Οι διασκευές είναι μια δύσκολη και σε κάποιες περιπτώσεις και πονεμένη ιστορία διαχρονικά. Είναι ένα πολύ δύσκολο εγχείρημα να διασκευάσεις ένα τραγούδι, ειδικά όταν πρόκειται για τραγούδια κλασικά που έχουν γράψει τη δική τους ιστορία, έχουν τραγουδηθεί και αγαπηθεί από πολλούς ανθρώπους.
Μόνο από την πλευρά των ακροατών και ακροατριών και να το πιάσει κανείς, είναι εξαιρετικά ζόρικο να αποσπαστεί ένα τραγούδι από τη συλλογική μνήμη όταν «κουβαλάει» τη φωνή ενός καλλιτέχνη ή ένα συγκεκριμένο ηχητικό μοτίβο. Επίσης και από τη πλευρά ενός καλλιτέχνη πιστεύω ότι είναι ένα δύσκολο εγχείρημα αλλά παράλληλα μια αρκετά δελεαστική πρόκληση, υπό το πρίσμα του ότι καταπιάνεται με κάτι έτοιμο, δομημένο και προσπαθεί να το πλάσει με έναν διαφορετικό τρόπο για να του δώσει μια καινούργια ζωή.
Το θέμα με τις διασκευές είναι ότι είναι αδύνατο να υπάρξει ομοφωνία σχετικά με το αν είναι επιτυχημένες ή όχι. Ενδεχομένως οι πιο σκληροί κριτές να είναι οι fan του τραγουδιού ή του καλλιτέχνη στη δουλειά του οποίου βασίζεται η διασκευή, από την άλλη ίσως αυτοί οι fan είναι και αυτοί που ιντριγκάρονται περισσότερο όταν ένα τραγούδι που έχουν αγαπήσει παίρνει μια καινούργια μοφή. Κοινώς επικρατεί ένα χάος και δεν υπάρχει μια αληθινά τεκμηριωμένη απάντηση σε όλα αυτά τα ερωτήματα.
Σε κάθε περίπτωση το αφιέρωμα αυτό ασχολείται με τους καλλιτέχνες από την Ελλάδα που έχουν κολυμπήσει σε αυτά τα αχαρτογράφητα (από άποψη ρίσκου) νερά διασκευάζοντας ξένα τραγούδια. Σε σχέση με το τι συμβαίνει στο εξωτερικό, σε δισκογραφικό επίπεδο στην Ελλάδα δεν έχουν υπάρξει πολλές συστηματικές απόπειρες, ούτε υπάρχουν συγκροτήματα όπως παραδείγματος χάριν οι Nouvelle Vague που να έχουν δουλέψει συστηματικά πάνω στο κομμάτι των διασκευών. Οι πιο πολλές περιπτώσεις που εντοπίσαμε είναι πρωτοβουλίες διαφόρων καλλιτεχνών σε συνεργασία με δισκογραφικές εταιρείες και ραδιόφωνα (κυρίως). Τη μερίδα του λέοντος σε αυτές τις προσπάθειες πάντως κατέχουν σίγουρα οι live εμφανίσεις, εκεί όπου παρατηρούνται περισσότερο και οι περισσότερες διασκευές.