Ο δίσκος: Μόνο κόκκινο
Μουσική: Παντελής Θαλασσινός
Στίχοι: Θοδωρής Γκόνης (Σε τρία τραγούδια οι στίχοι είναι του Ηλία Κατσούλη)
Ερμηνεία: Μελίνα Κανά & Παντελής Θαλασσινός
Ενορχήστρωση: Παντελής Θαλασσινός
Κυκλοφορία: 04/2009 (LYRA)
Την φετινή δισκογραφική υπερδραστηριότητα του Παντελή Θαλασσινού οφείλω να ομολογήσω ότι αρχικά την αντιμετώπισα με μεγάλη επιφυλακτικότητα. Διότι μέσα σε λίγους μήνες ασχολήθηκε ουσιαστικά με τρεις νέους δίσκους, τον παιδικό "Το ταξίδι της μαγικής μαργαρίτας", το "Μη μου γκρεμίζεις τ’ όνειρο" με τον Μανώλη Λιδάκη στην ερμηνεία και τον Κώστα Φασουλά στους στίχους και το "Μόνο Κόκκινο" για τον οποίο θα μιλήσουμε σήμερα. Παράλληλα, ο νησιώτης τραγουδοποιός συμμετείχε ερμηνευτικά ή με άλλους τρόπους σε αρκετούς ακόμα δίσκους από το Φθινόπωρο του 2008 μέχρι και σήμερα. Ωστόσο, παρά τη μεγάλη ποσότητα των συνθετικών δραστηριοτήτων του, ο Θαλασσινός μάλλον κερδίζει το στοίχημα δίνοντάς μας, αν μη τι άλλο, δίσκους με μελωδίες ευαίσθητες, καλοδουλεμένες και σίγουρα αξιοπρεπέστατες και καθόλου πρόχειρες.
Ο δίσκος "Μόνο κόκκινο" σηματοδοτεί την επάνοδο της Μελίνας Κανά σε ένα είδος τραγουδιού που της ταιριάζει γάντι και την βοηθά να αναδείξει την εκφραστικότητα και το ιδιαίτερο ερμηνευτικά χρώμα της φωνής της, μετά από αρκετά χρόνια περιπλάνησής της σε ρεπερτόριο που μάλλον δεν μπόρεσε να υποστηρίξει καλά. Η Κανά με αυτόν τον δίσκο φαίνεται να επιστρέφει εκεί που ανήκει, στο λεγόμενο "έντεχνο" με λαϊκά και παραδοσιακά χρώματα, που είναι και το κατεξοχήν πεδίο δράσης της. Το σύγχρονο ελληνικό τραγούδι έχει απόλυτη ανάγκη από ερμηνεύτριες όπως η Μελίνα Κανά και σίγουρα όλοι οι μουσικόφιλοι χαιρόμαστε για την συνεργασία της με έναν από τους καλύτερους τραγουδοποιούς των τελευταίων ετών, τον Παντελή Θαλασσινό.
Στα θετικά του δίσκου να καταγραφεί η για δεύτερη φορά φέτος - μετά το "Μη μου γκρεμίζεις τ’ όνειρο" - επιλογή του Θαλασσινού να εργαστεί πάνω στο λόγο ενός μόνο στιχουργού, εν προκειμένω του Θοδωρή Γκόνη, αποφεύγοντας και πάλι να δημιουργήσει έναν "πολυσυλλεκτικό" και "λίγο απ’ όλα" δίσκο, όπως έχουμε συνηθίσει να συμβαίνει τα τελευταία χρόνια στο μεγαλύτερο κομμάτι της ελληνικής δισκογραφίας. Ο Θοδωρής Γκόνης, στιχουργός που έχει δώσει μικρά διαμάντια στο ελληνικό τραγούδι και μία από τις μεγάλες μου αδυναμίες, δίνει εδώ στίχους σε 9 από τα 12 τραγούδια, οι οποίοι μπορεί να μην είναι στο κορυφαίο επίπεδο προηγούμενων στιγμών του στη δισκογραφία, ωστόσο, με κύριο θέμα τον έρωτα, έχουν ένα επίπεδο και ξεχωρίζουν σίγουρα από το μέσο όρο της εγχώριας παραγωγής. Αυτό όμως που δεν με αφήνει να τους αποκαλέσω "εξαιρετικούς", πέρα από τη σύγκριση με τα σπουδαία πράγματα που μας έχει δώσει ο Γκόνης στο παρελθόν, είναι κυρίως η αοριστία τους σε κάποια σημεία.
