Όπως και το Μάλι, η Νιγηρία ανεξαρτητοποιήθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1960. Η αποικιοκρατία της Βρετανίας έχει αναπόφευκτα αφήσει επιρροές στη χώρα, όπως αντίστοιχα έχει κάνει και η Γαλλία στο Μάλι. Οι επιρροές αυτές συνεχίζονται σε πολλά επίπεδα ακόμα και στις μέρες μας, αλλά σε αυτό το άρθρο θα αναφέρουμε απλά δύο σημαντικούς Βρετανούς μουσικούς με καταγωγή από τη Νιγηρία ως ένα στοιχείο της αμφίδρομης σχέσης: Ο Skepta έχει ήδη κερδίσει το Mercury Prize και η Little Simz είναι από τα πιο δυνατά ονόματα του σήμερα. Ας επιστρέψουμε στην αφρικανική ήπειρο. Η πρωτεύουσα της χώρας, το Lagos, είναι η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Αφρικής και ακόμα και πριν από μισό αιώνα το περιβάλλον της ήταν κυρίως αστικό. Αυτός ήταν ένας παράγοντας που ευνόησε την εξωστρέφεια των μουσικών, οι οποίοι χρησιμοποίησαν έντονα δυτικά στοιχεία στα όσα έπαιζαν, κάτι που γινόταν μερικώς ήδη από την αρχή του αιώνα και ήταν γνωστό ως highlife. Η δεκαετία του ‘70 είναι η χρυσή εποχή της Νιγηριανής μουσικής και έχει μερικά χρόνια που κυκλοφορούν ενδιαφέρουσες συλλογές και επανεκδόσεις παλιών δίσκων προσκαλώντας νέους ακροατές στους ήχους εκείνης της πραγματικά ενδιαφέρουσας εποχής. Από εκεί ξεκινάμε και εμείς τη σημερινή εξερεύνηση.
Fela Kuti - Zombie (1977)
Ο Fela Kuti είναι ένας από τους πιο σημαντικούς μουσικούς όχι μόνο από τη Νιγηρία, αλλά από ολόκληρη την Αφρική. Η μουσική πορεία του ξεκίνησε περίπου στις αρχές της δεκαετίας του 1960, αλλά ήταν τα όσα έκανε την επόμενη δεκαετία που τον έκαναν γνωστό σε ολόκληρο τον κόσμο. Ήταν αυτός που έθεσε τις βάσεις για την afrobeat μουσική, ως πάντρεμα των αφρικανικών μουσικών με jazz και funk στοιχεία, μαζί με τους συνεργάτες του εκείνη την εποχή, με προεξέχοντα τον Tony Allen στα τύμπανα. Πολλά μπορεί να γράψει κανείς και για τη συνολικότερη δράση του, από τα ονόματα των συγκροτημάτων του (Africa ‘70, Egypt ‘80) που εκφράζουν ιδέες του παναφρικανικού κινήματος μέχρι την προσπάθειά του να κατέβει στις προεδρικές εκλογές του 1979.
Το παρατσούκλι «Black President» του έμεινε και έδωσε τον τίτλο σε μια από τις πιο αντιπροσωπευτικές συλλογές που κυκλοφόρησαν μετά το θάνατό του από AIDS το 1997 (“The Best Of The Black President”, 1999). Δύο χρόνια πριν του απαγορευτεί η συμμετοχή στις εκλογές, είχε κυκλοφορήσει στη Νιγηρία τον δίσκο “Zombie”. Η χαρακτηριστική φόρμα των περισσότερων τραγουδιών του, με τις μακρόσυρτες εκτελέσεις να περιορίζονται μόνο από τη χωρητικότητα του βινυλίου, επέτρεπε πολύ λίγα τραγούδια στα LP του, οπότε ουσιαστικά η αναφορά μας είναι στο ομώνυμο τραγούδι. Στις ζωντανές εμφανίσεις του, αρκετές από τις οποίες είναι διαθέσιμες προς ακρόαση, η έκταση κάθε τραγουδιού ήταν συχνά άνω της μισή ώρας.
