Στις 12 Μαρτίου, μια παρέα πέντε νέων καλλιτεχνών, ταλαντούχων και έτοιμων να πάρουν ρίσκα, παρουσίασε για πρώτη φορά στην Ελλάδα, το έργο του Δημήτρη Δημητριάδη, «Εκπνοή». Ο λόγος γίνεται για την ομάδα Lynx και πιο συγκριμένα τη νεαρή σκηνοθέτιδα Ηλέκτρα Φραγκιαδάκη, τον βοηθό της Δημήτρη Τσεσμελή, τον υπεύθυνο κίνησης Γιώργο Βασιλόπουλο και τις ηθοποιούς Στέλλα Μαγγανά και Κατερίνα Κυβέτου. Αυτά τα πέντε παιδιά, παραφουσκωμένα με όρεξη και προσμονή να δημιουργήσουν, παρουσίασαν σε μορφή εναλλακτικής θεατρικής προσέγγισης, ένα κείμενο, που ακόμη και ο ίδιος ο συγγραφέας του απόρησε για τον τρόπο με τον οποίο θα μπορούσε να δραματοποιηθεί. Έτυχε να βρεθώ στην επίσημη πρεμιέρα της συγκεκριμένης παράστασης, όπου παρευρέθηκε και ο κύριος Δημητριάδης, παραμένοντας, μετά το πέρας, προκειμένου να συζητηθεί η «Εκπνοή» ανάμεσα σε συντελεστές και θεατές. Επομένως, σε ένα τόσο δύσκολο και δυσνόητο κείμενο όσο χαρακτηρίζεται το συγκεκριμένο, θα προσπαθήσω να εξισορροπήσω στο άρθρο μου τόσο αυτό που παρακολούθησα όσο και τη συζήτηση που ακολούθησε, καθώς με μόνο ένα από τα δυο στοιχεία, η κατανόηση φαντάζει αδύνατη.
Ουσιαστικά, η θεατρική προσέγγισή του, όπως τη συνέλαβε ο θίασος, και το αρχικό κείμενο, όπως το επινόησε ο δημιουργός του, από τις πρώτες στιγμές της συζήτησης, φάνταζαν σα δύο εντελώς διακριτά και αρκετά διαφορετικά Σύμπαντα, δίχως την απαραίτητη γέφυρα επικοινωνίας. Στο Σύμπαν της παράστασης, η ιστορία ξετυλίχτηκε μέσα από την παρομοίωση της εισπνοής και της εκπνοής -δύο ουσιαστικά γένους θηλυκού- με δύο γυναίκες, τις Κατερίνα Κυβέτου και Στέλλα Μαγγανά, ντυμένες με λαχανί και ανοιχτό γαλάζιο ταγέρ αντίστοιχα. Οι δύο αυτές «λειτουργίες» γεννιούνται την ίδια στιγμή, ξεπροβάλλοντας σιγά σιγά από την κοιλιά κάποιας γυναίκας. Αντικρίζουν το φως, τη ζωή, το νέο τους σπίτι. Γελούν, παίζουν, χορεύουν, τραγουδούν, πέφτουν, χτυπούν, απογοητεύονται και γενικότερα βιώνουν κάθε δυνατό συναίσθημα ενόσω υπάρχουν. Καταλήγουν στην τελευταία, κύκνεια εκπνοή, ολοκληρώνοντας τον κύκλο τους. Σε μεγαλύτερη κλίμακα, όπως εξήγησε και η σκηνοθέτιδα, το ευρύτερο πλαίσιο της όλης παράστασης συνοψιζόταν σε μια κατάσταση αναμονής, αναμονής για το θάνατο, για το τέλος, για την εκπνοή. Το συγκεκριμένο Σύμπαν, σαν ανεξάρτητο του κειμένου, ήταν δομημένο, συγκροτημένο και προσεγμένο στις λεπτομέρειές του. Όμως, πολλές φορές, έπιασα τον εαυτό μου να ξεφεύγει από τα όσα ακούγονταν και να συγκεντρώνεται στα οπτικά ερεθίσματα, με αποτέλεσμα, στο τέλος, το κείμενο να έχει εξασθενίσει ή ακόμα χειρότερα να έχει περάσει απαρατήρητο στον θεατή.
