Σταμάτησα να ακούω ραδιόφωνο πριν από κάμποσα χρόνια. Ήταν βράδυ και οδηγούσα τον δρόμο της επιστροφής για το σπίτι συντονισμένος στην εκπομπή του Ξενοφώντα Ραράκου στο Μελωδία. Κόντεψα να τρακάρω ακούγοντας έναν από τους πιο αγαπημένους μου παραγωγούς να με προτρέπει «να μη χάσω το προσεχές επεισόδιο μιας τηλεοπτικής σειράς του ΣΚΑΙ». Σάστισα. Δεν πίστευα στα αυτιά μου. Το έκλεισα δια παντός. Έκτοτε, Spotify κι άγιος ο Θεός. Και Apple Music, επίσης. Μοναδική εξαίρεση, ο Αθήνα 98,4, που δεν έχει playlist.
Μπορείς να με πεις «κολλημένο», φίλτατε αναγνώστη, ή ελιτιστή, αλλά δε με νοιάζει. Από το ραδιόφωνο έμαθα τα μισά από όσα γνωρίζω για το τραγούδι και τη μουσική. Από τον Γιάννη Πετρίδη, τον Γιώργο Παπαστεφάνου, τον Κώστα Μυλωνά (ναι, καλά διάβασες), την Όλγα Λασκαράτου και άλλους πολλούς (συμπεριλαμβανομένου και του Ξενοφώντα Ραράκου που με «έδιωξε» εκείνο το βράδυ). Και τους χρωστώ ευγνωμοσύνη για αυτό.
Για μένα, δεν υπάρχουν δικαιολογίες. Είμαι σκληρός και θυμωμένος. Απέναντι στο κοινό, κυρίως, που επιβραβεύει ραδιοφωνικούς σταθμούς που το «κοροϊδεύουν» εκμεταλλευόμενοι τα εξαρτημένα αντανακλαστικά του ακροατηρίου (που ο Πανούσης εύστοχα χαρακτήριζε «σκυλάδικα του Παβλόφ»). Τούτο θα σας πω μόνο: κορυφαίο «μουσικό» ραδιόφωνο της χώρας έβγαλε το 2020 με 474 τραγούδια όλα και όλα.
Η ζωή, όμως, ως γνωστόν, είναι μεγάλη πόρνη. Κοιτάξτε τι πάει να γίνει τώρα: ο κόσμος, κουρασμένος από την επανάληψη που αντιλαμβάνεται πια, στρέφεται προς τα podcasts. Είναι διεθνής τάση αυτή που μεταφέρεται σιγά-σιγά και στη χώρα μας. Και τι είναι τα podcast; Ουσιαστικά είναι μια ραδιοφωνική εκπομπή α λά παλαιά. Με παραγωγό που μιλάει, ρωτάει, αφηγείται και γενικότερα «παράγει content».
Μια ελπίδα έχω (και θα τη συζητήσουμε πάλι σε επόμενα κείμενα): τα podcasts να «εκδικηθούν» το νέο ραδιόφωνο εξ ονόματος του παλαιού. Για την ακρίβεια, τα podcasts να αναβιώσουν (ή να αναστήσουν, αν προτιμάτε) το ραδιόφωνο. Γιατί, με ελάχιστες εξαιρέσεις, αυτό που ακούμε σήμερα μόνο ραδιόφωνο δεν είναι.
Ρεφραίν: Όχι άλλο κάρβουνο!
Τα σέβη μου.