την επερχόμενη καταιγίδα.
Swans, live @ Gagarin 205 (14/4/11)