Από την άλλη πλευρά, ο Δημήτρης Δημητριάδης, εσπευσμένα και συναισθηματικά φορτισμένα, στην αρχή της συζήτησης, εξέφρασε με έκπληξη, και πιθανώς δυσαρέσκεια, πως επρόκειτο για «μια σκηνική διαδικασία που δεν εκφράζει το κείμενο», συμπληρώνοντας τη φράση του με το ερώτημα «Γιατί δύο γυναίκες;». Από εκείνο το σημείο και μετά, εξελίχθηκε ένας διάλογος - μάθημα για κάθε παρευρισκόμενο, ασχολούμενο ή μη με το χώρο της συγγραφής και του θεάτρου. Ο συγγραφέας, εξομολογούμενος πως η «Εκπνοή» του γράφτηκε τον καιρό που η μητέρα του αργόσβηνε και με το κείμενο αυτό πρακτικά προσπάθησε να αποτυπώσει με λέξεις και εκτενή τρόπο τη στιγμή της τελευταίας εκπνοής ενός ανθρώπου, μιας στιγμής που ανήκει στην κατηγορία εκείνων των καταστάσεων της ζωής που αδυνατούν να περιγραφούν σε όλο τους το εύρος με κάποια τεχνική ή καλλιτεχνική προσέγγιση. Επιπλέον, επισήμανε πως «Πρέπει να μάθουμε να διαβάζουμε γιατί η ανάγνωση ενός κειμένου αποτελεί, ουσιαστικά, μια πρώτη σκηνοθεσία», ενώ εξέφρασε τη λύπη του για τα όλο και πιο διαστρεβλωμένα θεατρικά έργα των αρχαίων Ελλήνων τραγωδών και κωμωδών, που πλέον, ενώ παρουσιάζονται συχνότατα, ο σεβασμός προς το πρωτότυπο εκλείπει.
Στο Κέντρο Ελέγχου Τηλεοράσεων, λοιπόν, ένα χώρο πρόσφατα δημιουργημένο όπου βρίσκουν στέγη και μια πρώτη ευκαιρία, πλήθος νέων δημιουργών, συνέβη κάτι πραγματικά αξιοσημείωτο. Το ίδιο κείμενο, όπως γράφτηκε και διαβάστηκε απ’ τον κ. Δημητριάδη, αναγνώσθηκε εντελώς διαφορετικά από τη νεαρή σκηνοθέτιδα και το θίασό της. Και αυτό είναι πραγματικά αξιοθαύμαστο, καθώς δύο διαφορετικές οπτικές του ίδιου έργου, δύο διαφορετικές αναγνώσεις της ίδιας ιστορίας, προσφέρουν στο θεατή τη δυνατότητα να ανακαλύψει μέσα απ’ τη συγκεκριμένη παράσταση τα όρια και τη δύναμη της Τέχνης και δη του Θεάτρου. Κατά την προσωπική μου γνώμη, η «Εκπνοή» δεν ανήκει στην κατηγορία εκείνων των κειμένων που δύνανται να σταθούν σε μια σκηνή. Κατά την άποψη, όμως, της Ηλέκτρας Φραγκιαδάκη, «Τώρα που είμαστε νέοι και μαθαίνουμε, πρέπει να δοκιμάσουμε πράγματα που φαντάζουν εκ πρώτης όψεως αδύνατα, ούτως ώστε να πάμε τη θεατρική Τέχνη παρακάτω, στην επόμενη γενιά της και πιθανώς στο επόμενο ρεύμα της», μεταφέροντας, πιο ελεύθερα, τα λόγια της ως απάντηση στην προηγούμενη, προσωπική διαπίστωση.
