“Writing about music is like dancing about architecture – it’s a really stupid thing to want to do”. Η φράση αυτή ειπώθηκε από τον Elvis Costello σε μια συνέντευξή του, εν έτει 19831. Η πατρότητά της, εκτός του σημείου περί «βλακείας», αποδίδεται στον ηθοποιό, ζωγράφο και μουσικό Martin Mull αλλά οι ρίζες της φτάνουν πολύ πιο πίσω, μέχρι το μακρινό 19182. Πρόκειται για μία φράση που περιγράφει σύντομα και περιεκτικά το πρόβλημα που αντιμετωπίζει όποιος θέλει να συζητά και να γράφει σχετικά με τη μουσική.
Οι λόγοι είναι ευκόλως κατανοητοί: η μουσική είναι η μόνη μορφή τέχνης της οποίας το αποτέλεσμα δεν μπορεί να γίνει αντιληπτό μέσω της όρασης ή της αφής κι έτσι δεν μπορεί να «μετρηθεί» με κάποιον από τους γνωστούς τρόπους. Ένας πίνακας ζωγραφικής είναι ίδιος για όλους, άσχετα με το τι εισπράτει τελικά από αυτόν ο κάθε θεατής. Επίσης, επειδή ακριβώς είναι ορατός, μπορεί σχετικά εύκολα να περιγραφεί και να αναλυθεί. Ο ήχος, όμως; Ένα τραγούδι ή ένα ορχηστρικό θέμα; Πώς μπορεί κανείς να τα περιγράψει με ακρίβεια, πόσο μάλλον να τα αναλύσει και να αποφανθεί για την όποια αξία τους; Και ένα ακόμα ερώτημα: γιατί, τελικά, να θέλει κανείς να γράψει για τη μουσική; Αν μη τι άλλο, ο σκοπός της είναι να την απολαμβάνουμε. Μήπως όλα τα άλλα είναι αχρείαστα;
Ας ξεκινήσω από το δεύτερο. Ναι, πρωταρχικός σκοπός της μουσικής είναι να ακούγεται και να απολαμβάνεται. Όμως, αλήθεια, μετά από την ακρόαση και την όποια απόλαυση, δεν είναι λογικό κανείς να αναζητήσει τους λόγους για τους οποίους του άρεσε ή όχι αυτό που άκουσε; Αλλά πέρα από αυτό, υπάρχουν και οι γύρω μας με τους οποίους πολλές φορές θέλουμε να μοιραστούμε κάτι ωραίο. Θυμάστε ποτέ να είπατε σε κάποιο φίλο σας: «άκουσα τον καινούργιο δίσκο του Bruce Springsteen αλλά δε θέλω να πω τίποτα γι’ αυτόν»; Πιθανότατα όχι. Καθόλου βλακώδες, λοιπόν, το να θέλεις να μιλήσεις για μουσική αγαπητέ Elvis…
Πώς, όμως, μιλάμε και γράφουμε για τη μουσική; Αυτό είναι ένα «ζόρι» που τραβάνε όλοι όσοι γράφουν στα αμέτρητα, μουσικά ή μη, έντυπα ή ηλεκτρονικά, μέσα ανά την υφήλιο – κι εμείς εδώ στο Mix Grill – αιώνες τώρα. Μία σύντομη απάντηση στο ερώτημα φυσικά δεν υπάρχει. Ο κάθε γραφιάς πρέπει να αναζητήσει το δικό του προσωπικό στυλ γραφής και να αναζητήσει μόνος το λεξιλόγιο εκείνο που θα του επιτρέψει να εκφράσει τις απόψεις του και να γίνει κατανοητός από τους αναγνώστες του. Υπάρχουν, όμως, μια σειρά πραγμάτων που πρέπει να λάβει οπωσδήποτε υπόψη του.
Το κυριότερο σχετίζεται με την ιδιαιτερότητα της μουσικής ως τέχνης που ανέφερα στην αρχή. Εξαιτίας της δυσκολίας του, απαιτείται μεγάλο δώσιμο, πολύς χρόνος να επενδυθεί από αυτόν που θέλει να ασχοληθεί με το «σπορ». Απαιτείται πολλή και προσεκτική ακρόαση αλλά και πολλή μελέτη. Και, βέβαια, ποτέ δεν μπορείς να πεις ότι έφτασες κάπου, ότι μπορείς πια να ρίξεις τους ρυθμούς σου - οι εξελίξεις, ειδικά σήμερα, θα σε προσπεράσουν σε χρόνο ντετέ.
Θα μου πείτε, καλά, έχει κανείς όλα αυτά τα εφόδια, όλες τις απαραίτητες γνώσεις, εξαρχής; Όχι, φυσικά, δεν τα έχει. Και είναι αλήθεια ότι από κάπου πρέπει κανείς να ξεκινήσει, κάνοντας φυσικά τα αναμενόμενα λάθη στην αρχή. Οφείλει, όμως, να βελτιώνεται, να ψάχνει, να ρωτά. Κι αυτό γιατί, από τη στιγμή που αναλαμβάνει την ευθύνη να ενημερώνει το κοινό σε σχέση με τη μουσική, πρέπει να είναι όσο το δυνατόν πιο κατάλληλος για τη δουλειά. Στην αντίθετη περίπτωση θα παραπληροφορήσει, θα οδηγήσει πολλούς σε λάθος συμπεράσματα, θα αδικήσει πιθανότατα πολλά έργα και καλλιτέχνες. Και, βέβαια, θα εκτεθεί ο ίδιος. Ειδικά στα διαδικτυακά μέσα, ο τελευταίος κίνδυνος είναι σοβαρότατος. Ένα έντυπο διαβάζεται και πολλές φορές πετιέται στην ανακύκλωση, σε κάθε περίπτωση πάντως είναι αρκετά δύσκολο να αναζητήσεις σε αυτό κάποια πληροφορία. Στο διαδίκτυο, όμως, τα κείμενα μένουν εκεί, αμετακίνητα, για να αναζητούνται χρόνια μετά τη δημοσίευσή τους.
Γίνονται, ελπίζω, αντιληπτοί οι λόγοι για τους οποίους το «γράφειν περί μουσικής» είναι μια δύσκολη εργασία. Ή, καλύτερα, είναι ένα δύσκολο χόμπι – η λέξη εργασία ίσως υπονοεί ότι αυτός που την κάνει αμοίβεται γι’ αυτό. Αλλά ας μην πιάσουμε τώρα τις εν ελλάδι ισχύουσες συνθήκες στον μουσικό τύπο γιατί δεν θα τελειώσουμε ούτε αύριο. Έχετε λίγη υπομονή και θα τα πούμε όλα. Προς το παρόν, σας κλείνω ραντεβού για τις 21 Δεκεμβρίου.
1: περιοδικό Musician, τεύχος 60, Οκτώβριος 1983
2: διαβάστε περισσότερα στη διεύθυνση http://www.paclink.com/~ascott/they/tamildaa.htm.
Σχετικό θέμα