koutsounanos_jazz

Μανώλης Κουτσουνάνος με Milcho Leviev στο Μύλο

Παρευρεθήκαμε σε μια παρουσίαση ενός ιδιαίτερου δίσκου με έναν ξεχωριστό καλεσμένο.
Διαβάστηκε φορες
Ο ενδιαφέρον δίσκος του Μανώλη Κουτσουνάνου «Ταξίδι, From Tradition To Jazz» έχει συμπληρώσει δύο χρόνια ζωής και τελευταία έχουν αρχίσει να πυκνώνουν και οι εμφανίσεις του. Λίγες ημέρες πριν εκπνεύσει το 2018 τον παρουσίασε για πρώτη φορά στο κοινό της Θεσσαλονίκης στο Μέγαρο Μουσικής και την Κυριακή του τριημέρου επισκέφθηκε ξανά την πόλη. Η συναυλία αυτή έγινε στον Μύλο, ένα χώρο μη ιδανικό για αυτό που έχει να παρουσιάσει ο Κουτσουνάνος, αλλά που εν τέλει ήταν ανοιχτός και πρόσφερε ακόμα μία ωραία βραδιά.

Πέρα από το χώρο, ελαφρώς διαφορετική ήταν και η σύνθεση των μουσικών που πλαισίωσαν τον Μανώλη Κουτσουνάνο. Ο ίδιος, πίσω από το όλο εγχείρημα γενικά και πίσω από τα τύμπανα συγκεκριμένα, άλλοτε οδηγούσε κι άλλοτε ακολουθούσε, όπως συμβαίνει συχνά σε jazz αυτοσχεδιασμούς. Ο Γιώτης Κιουρτσόγλου ήταν ο άλλος μουσικός που πρωτοστάτησε επί σκηνής (ήταν παρών και στο Μέγαρο) και όχι μόνο επειδή ήταν όρθιος. Το μπάσο του, είτε σε solo είτε σε συνοδεία, ήταν εκπληκτικό. Ο Μιχάλης Γκατζιούρας στην τρομπέτα, ο Σωτήρης Κουτσουνάνος στα κρουστά, ο Φώτης Τσιοτίκας στο κλαρίνο και ο Νίκος Κορδογιάννης στο τρομπόνι είναι οι υπόλοιποι μουσικοί που έχουν συμμετάσχει τόσο στο δίσκο όσο και στις δύο αυτές συναυλίες.

Η αρχική ευχάριστη έκπληξη για τη συναυλία αυτή ήταν η συμμετοχή του Παντελή Στόικου που με την τρομπέτα του έχει συνοδεύσει σημαντικούς Έλληνες και ξένους μουσικούς. Όπως έκανε και προχθές. Αυτή τη φορά, προς το τέλος της βραδιάς μαζί με τύμπανα και μπάσο αντάλλαξαν εκφράσεις και ρυθμούς με τον σπουδαίο Βούλγαρο πιανίστα και συνθέτη Milcho Leviev. Ο Milcho ήταν ο εξέχων καλεσμένος της βραδιάς και ήταν πραγματικά σημαντική η ευκαιρία που δόθηκε στο κοινό της πόλης να τον ακούσει έστω λίγο, σε «ξένο» μουσικό πλαίσιο. Έχει ξεπεράσει τα ογδόντα, καπνίζει, παίζει με κέφι και γνωρίζει την παραδοσιακή και τη jazz μουσική που περιέχονται και εκφράζονται στο έργο του Κουτσουνάνου. Γνωρίζει επίσης πως είναι καθήκον του να γυρίσει στο κοινό και να πει «γιατί μιλάτε όταν μιλάω; Δεν είναι ευγενικό.» Κοινό που δεν γέμισε ασφυκτικά το χώρο, αλλά ήταν θερμό και σίγουρα ήξερε ακριβώς τι θα άκουγε.

Στιγμές που ξεχώρισαν ήταν το «Σύρε Σύρε» και η εκδοχή του παραδοσιακού «Λεβέντικος». Όπως περίπου γίνεται και στο δίσκο, ο οποίος κυκλοφορεί σε μια προσεγμένη έκδοση με κείμενα και φωτογραφίες της παλιάς Κοζάνης - έδρας του Κουτσουνάνου - στο ένθετό του. Στη συναυλία οι μουσικές απλώθηκαν, με solo και αυτοσχεδιασμούς στο ενδιάμεσο, χωρίς να κουράσουν. Το κουραστικό ήταν το μισάωρο διάλειμμα στη μέση του προγράμματος. Μετά τη 1:00 έπαιξαν το «Καλονυχτιά» και άφησαν για τελευταίο το «Περιστέρια», που κλείνει και το δίσκο. Αργότερα, οι Κουτσουνάνος, Leviev, Στόικος και Κιουρτσόγλου επιδόθηκαν σε ένα μουσικό διάλογο με βάση το “Bulgarian Boogie” το Leviev, που λειτούργησε ως ένα όμορφο κλείσιμο στη βραδιά αυτή. Δεν χρειαζόταν κάτι παραπάνω.




Αξιολόγηση Συναυλιών
Βαθμός συναυλίας
8,0 / 10 (σε 1 αξιολογήσεις)
Για να αξιολογήσετε επιλέξτε το επιθυμητό αστέρι

Κωδικός επιβεβαίωσης, γράψτε τους χαρακτήρες που βλέπετε στην εικόνα

Διαβάστε ακόμα