Ο δίσκος ξεκινά με τέσσερα εσωστρεφή και χαμηλών τόνων τραγούδια, όπου θα μπορούσε να πει κανείς ότι ο Θαλασσινός εκπλήσσει με το γεγονός ότι συνθετικά δεν μας παρουσιάζει το απόλυτα αναγνωρίσιμο ύφος του, πράγμα που σημαίνει ότι ψάχνεται καλλιτεχνικά, χωρίς βεβαίως να πειραματίζεται ιδιαίτερα και να κάνει τομές. Ακόμη και ερμηνευτικά όμως, στο ντουέτο του Θαλασσινού και της Κανά "Δυο τρελοί σ’ ένα καζάνι", ο γνωστός λυρικός, γλυκός ερμηνευτής Θαλασσινός, αλλάζει κάπως την ερμηνευτική του κατάθεση και δεν αναγνωρίζεται διόλου εύκολα. Από αυτά τα τέσσερα πρώτα τραγούδια ξεχώρισα κυρίως το "Αφού δεν είμαι κόρη σου" όπου ο Θαλασσινός μάς παρουσιάζει μια ήρεμη, γλυκιά μελωδία, με κάποια στοιχεία που δεν έχει ξαναπαρουσιάσει (ελαφρώς jazz θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν), ενώ η Κανά είναι εκφραστική και αγγίζει τον ακροατή με την ερμηνεία της.
Τα τρία επόμενα τραγούδια είναι και τα πιο "λαϊκά" του δίσκου. Το "Ούτε μέση ούτε άκρη" καταφέρνει να δώσει ένα συγκινητικό ζεϊμπέκικο μέσα από μια ενορχηστρωτική λιτότητα με το πιάνο να χαράσσει τη μελωδική γραμμή και το μπουζούκι να... αφηγείται, ενώ η Μελίνα Κανά θαρρώ πως καταθέτει εδώ την καλύτερη ερμηνεία της στο δίσκο. Το "Ένα τσιγάρο ζήτησα" ερμηνεύεται από τον Θαλασσινό και είναι ένα όμορφο κομμάτι με το κανονάκι και το μπουζούκι να του δίνουν μια ιδιαίτερη ατμόσφαιρα, αρκετά κοντά στο γνωστό ύφος του τραγουδοποιού. Το "Αχ η ζήλια μου" που ακολουθεί είναι ό,τι πιο κοντικό στο σήμα κατατεθέν "νεοπαραδοσιακό" ύφος που υπηρετεί ο Θαλασσινός εδώ και χρόνια μέσα από πολλές δουλιές του, με μια μελωδία που μυρίζει Αγαίο και παράλια Μικρασίας. Παρόμοιου ύφους και το ένατο κατά σειρά κομμάτι με τίτλο "Αυτό που κόβεις μόνος σου (Αλεπού)".
Από τα τέσσερα εναπομείναντα τραγούδια ξεχώρισα "Τα δάκρυα", όπου ο Θαλασσινός παίρνει την ακουστική του κιθάρα και με συμμάχους μόνο αυτήν και τη φωνή του, καταθέτει μια ιδιαίτερα συγκινητική, από ψυχής ερμηνεία πάνω στους "ποιητικούς" στίχους του Ηλία Κατσούλη που τόσο πρόωρα έφευγε πέρυσι τέτοιον καιρό από κοντά μας και ο οποίος ήταν στενότατος φίλος και συνεργάτης του τραγουδοποιού. Αξίζει να σημειωθεί ότι αυτό και άλλα δύο τραγούδια του δίσκου είναι σε στίχους Ηλία Κατσούλη, στίχους που έγραψε λίγο πριν φύγει από τη ζωή και φυσικά μελοποιούνται εδώ για πρώτη φορά.