Και έχει δίκιο. Αν ένας θίασος νεαρών ανθρώπων, που τώρα κάνουν τα πρώτα επαγγελματικά τους βήματα, έχοντας μόλις βγει από τις δραματικές σχολές του Εθνικού και του Ωδείου Αθηνών, δεν πάρει ρίσκα και εκτελέσει παράτολμες προσπάθειες, τότε πώς θα εξελιχθεί η ίδια η εγχώρια θεατρική δραματουργία; Άξιοι συγχαρητηρίων και συμπαράστασης, οι συντελεστές της «Εκπνοής» ενσάρκωσαν με τον, ενδεχομένως, σουρεαλιστικό τους τρόπο, το κείμενο του Δημήτρη Δημητριάδη εώς τις 17 Απριλίου, στο Κέντρο Ελέγχου Τηλεοράσεων, έχοντας τη βοήθεια και τη στήριξη της εταιρίας παραγωγής ΔεκαεφτάΤρίτα productions, αποτελούμενης από εξίσου νέους και φιλόδοξους ανθρώπους.
Κλείνοντας με δυο τελευταίες σκέψεις, η «Εκπνοή» απεικονίζει τις ποικίλες πτυχές της υποκειμενικότητας της Τέχνης και, ειδικότερα, της ανάγνωσης ενός οποιουδήποτε κειμένου. Επιπλέον, η ανάγκη του ατόμου να εξηγήσει πρώτα μέσα του και έπειτα στον περίγυρό του, συναισθήματα και καταστάσεις που βιώνει, θα αποτελεί για πάντα την μεγαλύτερη πηγή δημιουργίας νέων λέξεων, προκειμένου να πληρωθεί κάποια μέρα αυτή μας η ανάγκη. Με τον ίδιο τον κ. Δημητριάδη, έναν πολύπειρο και διαπιστευμένα σημαντικό ποιητή του λόγου, να παραδέχεται πως ούτε εκείνος κατάφερε να αναμετρηθεί και να νικήσει την καταγραφή μιας στιγμής με λέξεις, αναρωτιέμαι κατά πόσο, τελικά, θα θέλαμε κι εμείς οι ίδιοι να αποτυπώσουμε στο χαρτί τις στιγμές μας. Ίσως, απλά, τα συναισθήματα και γενικότερα οι αισθήσεις μας να είναι εσκεμμένα περιορισμένες ως προς την κατανόησή τους, ούτως ώστε η ζωή μας να μη χάνει ποτέ το ενδιαφέρον της.
Συντελεστές Παράστασης
Σκηνοθεσία: Ηλέκτρα Φραγκιαδάκη
Βοηθός σκηνοθέτη: Δημήτρης Τσεσμελής
Κίνηση: Γιώργος Βασιλόπουλος
Σκηνικά / Κοστούμια: Ομάδα Lynx
Οργάνωση παραγωγής: ΔΕΚΑΕΦΤΑ // ΤΡΙΤΑ Productions
Διάρκεια παράστασης: 55 λεπτά
Παίζουν: Στέλλα Μαγγανά, Κατερίνα Κυβετού
ΚΕΝΤΡΟ ΕΛΕΓΧΟΥ ΤΗΛΕΟΡΑΣΕΩΝ
Κύπρου 91Α & Σικίνου 35Α
Κυψέλη
213 00 40 496
69 45 34 84 45
info@polychorosket.gr
Ουσιαστικά, η θεατρική προσέγγισή του, όπως τη συνέλαβε ο θίασος, και το αρχικό κείμενο, όπως το επινόησε ο δημιουργός του, από τις πρώτες στιγμές της συζήτησης, φάνταζαν σα δύο εντελώς διακριτά και αρκετά διαφορετικά Σύμπαντα, δίχως την απαραίτητη γέφυρα επικοινωνίας. Στο Σύμπαν της παράστασης, η ιστορία ξετυλίχτηκε μέσα από την παρομοίωση της εισπνοής και της εκπνοής -δύο ουσιαστικά γένους θηλυκού- με δύο γυναίκες, τις Κατερίνα Κυβέτου και Στέλλα Μαγγανά, ντυμένες με λαχανί και ανοιχτό γαλάζιο ταγέρ αντίστοιχα. Οι δύο αυτές «λειτουργίες» γεννιούνται την ίδια στιγμή, ξεπροβάλλοντας σιγά σιγά από την κοιλιά κάποιας γυναίκας. Αντικρίζουν το φως, τη ζωή, το νέο τους σπίτι. Γελούν, παίζουν, χορεύουν, τραγουδούν, πέφτουν, χτυπούν, απογοητεύονται και γενικότερα βιώνουν κάθε δυνατό συναίσθημα ενόσω υπάρχουν. Καταλήγουν στην τελευταία, κύκνεια εκπνοή, ολοκληρώνοντας τον κύκλο τους. Σε μεγαλύτερη κλίμακα, όπως εξήγησε και η σκηνοθέτιδα, το ευρύτερο πλαίσιο της όλης παράστασης συνοψιζόταν σε μια κατάσταση αναμονής, αναμονής για το θάνατο, για το τέλος, για την εκπνοή. Το συγκεκριμένο Σύμπαν, σαν ανεξάρτητο του κειμένου, ήταν δομημένο, συγκροτημένο και προσεγμένο στις λεπτομέρειές του. Όμως, πολλές φορές, έπιασα τον εαυτό μου να ξεφεύγει από τα όσα ακούγονταν και να συγκεντρώνεται στα οπτικά ερεθίσματα, με αποτέλεσμα, στο τέλος, το κείμενο να έχει εξασθενίσει ή ακόμα χειρότερα να έχει περάσει απαρατήρητο στον θεατή.