Το “Zombie” στηλίτευε την κυβέρνηση και το στρατό της χώρας του, κάτι που οδήγησε σε «αντίποινα» με καταστροφή της κοινότητας που είχε στήσει λίγο έξω από την πρωτεύουσα και τη δολοφονία της μητέρας του. “Them leave sorrow, tears, and blood, them regular trademark” θα γράψει σε ένα άλλο τραγούδι λίγους μήνες αργότερα: αίμα, δάκρυα κι ιδρώτας - το σήμα κατατεθέν τους. Οι στίχοι στο ίδιο το “Zombie” μπορεί να είναι λιτοί και να επαναλαμβάνονται, αυτό είναι άλλωστε στο ύφος που επιβάλλει ο τίτλος, αλλά υπάρχει μια ολόκληρη μπάντα που απογειώνει τη σύνθεσή του, με τον ίδιο να πρωτοστατεί με το σαξόφωνο. Η δισκογραφία του είναι εκτενής, όπως και η επιρροή του ακόμα και σε σημερινούς μουσικούς, αλλά εκείνα τα χρόνια της δεκαετίας του 1970 είναι ένα καλό σημείο για να ξεκινήσει κανείς τη σχέση του με τον Fela, την afrobeat και τη νιγηριανή μουσική γενικότερα.
Tony Allen, Hugh Masekela - Rejoice (2020)
Ο Tony Allen θα είναι για πάντα γνωστός ως ντράμερ του Fela Kuti· ως ο κύριος υπεύθυνος για τα beat στην afrobeat (μακριά από ‘μας η πατρότητα τέτοιων «ρηχών», πολυκαιρισμένων λογοπαιγνίων)... Η συνολική πορεία του όμως, ακόμα και μετά τον θάνατο του Fela, θα καθιστούσε άδικη την παραμονή του στη σκιά του «προέδρου». Συγκεκριμένα, μόνο οι δουλειές του που κυκλοφόρησαν τα τελευταία τρία-τέσσερα χρόνια της ζωής του αρκούν για να δώσουν μια ιδέα για το εύρος του και να κάνουν την επιλογή για τις παραγράφους αυτές περίπλοκη υπόθεση.
Στις ηχογραφήσεις του ακούμε πολλά από όσα κυριαρχούν και σε αυτές με τον Fela, αλλά όχι τους στρατευμένους στίχους. Ο Allen έχει δηλώσει πως συμφωνεί με όσα τραγουδούσε ο συνεργάτης του, αλλά είναι κάτι που απεχθάνεται να κάνει ο ίδιος. Στον δίσκο που έρχεται ως αφορμή για την εξερεύνηση των μουσικών του υπάρχει ένα τραγούδι του οποίου ο υπότιτλος στην παρένθεση και η φράση που τον συμπληρώνει είναι πιο σημαντικά απ’ τον τίτλο: το “Never (Lagos Never Gonna Be The Same)” συμπληρώνεται από το «without Fela» στα ρεφρέν. Η διάρκεια των τεσσάρων λεπτών απέχει από τα όσα αναφέρθηκαν στο πρώτο τμήμα αυτό του κειμένου, αλλά τα τύμπανα και η επανάληψη των στίχων προσπαθούν να μας στείλουν μισό αιώνα πίσω.
Στον δίσκο αυτό συνεργάστηκε με τον σπουδαίο Νοτιοαφρικανό τρομπετίστα Hugh Masekela, με τον οποίο έπαιξαν και ηχογράφησαν το 2010, κι ας γνωρίζονταν από τη δεκαετία του 1980. Η jazz των δύο είναι εξαιρετική και πλούσια σε επεκτάσεις σε οικεία αφρικανικά μοτίβα. Ο Masekela είχε πεθάνει το 2018, όταν ο Tony Allen κυκλοφορούσε τον δεύτερο δίσκο του με το supergroup που λέγεται The Good, The Bad & The Queen (με τους Damon Albarn, Paul Simonon, Simon Tong), “Merrie Land”. Ένα χρόνο νωρίτερα είχε αφιερώσει έναν δίσκο στον παλιό αμερικάνο jazz drummer Art Blakey, ενώ λίγο μετά τον θάνατό του το 2020 ακούσαμε την πολύ καλή συνεργασία του με τους Gorillaz και τον Skepta στον δίσκο “How Far?”. Φέτος κυκλοφόρησε μια ακόμα συλλογή με πρόσφατες, μοντέρνες συμπράξεις, υπό τον τίτλο “There Is No End”. Στο “Rejoice”, όμως, δύο φίλοι παίζουν με τη φυσικότητα που αναπνέουν και εκεί θα ακούσει κανείς την jazz που ανέκαθεν αγαπούσε ο Tony Allen μαζί με στοιχεία από όσα τον έκαναν παγκοσμίως και διαχρονικά γνωστό.