Πριν κλείσουμε αξίζει ιδιαίτερης μνείας το γεγονός ότι τα τραγούδια αυτά παρουσιάστηκαν για δύο και πλέον μήνες στο "Σταυρό του Νότου" , πριν κυκλοφορήσει ο δίσκος (ένα ακόμη στοιχείο από τη χρυσή εποχή του "έντεχνου" τραγουδιού). Επίσης, η μπάντα των μουσικών είναι πραγματικά εξαιρετική, σφιχτοδεμένη και δίνει ποικίλα όμορφα ηχοχρώματα σε ενορχηστρώσεις που περιλαμβάνουν στα μισά σχεδόν από τα τραγούδια τα ανατολίτικα-παραδοσιακά όργανα που προτιμά πάντα ο Θαλασσινός (κανονάκι, γκάιντα κ.ά.) και στα άλλα μισά υπηρετούν μια λιτότητα που στηρίζεται σε κιθάρες, βιολί και πλήκτρα.
Ένας δίσκος που κινείται πάνω από τη μετριότητα, με όμορφες μελωδίες που δεν προσβάλλουν τα αυτιά μας, χωρίς όμως τα σπουδαία τραγούδια που θα τραβήξουν την προσοχή ενός ευρύτερου κοινού και θα τον κάνουν κορυφαίο. Κρατάμε κυρίως την ευαισθησία και τη διαφορετικότητα (σε σχέση με ό,τι μας έχει συνηθίσει) των συνθέσεων του Θαλασσινού και την επάνοδο της Κανά σε πολύ καλές ερμηνείες αξιοπρεπέστατων τραγουδιών που ταιριάζουν στη φωνή της.
Μουσική: Παντελής Θαλασσινός
Στίχοι: Θοδωρής Γκόνης (Σε τρία τραγούδια οι στίχοι είναι του Ηλία Κατσούλη)
Ερμηνεία: Μελίνα Κανά & Παντελής Θαλασσινός
Ενορχήστρωση: Παντελής Θαλασσινός
Κυκλοφορία: 04/2009 (LYRA)
Την φετινή δισκογραφική υπερδραστηριότητα του Παντελή Θαλασσινού οφείλω να ομολογήσω ότι αρχικά την αντιμετώπισα με μεγάλη επιφυλακτικότητα. Διότι μέσα σε λίγους μήνες ασχολήθηκε ουσιαστικά με τρεις νέους δίσκους, τον παιδικό "Το ταξίδι της μαγικής μαργαρίτας", το "Μη μου γκρεμίζεις τ’ όνειρο" με τον Μανώλη Λιδάκη στην ερμηνεία και τον Κώστα Φασουλά στους στίχους και το "Μόνο Κόκκινο" για τον οποίο θα μιλήσουμε σήμερα. Παράλληλα, ο νησιώτης τραγουδοποιός συμμετείχε ερμηνευτικά ή με άλλους τρόπους σε αρκετούς ακόμα δίσκους από το Φθινόπωρο του 2008 μέχρι και σήμερα. Ωστόσο, παρά τη μεγάλη ποσότητα των συνθετικών δραστηριοτήτων του, ο Θαλασσινός μάλλον κερδίζει το στοίχημα δίνοντάς μας, αν μη τι άλλο, δίσκους με μελωδίες ευαίσθητες, καλοδουλεμένες και σίγουρα αξιοπρεπέστατες και καθόλου πρόχειρες.