Από την άλλη πλευρά, ο Δημήτρης Δημητριάδης, εσπευσμένα και συναισθηματικά φορτισμένα, στην αρχή της συζήτησης, εξέφρασε με έκπληξη, και πιθανώς δυσαρέσκεια, πως επρόκειτο για «μια σκηνική διαδικασία που δεν εκφράζει το κείμενο», συμπληρώνοντας τη φράση του με το ερώτημα «Γιατί δύο γυναίκες;». Από εκείνο το σημείο και μετά, εξελίχθηκε ένας διάλογος - μάθημα για κάθε παρευρισκόμενο, ασχολούμενο ή μη με το χώρο της συγγραφής και του θεάτρου. Ο συγγραφέας, εξομολογούμενος πως η «Εκπνοή» του γράφτηκε τον καιρό που η μητέρα του αργόσβηνε και με το κείμενο αυτό πρακτικά προσπάθησε να αποτυπώσει με λέξεις και εκτενή τρόπο τη στιγμή της τελευταίας εκπνοής ενός ανθρώπου, μιας στιγμής που ανήκει στην κατηγορία εκείνων των καταστάσεων της ζωής που αδυνατούν να περιγραφούν σε όλο τους το εύρος με κάποια τεχνική ή καλλιτεχνική προσέγγιση. Επιπλέον, επισήμανε πως «Πρέπει να μάθουμε να διαβάζουμε γιατί η ανάγνωση ενός κειμένου αποτελεί, ουσιαστικά, μια πρώτη σκηνοθεσία», ενώ εξέφρασε τη λύπη του για τα όλο και πιο διαστρεβλωμένα θεατρικά έργα των αρχαίων Ελλήνων τραγωδών και κωμωδών, που πλέον, ενώ παρουσιάζονται συχνότατα, ο σεβασμός προς το πρωτότυπο εκλείπει.
Στο Κέντρο Ελέγχου Τηλεοράσεων, λοιπόν, ένα χώρο πρόσφατα δημιουργημένο όπου βρίσκουν στέγη και μια πρώτη ευκαιρία, πλήθος νέων δημιουργών, συνέβη κάτι πραγματικά αξιοσημείωτο. Το ίδιο κείμενο, όπως γράφτηκε και διαβάστηκε απ’ τον κ. Δημητριάδη, αναγνώσθηκε εντελώς διαφορετικά από τη νεαρή σκηνοθέτιδα και το θίασό της. Και αυτό είναι πραγματικά αξιοθαύμαστο, καθώς δύο διαφορετικές οπτικές του ίδιου έργου, δύο διαφορετικές αναγνώσεις της ίδιας ιστορίας, προσφέρουν στο θεατή τη δυνατότητα να ανακαλύψει μέσα απ’ τη συγκεκριμένη παράσταση τα όρια και τη δύναμη της Τέχνης και δη του Θεάτρου. Κατά την προσωπική μου γνώμη, η «Εκπνοή» δεν ανήκει στην κατηγορία εκείνων των κειμένων που δύνανται να σταθούν σε μια σκηνή. Κατά την άποψη, όμως, της Ηλέκτρας Φραγκιαδάκη, «Τώρα που είμαστε νέοι και μαθαίνουμε, πρέπει να δοκιμάσουμε πράγματα που φαντάζουν εκ πρώτης όψεως αδύνατα, ούτως ώστε να πάμε τη θεατρική Τέχνη παρακάτω, στην επόμενη γενιά της και πιθανώς στο επόμενο ρεύμα της», μεταφέροντας, πιο ελεύθερα, τα λόγια της ως απάντηση στην προηγούμενη, προσωπική διαπίστωση.
