«Αγαπητέ Θεέ, είμαι ο Όσκαρ και είμαι δέκα και μου αρέσει να βάζω φωτιά στη γάτα και στο σκύλο και στο σπίτι και μια φορά τηγάνισα και τα χρυσόψαρα και όταν μεγαλώσω θέλω να γίνω πυροσβέστης.»
Ο Όσκαρ τρέχει, φωνάζει, απογοητεύεται, ερωτεύεται, διασκεδάζει, ανησυχεί, ενθουσιάζεται και αναρωτιέται για την ύπαρξη του Θεού, μέσα σε ένα νοσοκομείο. Του γράφει γράμματα διηγώντας του την καθημερινότητά που βιώνει και ζητώντας του πνευματικές χάρες, αν και κάποιες φορές δεν είναι και τόσο πνευματικές! Στο πλευρό του βρίσκονται η παλαίστρια θεία Ροζ, ο φοβισμένος μπαμπάς και ο μουσικός αρκούδος, σε ένα πολύχρωμο και ξέφρενο ταξίδι που κάποια στιγμή – αναπόφευκτα – φτάνει στο τέλος του.
Παρακολούθησα την παράσταση «Αγαπητέ Θεέ» την Τρίτη που μας πέρασε, στον «Ειλισσό- Mικροχώρο Τέχνης», ένα ζεστό και πολύ ιδιαίτερο χώρο. Με το πέρας της, ανάμεσα στους πολλούς προβληματισμούς που μου δημιουργήθηκαν, αναρωτήθηκα κι αυτό: Ποιος είπε πως η σπουδαιότητα μιας παράστασης έγκειται σε μεγάλες παραγωγές;
Τέσσερις νέοι δημιουργοί, τέσσερα παιδιά που κάνουν τα πρώτα τους βήματα στο χώρο, διασκευάζουν το γνωστό έργο του Ερίκ Εμανουέλ Σμίτ "Oscar et la Dame Rose" και στήνουν με όσα μέσα διαθέτουν, μα κυρίως με την ψυχή τους και την αγάπη τους για την τέχνη, μια εκπληκτική θεατρική παράσταση με πολλή μουσική, για μικρούς και μεγάλους. Τρεις ηθοποιοί (απόφοιτοι του Θεάτρου Τέχνης) και ένας μουσικός, μας απέδειξαν με αυτή τους την πολύ μεγάλη προσπάθεια το προφανές: το ταλέντο, η δημιουργία και το όμορφο αποτέλεσμα ουδεμία σχέση έχουν με τα φανταχτερά περιτυλίγματα.
Ο Ηλίας Αδάμ προσέγγισε το δύσκολο και κυρίως λεπτό θέμα του έργου, με όμορφο χιούμορ, πολλή φαντασία και ιδιαίτερη ευστοχία, ως προς τη σκηνοθεσία, η οποία ήταν διανθισμένη και με αρκετά μοντέρνα στοιχεία. Ο ίδιος υπήρξε και ηθοποιός στην παράσταση, κρατώντας το ρόλο των αδέξιων γονιών, του γιατρού και της καθαρίστριας, χαρίζοντάς μας πολλές στιγμές γέλιου. Η Στυλιάνα Ιωάννου ερμήνευσε το ρόλο του Όσκαρ με μεγάλη επιτυχία και μπορούσες να διακρίνεις πως ήταν απ’ την κορφή ως τα νύχια (μεταφορικά και κυριολεκτικά!) στο πετσί του ρόλου, από την πρώτη στιγμή μέχρι και την τελευταία. Κι ενώ ήταν κορίτσι στο ρόλο ενός αγοριού, δεν κάναμε ούτε για μία στιγμή αυτή τη σύγκριση. Για εμάς ήταν ο Όσκαρ! Κατάφερε με τον τρόπο της να συγκινήσει πολλούς - αν όχι όλους – τους θεατές. Η Καλλιόπη Μανδρέκα μας έκανε να συμπαθήσουμε εξαρχής τον ρόλο της θείας Ροζ που ερμήνευσε. Ήταν γεμάτη ενέργεια και θετική αύρα, αλλά και σοβαρότητα όπου χρειαζόταν. Σε πολλές στιγμές μας προκάλεσε γέλιο εξιστορώντας τα κατορθώματά της και σε πολλές άλλες μας συγκίνησε με τις συμβουλές και την προστατευτικότητά της προς τον Όσκαρ, ειδικά προς το τέλος. Ο Παναγιώτης Θεοφανόπουλος, με την ιδιότητα του μουσικού επί σκηνής αλλά και του αρκούδου, μας παρέσυρε με την όμορφη φωνή του και τις μουσικές του ικανότητες. Αγκάλιασε με νότες και λέξεις τις ερμηνείες των παιδιών και με τις μελωδίες του έδωσε άλλη διάσταση και πιο βαθύ νόημα στις εύθραυστες σκηνές του έργου. Ως αρκούδος χόρεψε, βρυχήθηκε, τραγούδησε και μας άρεσε.
Η προσπάθεια των παιδιών ήταν εξαιρετική και το όλο εγχείρημα άρτιο. Είχαν όλοι τους απίστευτη ενέργεια και έδειξαν να δένουν πολύ μεταξύ τους ως ομάδα. Η υπόκλισή τους με βρήκε να χειροκροτάω δακρυσμένη, μα γυρνώντας στη σειρά πίσω από μένα και βλέποντας πολλά άτομα να ‘χουν επίσης δάκρυα στα μάτια, ένιωσα χαρά και ανακούφιση που η παράσταση άγγιξε κι άλλους πέρα από μένα.
Οι φωτογραφίες ανήκουν στον Δημήτρη Χατζημαρινάκη και τον ευχαριστούμε πολύ.
Υ.Γ. Όσοι θα ήθελαν να την παρακολουθήσουν μπορούν να βρουν πληροφορίες εδώ