Ο δίσκος "Μόνο κόκκινο" σηματοδοτεί την επάνοδο της Μελίνας Κανά σε ένα είδος τραγουδιού που της ταιριάζει γάντι και την βοηθά να αναδείξει την εκφραστικότητα και το ιδιαίτερο ερμηνευτικά χρώμα της φωνής της, μετά από αρκετά χρόνια περιπλάνησής της σε ρεπερτόριο που μάλλον δεν μπόρεσε να υποστηρίξει καλά. Η Κανά με αυτόν τον δίσκο φαίνεται να επιστρέφει εκεί που ανήκει, στο λεγόμενο "έντεχνο" με λαϊκά και παραδοσιακά χρώματα, που είναι και το κατεξοχήν πεδίο δράσης της. Το σύγχρονο ελληνικό τραγούδι έχει απόλυτη ανάγκη από ερμηνεύτριες όπως η Μελίνα Κανά και σίγουρα όλοι οι μουσικόφιλοι χαιρόμαστε για την συνεργασία της με έναν από τους καλύτερους τραγουδοποιούς των τελευταίων ετών, τον Παντελή Θαλασσινό.
Στα θετικά του δίσκου να καταγραφεί η για δεύτερη φορά φέτος - μετά το "Μη μου γκρεμίζεις τ’ όνειρο" - επιλογή του Θαλασσινού να εργαστεί πάνω στο λόγο ενός μόνο στιχουργού, εν προκειμένω του Θοδωρή Γκόνη, αποφεύγοντας και πάλι να δημιουργήσει έναν "πολυσυλλεκτικό" και "λίγο απ’ όλα" δίσκο, όπως έχουμε συνηθίσει να συμβαίνει τα τελευταία χρόνια στο μεγαλύτερο κομμάτι της ελληνικής δισκογραφίας. Ο Θοδωρής Γκόνης, στιχουργός που έχει δώσει μικρά διαμάντια στο ελληνικό τραγούδι και μία από τις μεγάλες μου αδυναμίες, δίνει εδώ στίχους σε 9 από τα 12 τραγούδια, οι οποίοι μπορεί να μην είναι στο κορυφαίο επίπεδο προηγούμενων στιγμών του στη δισκογραφία, ωστόσο, με κύριο θέμα τον έρωτα, έχουν ένα επίπεδο και ξεχωρίζουν σίγουρα από το μέσο όρο της εγχώριας παραγωγής. Αυτό όμως που δεν με αφήνει να τους αποκαλέσω "εξαιρετικούς", πέρα από τη σύγκριση με τα σπουδαία πράγματα που μας έχει δώσει ο Γκόνης στο παρελθόν, είναι κυρίως η αοριστία τους σε κάποια σημεία.
Ο δίσκος ξεκινά με τέσσερα εσωστρεφή και χαμηλών τόνων τραγούδια, όπου θα μπορούσε να πει κανείς ότι ο Θαλασσινός εκπλήσσει με το γεγονός ότι συνθετικά δεν μας παρουσιάζει το απόλυτα αναγνωρίσιμο ύφος του, πράγμα που σημαίνει ότι ψάχνεται καλλιτεχνικά, χωρίς βεβαίως να πειραματίζεται ιδιαίτερα και να κάνει τομές. Ακόμη και ερμηνευτικά όμως, στο ντουέτο του Θαλασσινού και της Κανά "Δυο τρελοί σ’ ένα καζάνι", ο γνωστός λυρικός, γλυκός ερμηνευτής Θαλασσινός, αλλάζει κάπως την ερμηνευτική του κατάθεση και δεν αναγνωρίζεται διόλου εύκολα. Από αυτά τα τέσσερα πρώτα τραγούδια ξεχώρισα κυρίως το "Αφού δεν είμαι κόρη σου" όπου ο Θαλασσινός μάς παρουσιάζει μια ήρεμη, γλυκιά μελωδία, με κάποια στοιχεία που δεν έχει ξαναπαρουσιάσει (ελαφρώς jazz θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν), ενώ η Κανά είναι εκφραστική και αγγίζει τον ακροατή με την ερμηνεία της.