Και έχει δίκιο. Αν ένας θίασος νεαρών ανθρώπων, που τώρα κάνουν τα πρώτα επαγγελματικά τους βήματα, έχοντας μόλις βγει από τις δραματικές σχολές του Εθνικού και του Ωδείου Αθηνών, δεν πάρει ρίσκα και εκτελέσει παράτολμες προσπάθειες, τότε πώς θα εξελιχθεί η ίδια η εγχώρια θεατρική δραματουργία; Άξιοι συγχαρητηρίων και συμπαράστασης, οι συντελεστές της «Εκπνοής» ενσάρκωσαν με τον, ενδεχομένως, σουρεαλιστικό τους τρόπο, το κείμενο του Δημήτρη Δημητριάδη εώς τις 17 Απριλίου, στο Κέντρο Ελέγχου Τηλεοράσεων, έχοντας τη βοήθεια και τη στήριξη της εταιρίας παραγωγής ΔεκαεφτάΤρίτα productions, αποτελούμενης από εξίσου νέους και φιλόδοξους ανθρώπους.
Κλείνοντας με δυο τελευταίες σκέψεις, η «Εκπνοή» απεικονίζει τις ποικίλες πτυχές της υποκειμενικότητας της Τέχνης και, ειδικότερα, της ανάγνωσης ενός οποιουδήποτε κειμένου. Επιπλέον, η ανάγκη του ατόμου να εξηγήσει πρώτα μέσα του και έπειτα στον περίγυρό του, συναισθήματα και καταστάσεις που βιώνει, θα αποτελεί για πάντα την μεγαλύτερη πηγή δημιουργίας νέων λέξεων, προκειμένου να πληρωθεί κάποια μέρα αυτή μας η ανάγκη. Με τον ίδιο τον κ. Δημητριάδη, έναν πολύπειρο και διαπιστευμένα σημαντικό ποιητή του λόγου, να παραδέχεται πως ούτε εκείνος κατάφερε να αναμετρηθεί και να νικήσει την καταγραφή μιας στιγμής με λέξεις, αναρωτιέμαι κατά πόσο, τελικά, θα θέλαμε κι εμείς οι ίδιοι να αποτυπώσουμε στο χαρτί τις στιγμές μας. Ίσως, απλά, τα συναισθήματα και γενικότερα οι αισθήσεις μας να είναι εσκεμμένα περιορισμένες ως προς την κατανόησή τους, ούτως ώστε η ζωή μας να μη χάνει ποτέ το ενδιαφέρον της.
Συντελεστές Παράστασης
Σκηνοθεσία: Ηλέκτρα Φραγκιαδάκη
Βοηθός σκηνοθέτη: Δημήτρης Τσεσμελής
Κίνηση: Γιώργος Βασιλόπουλος
Σκηνικά / Κοστούμια: Ομάδα Lynx
Οργάνωση παραγωγής: ΔΕΚΑΕΦΤΑ // ΤΡΙΤΑ Productions
Διάρκεια παράστασης: 55 λεπτά
Παίζουν: Στέλλα Μαγγανά, Κατερίνα Κυβετού
ΚΕΝΤΡΟ ΕΛΕΓΧΟΥ ΤΗΛΕΟΡΑΣΕΩΝ
Κύπρου 91Α & Σικίνου 35Α
Κυψέλη
213 00 40 496
69 45 34 84 45
info@polychorosket.gr