Ο Αλκίνοος Ιωαννίδης χαριτολογώντας σε ένα σημείο της συναυλίας που έκανε στο Ίδρυμα Πολιτισμού Σταύρος Νιάρχος ρώτησε τους αόρατους (σε αυτόν) θεατές της συναυλίας «πώς είναι να βλέπετε συναυλία με τις παντόφλες;».
Αυτή η φράση μού ξύπνησε όλα τα ερωτήματα και τους προβληματισμούς που έχω το διάστημα από την καραντίνα και μετά σχετικά με το καίριο πλήγμα που έχει δεχτεί η παγκόσμια μουσική βιομηχανία παγκοσμίως. Οι συναυλίες ως διαδικασία δεν μπορούν να αντικατασταθούν. Νομίζω ότι οι περισσότεροι θα συμφωνήσουμε σε αυτό. Σίγουρα είναι μια πολύ βολική συνθήκη να αράζουμε σπίτι και να βλέπουμε τον αγαπημένο μας καλλιτέχνη, αλλά πιο πολύ μου μοιάζει σαν ένα αναγκαίο κακό δεδομένης της υγειονομικής κρίσης που διανύουμε.
Από τη μεριά των θεατών το συναίσθημα του να έχεις σε απόσταση αναπνοής τον καλλιτέχνη που θαυμάζεις δεν μπορεί να συγκριθεί με πολλά συναισθήματα που βιώνουμε στη ζωή μας. Δεν μπορεί να συγκριθεί με τίποτα να χορεύεις, να παρατηρείς τις αντιδράσεις του αγαπημένου σου καλλιτέχνη σε κάθε τραγούδι, να χαζεύεις για παράδειγμα τον τρόπο που παίζει την κιθάρα, να νιώθεις τον κόσμο δίπλα σου να τραγουδάει, να κλαίει, να ζητάει το αγαπημένο του τραγούδι (ναι, ακόμα κι αυτό!). Τα ίδια πάνω κάτω ισχύουν για οποιαδήποτε μορφή τέχνης προϋποθέτει την φυσική παρουσία του κοινού, όπως για παράδειγμα το θέατρο.
Την περίοδο της καραντίνας πολλοί καλλιτέχνες προσαρμόστηκαν στη νέα αυτή κατάσταση κάνοντας συναυλίες από το σπίτι τους ή βιντεοσκοπώντας ένα τραγούδι για την περίσταση και η αλήθεια είναι πως τότε όλοι το χρειαζόμασταν, γιατί ειλικρινά μέσα σε όλο αυτό το χάος η μουσική ήταν μια παρηγοριά, δεδομένου μάλιστα ότι με όλη αυτή την αβεβαιότητα δεν ξέρεις πότε θα έχεις την δυνατότητα να τους ξαναδείς live.
Αλλά σκέφτομαι και τους καλλιτέχνες από τη μεριά τους και κυρίως το πόσο πολύ αφαιρεί από τη δυναμική τους η απουσία των συναυλιών. Ειδικά οι καλλιτέχνες που είναι της «παλιάς σχολής» αντιλαμβάνονται ότι το live είναι δομικό στοιχείο της σχέσης που αναπτύσσουν με το κοινό τους και είναι κιόλας ο βασικότερος τρόπος να επικοινωνήσουν την δουλειά τους. Ο Γιάννης Αγγελάκας απέρριψε τελείως την ιδέα να βιντεοσκοπήσει το οτιδήποτε και το εξέφρασε και σε πρόσφατη δήλωσή του με αφορμή τα όσα συμβαίνουν στον χώρο του πολιτισμού. Οι Τρύπες εξάλλου έγιναν γνωστοί και έφτασαν στο peak της αναγνωρισιμότητάς τους, χάρη στις συναυλίες που έκαναν. Τόσες και τόσες μπάντες που σήμερα θεωρούνται κλασσικές έκαναν θραύση πρώτα στις συναυλίες τους και οι δίσκοι έρχονταν σαν συνεπακόλουθο αυτής της δραστηριότητάς τους.
Οι καιροί βέβαια στην μουσική βιομηχανία έχουν αλλάξει δεδομένης της προσβασιμότητας που έχει ο καθένας πλέον στα έργα του οποιουδήποτε, αλλά αυτή η σχέση που αναπτύσσεται στις συναυλίες μεταξύ καλλιτέχνη και κοινού δεν θα αλλάξει ποτέ. Αρκεί απλά να σκεφτούμε, πόσες φορές αγαπήσαμε έναν καλλιτέχνη ή μια μπάντα μετά από μια συναυλία και μετά ψάξαμε τη δουλειά του/της. Δεν θα ξεχάσω ποτέ για παράδειγμα ότι είχα δει τους 1000mods (άγνωστοι τότε) σε ένα θεατράκι στο Ηράκλειο, πληρώνοντας 5 ευρώ και ενθουσιάστηκα τόσο που έγινα... follower. Αυτό το ξάφνιασμα, αυτή η ζύμωση που γίνεται στις συναυλίες δεν μπορεί να αλλάξει και μπορεί ο πειρασμός της παρακολούθησης συναυλίας με παντόφλες να είναι έως και... δελεαστικός, αλλά δεν πρέπει ποτέ να ξεχάσουμε τα συναισθήματα που μας χάρισε μια συναυλία και δεν πρέπει να το ξεχάσει και κανένας στην παγκόσμια μουσική βιομηχανία.
Διαβάστε ακόμα