Τα τρία επόμενα τραγούδια είναι και τα πιο "λαϊκά" του δίσκου. Το "Ούτε μέση ούτε άκρη" καταφέρνει να δώσει ένα συγκινητικό ζεϊμπέκικο μέσα από μια ενορχηστρωτική λιτότητα με το πιάνο να χαράσσει τη μελωδική γραμμή και το μπουζούκι να... αφηγείται, ενώ η Μελίνα Κανά θαρρώ πως καταθέτει εδώ την καλύτερη ερμηνεία της στο δίσκο. Το "Ένα τσιγάρο ζήτησα" ερμηνεύεται από τον Θαλασσινό και είναι ένα όμορφο κομμάτι με το κανονάκι και το μπουζούκι να του δίνουν μια ιδιαίτερη ατμόσφαιρα, αρκετά κοντά στο γνωστό ύφος του τραγουδοποιού. Το "Αχ η ζήλια μου" που ακολουθεί είναι ό,τι πιο κοντικό στο σήμα κατατεθέν "νεοπαραδοσιακό" ύφος που υπηρετεί ο Θαλασσινός εδώ και χρόνια μέσα από πολλές δουλιές του, με μια μελωδία που μυρίζει Αγαίο και παράλια Μικρασίας. Παρόμοιου ύφους και το ένατο κατά σειρά κομμάτι με τίτλο "Αυτό που κόβεις μόνος σου (Αλεπού)".
Από τα τέσσερα εναπομείναντα τραγούδια ξεχώρισα "Τα δάκρυα", όπου ο Θαλασσινός παίρνει την ακουστική του κιθάρα και με συμμάχους μόνο αυτήν και τη φωνή του, καταθέτει μια ιδιαίτερα συγκινητική, από ψυχής ερμηνεία πάνω στους "ποιητικούς" στίχους του Ηλία Κατσούλη που τόσο πρόωρα έφευγε πέρυσι τέτοιον καιρό από κοντά μας και ο οποίος ήταν στενότατος φίλος και συνεργάτης του τραγουδοποιού. Αξίζει να σημειωθεί ότι αυτό και άλλα δύο τραγούδια του δίσκου είναι σε στίχους Ηλία Κατσούλη, στίχους που έγραψε λίγο πριν φύγει από τη ζωή και φυσικά μελοποιούνται εδώ για πρώτη φορά.
Πριν κλείσουμε αξίζει ιδιαίτερης μνείας το γεγονός ότι τα τραγούδια αυτά παρουσιάστηκαν για δύο και πλέον μήνες στο "Σταυρό του Νότου" , πριν κυκλοφορήσει ο δίσκος (ένα ακόμη στοιχείο από τη χρυσή εποχή του "έντεχνου" τραγουδιού). Επίσης, η μπάντα των μουσικών είναι πραγματικά εξαιρετική, σφιχτοδεμένη και δίνει ποικίλα όμορφα ηχοχρώματα σε ενορχηστρώσεις που περιλαμβάνουν στα μισά σχεδόν από τα τραγούδια τα ανατολίτικα-παραδοσιακά όργανα που προτιμά πάντα ο Θαλασσινός (κανονάκι, γκάιντα κ.ά.) και στα άλλα μισά υπηρετούν μια λιτότητα που στηρίζεται σε κιθάρες, βιολί και πλήκτρα.
Ένας δίσκος που κινείται πάνω από τη μετριότητα, με όμορφες μελωδίες που δεν προσβάλλουν τα αυτιά μας, χωρίς όμως τα σπουδαία τραγούδια που θα τραβήξουν την προσοχή ενός ευρύτερου κοινού και θα τον κάνουν κορυφαίο. Κρατάμε κυρίως την ευαισθησία και τη διαφορετικότητα (σε σχέση με ό,τι μας έχει συνηθίσει) των συνθέσεων του Θαλασσινού και την επάνοδο της Κανά σε πολύ καλές ερμηνείες αξιοπρεπέστατων τραγουδιών που ταιριάζουν στη φωνή της.