Ο Δημήτρης Αντωνόπουλος επιστρέφει στο Mix Grill με νέα στήλη: Stories
from the city, stories from the sea. Το πρώτο άρθρο βέβαια είναι για τον
David Bowie.
*****
Και εννοώ προφανώς τον τρόπο που ''διάλεξε'' να μας αποχαιρετήσει.
Στις δυτικές κοινωνίες, το γεγονός αυτό (το μόνο σίγουρο ''ραντεβού'' απο τη γέννηση μας) είναι πάνω κι απο ταμπού. Υπάρχει μια γενικότερη άρνηση, απέναντι στην ίδια την ιδέα του θανάτου. Σαν να μην πρόκειται ποτέ να μας συμβεί, ή σαν... να μη μας αφορά και τόσο εμάς τους ίδιους, ας πούμε. Σαν να αφορά κάποιους άλλους.
Η αίσθηση της αθανασίας, είναι βέβαια ένα υπέροχο δώρο της νεότητας. Αλίμονο αν είσαι έφηβος δηλαδή και δεν αισθάνεσαι αθάνατος. Για την ακρίβεια, είσαι. Γιατί βρίσκεσαι την κάθε στιγμή αφοσιωμένος στο σήμερα. Για αυτό. Το βιολογικό ρολόι βέβαια, τρέχει (πάντα) για όλους μας. Αυτό είναι (είπαμε) το μόνο σίγουρο απο την έναρξη της κούρσας πάνω σε αυτό το βράχο που ίπταται στο διάστημα.
Η παρακμή μέσα απο την κεντρική εικόνα του ''καταναλώνω άρα υπάρχω'', στις δυτικές κοινωνίες πάντα, μοιάζει με ένα απόλυτα λογικό σύμπτωμα, που πηγάζει απο την απομάκρυνσή τους απο οτιδήποτε σχετίζεται σοβαρά με την έννοια του ''προσωπικού'' Θεού. Απο την ιερότητα της σχέσης με τον εαυτό τον ίδιο.
Ο David Bowie όμως (ένας απο τους τρεις πιο καθοριστικούς μουσικούς όλων των εποχών, μαζί με τον Elvis και τον Bob Dylan, κατα τη γνώμη μου) αν και γνήσια ''εικόνα'' της δυτικής κουλτούρας, έδρασε ταυτόχρονα και στον εντελώς ''ανάποδο'' πόλο, σε μια αριστουργηματική ισορροποία δύσης και ανατολής. στο απόλυτο σημείο μηδέν. Στη μοναδική του ιδιοσυγκρασία. Την ίδια, που του έδινε την δυνατότητα να μεταμορφώνεται απο περσόνα σε περσόνα. Απο χαρακτήρα σε χαρακτήρα. Απο Starman, σε Ziggy, σε Thin White Duke...
Διάβαζα πρόσφατα μια συνεντευξή του, όπου εκεί αναφέρεται ανάμεσα σε άλλα, σε αρκετές απο τις υπέροχες εμμονές που πέρασαν κατα καιρούς απο το ποτάμι της σκέψης και της ψυχής του. Αυτές που τον οδήγησαν στο ζενίθ μιας μοναδικά δημιουργικής πορείας τελικά.
Δεν θα τις μεταφέρω έτσι ''πρόχειρα'' εδώ. Δεν είναι αυτό που έχει αξία.
Αυτό που είναι σημαντικό, σημαντικότερο όλων, είναι ότι στο ίδιο του το αντίο, τις μάζεψε 'ολες σε ένα χρυσό κουτάκι, τις βάφτισε ''Blackstar'' και τελικά αγκάλιασε, ως απόλυτος δημιοργός μέχρι το τέλος, το αναπόφευκτο γεγονός του θανάτου του σε μια κορυφαία πράξη, στάση, και δήλωση ζωής.
Η αιωνιότητα, είναι εξασφαλισμένη David.
Θα τα ξαναπούμε.
*****
Και εννοώ προφανώς τον τρόπο που ''διάλεξε'' να μας αποχαιρετήσει.
Στις δυτικές κοινωνίες, το γεγονός αυτό (το μόνο σίγουρο ''ραντεβού'' απο τη γέννηση μας) είναι πάνω κι απο ταμπού. Υπάρχει μια γενικότερη άρνηση, απέναντι στην ίδια την ιδέα του θανάτου. Σαν να μην πρόκειται ποτέ να μας συμβεί, ή σαν... να μη μας αφορά και τόσο εμάς τους ίδιους, ας πούμε. Σαν να αφορά κάποιους άλλους.
Η αίσθηση της αθανασίας, είναι βέβαια ένα υπέροχο δώρο της νεότητας. Αλίμονο αν είσαι έφηβος δηλαδή και δεν αισθάνεσαι αθάνατος. Για την ακρίβεια, είσαι. Γιατί βρίσκεσαι την κάθε στιγμή αφοσιωμένος στο σήμερα. Για αυτό. Το βιολογικό ρολόι βέβαια, τρέχει (πάντα) για όλους μας. Αυτό είναι (είπαμε) το μόνο σίγουρο απο την έναρξη της κούρσας πάνω σε αυτό το βράχο που ίπταται στο διάστημα.
Η παρακμή μέσα απο την κεντρική εικόνα του ''καταναλώνω άρα υπάρχω'', στις δυτικές κοινωνίες πάντα, μοιάζει με ένα απόλυτα λογικό σύμπτωμα, που πηγάζει απο την απομάκρυνσή τους απο οτιδήποτε σχετίζεται σοβαρά με την έννοια του ''προσωπικού'' Θεού. Απο την ιερότητα της σχέσης με τον εαυτό τον ίδιο.
Ο David Bowie όμως (ένας απο τους τρεις πιο καθοριστικούς μουσικούς όλων των εποχών, μαζί με τον Elvis και τον Bob Dylan, κατα τη γνώμη μου) αν και γνήσια ''εικόνα'' της δυτικής κουλτούρας, έδρασε ταυτόχρονα και στον εντελώς ''ανάποδο'' πόλο, σε μια αριστουργηματική ισορροποία δύσης και ανατολής. στο απόλυτο σημείο μηδέν. Στη μοναδική του ιδιοσυγκρασία. Την ίδια, που του έδινε την δυνατότητα να μεταμορφώνεται απο περσόνα σε περσόνα. Απο χαρακτήρα σε χαρακτήρα. Απο Starman, σε Ziggy, σε Thin White Duke...
Διάβαζα πρόσφατα μια συνεντευξή του, όπου εκεί αναφέρεται ανάμεσα σε άλλα, σε αρκετές απο τις υπέροχες εμμονές που πέρασαν κατα καιρούς απο το ποτάμι της σκέψης και της ψυχής του. Αυτές που τον οδήγησαν στο ζενίθ μιας μοναδικά δημιουργικής πορείας τελικά.
Δεν θα τις μεταφέρω έτσι ''πρόχειρα'' εδώ. Δεν είναι αυτό που έχει αξία.
Αυτό που είναι σημαντικό, σημαντικότερο όλων, είναι ότι στο ίδιο του το αντίο, τις μάζεψε 'ολες σε ένα χρυσό κουτάκι, τις βάφτισε ''Blackstar'' και τελικά αγκάλιασε, ως απόλυτος δημιοργός μέχρι το τέλος, το αναπόφευκτο γεγονός του θανάτου του σε μια κορυφαία πράξη, στάση, και δήλωση ζωής.
Η αιωνιότητα, είναι εξασφαλισμένη David.
Θα τα ξαναπούμε.