Γεννήθηκε την 15η Ιουλίου του 1956 και σε ένα μήνα θα συμπλήρωνε τα 60 του χρόνια. Στις 2 Μαΐου του 1980 οι Joy Division εμφανίστηκαν στο High Hall του Birmingham University, όπου και ακούστηκε η πρώτη εκτέλεση του "Ceremony", το οποίο αργότερα ηχογραφήθηκε από τους New Order. Το τελευταίο τραγούδι του Ian Curtis επί σκηνής ήταν το "Digital". Αυτή η εκτέλεση, που σε μας που γνωρίζουμε κατόπιν τη μοναδικότητά της ακούγεται άκρως ηλεκτρισμένη, έκλεισε την τελευταία εμφάνισή του και κυκλοφόρησε το 1981 στο album Still. Λίγες μέρες αργότερα ο Ian Curtis βάζει το τέλος, μόνος του στην κουζίνα του σπιτιού του στο Macclesfield, το ξημέρωμα της 18ης Μαΐου έχοντας μόλις δει το φιλμ Stroszek και ακούσει το "The Idiot" του Iggy Pop.
Μια από τις πιο σκοτεινές φωνές της παγκόσμιας μουσικής σκηνής, που έχει συνοδέψει για πολλούς, βαθιές σκέψεις, πολυδιάστατες αναζητήσεις, μοναχικές βραδιές αλλά και δυνατά πάρτυ, καθώς και ατέλειωτα χιλιόμετρα και διαδρομές και πολλά πολλά άλλα. Τι κι αν μεσουράνησαν στα τέλη τις δεκαετίας του ’70, μέχρι και σήμερα, στους ήχους των Joy Division, πολλοί εξακολουθούν να εξερευνούν τις “unknown pleasures”. Δεν είναι μόνο η φωνή του που μαγνήτιζε τα πλήθη, αλλά και η ποιητική του φύση, που γεννούσε στίχους οι οποίοι μιλούσαν για αυτά που είχες ζήσει ή που θα 'θελες να ζήσεις, ενώ η χαρακτηριστική του κίνηση επί σκηνής έχει χαρακτηρισθεί ως “συμμετρική” με τις επιληπτικές κρίσεις που βίωνε αρκετά συχνά, κάτι που θα μπορούσε να δηλώνει την προσπάθεια συμφιλίωσής του με αυτήν του την ιδιαιτερότητα. Το τραγούδι “She lost control” λέγεται πως περιγράφει την ψυχική και σωματική κατάστασή του στις κρίσεις αυτές. Η μελέτη της ψυχολογίας, διαφόρων φιλοσόφων όπως ο Ζαν-Πωλ Σαρτρ και ιστορικών βιαιοτήτων, τον έκανε να εμβαθύνει με τη δική του πάντα προσέγγιση, στην κατανόηση των ανθρώπων και του κόσμου και πιθανώς να είχε σαν αποτέλεσμα το να γίνεται ολοένα πιο απόμακρος.
Η αυτοκτονία του Ian στις 18 Μαΐου του 1980, σε ηλικία 23 μόλις ετών, μοιάζει ως μια ακατανόητη επιθυμία "σπεύσης" της μοίρας, που οι περισσότεροι από μας προσπαθούν να απωθήσουν, γι΄ αυτό και λέγεται πως δεν ήταν παρόρμηση της στιγμής και δεν είχε να κάνει με προβλήματα που αντιμετώπιζε, αφού αρκετές ήταν οι φορές που είχε δηλώσει ότι δεν ήθελε να ζήσει μετά τα 20 του. Κανείς δεν μπορεί να προβλέψει αν η συνέχειά του στη ζωή θα σήμαινε και συνέχεια της μουσικής του δραστηριότητας, ή αν θα σήμαινε την περαιτέρω κορύφωση της δημιουργικότητάς του ή απλώς μια στατική πορεία. Σίγουρα, όμως, η δίψα για κάτι ακόμα δικό του δε σβήνει!
No language, just sound, that's all we need know, to synchronise
Love to the beat of the show.
And we could dance.
Dance, dance, dance, dance, dance, to the radio.
Μια από τις πιο σκοτεινές φωνές της παγκόσμιας μουσικής σκηνής, που έχει συνοδέψει για πολλούς, βαθιές σκέψεις, πολυδιάστατες αναζητήσεις, μοναχικές βραδιές αλλά και δυνατά πάρτυ, καθώς και ατέλειωτα χιλιόμετρα και διαδρομές και πολλά πολλά άλλα. Τι κι αν μεσουράνησαν στα τέλη τις δεκαετίας του ’70, μέχρι και σήμερα, στους ήχους των Joy Division, πολλοί εξακολουθούν να εξερευνούν τις “unknown pleasures”. Δεν είναι μόνο η φωνή του που μαγνήτιζε τα πλήθη, αλλά και η ποιητική του φύση, που γεννούσε στίχους οι οποίοι μιλούσαν για αυτά που είχες ζήσει ή που θα 'θελες να ζήσεις, ενώ η χαρακτηριστική του κίνηση επί σκηνής έχει χαρακτηρισθεί ως “συμμετρική” με τις επιληπτικές κρίσεις που βίωνε αρκετά συχνά, κάτι που θα μπορούσε να δηλώνει την προσπάθεια συμφιλίωσής του με αυτήν του την ιδιαιτερότητα. Το τραγούδι “She lost control” λέγεται πως περιγράφει την ψυχική και σωματική κατάστασή του στις κρίσεις αυτές. Η μελέτη της ψυχολογίας, διαφόρων φιλοσόφων όπως ο Ζαν-Πωλ Σαρτρ και ιστορικών βιαιοτήτων, τον έκανε να εμβαθύνει με τη δική του πάντα προσέγγιση, στην κατανόηση των ανθρώπων και του κόσμου και πιθανώς να είχε σαν αποτέλεσμα το να γίνεται ολοένα πιο απόμακρος.
Η αυτοκτονία του Ian στις 18 Μαΐου του 1980, σε ηλικία 23 μόλις ετών, μοιάζει ως μια ακατανόητη επιθυμία "σπεύσης" της μοίρας, που οι περισσότεροι από μας προσπαθούν να απωθήσουν, γι΄ αυτό και λέγεται πως δεν ήταν παρόρμηση της στιγμής και δεν είχε να κάνει με προβλήματα που αντιμετώπιζε, αφού αρκετές ήταν οι φορές που είχε δηλώσει ότι δεν ήθελε να ζήσει μετά τα 20 του. Κανείς δεν μπορεί να προβλέψει αν η συνέχειά του στη ζωή θα σήμαινε και συνέχεια της μουσικής του δραστηριότητας, ή αν θα σήμαινε την περαιτέρω κορύφωση της δημιουργικότητάς του ή απλώς μια στατική πορεία. Σίγουρα, όμως, η δίψα για κάτι ακόμα δικό του δε σβήνει!
No language, just sound, that's all we need know, to synchronise
Love to the beat of the show.
And we could dance.
Dance, dance, dance, dance, dance, to the radio.