Κάθε καλοκαίρι το αρχαίο ελληνικό δράμα έχει την τιμητική του, όχι μόνο μέσω του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου, αλλά και μέσα από άλλες παραγωγές. Ακόμη και φέτος που το Φεστιβάλ θα διεξαχθεί κάτω από ιδιαίτερες συνθήκες και που οι καλλιτέχνες είναι ακόμη μουδιασμένοι, το αρχαίο ελληνικό δράμα είναι παρόν. Οι λόγοι που προτιμάται έναντι μεταγενέστερων και σύγχρονων έργων ποικίλουν. Το βαθύτερο νόημα των αρχαίων τραγωδιών και κωμωδιών παραμένει σύγχρονο και μπορεί να συγκινήσει. Επίσης, παραστάσεις αρχαίου δράματος ενδείκνυνται να δραματοποιηθούν σε ανοιχτά θέατρα και φυσικά αποτελούν κομμάτι της πολιτισμικής κληρονομιάς που δεν μπορούμε παρά να προβάλλουμε και να εξάγουμε. Και ο κατάλογος δεν σταματά.
Όλοι μας έχουμε παρακολουθήσει έστω μία παράσταση αρχαίου δράματος,
είτε στην Επίδαυρο, είτε σε κάποιο ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ., είτε στην αυλή του σχολείου, είτε σε κάποια πειραματική σκηνή. Όλοι έχουμε ακουστά τον Οιδίποδα, την Αντιγόνη, τους Πέρσες, τη Μήδεια, την Ειρήνη και τη Λυσιστράτη.
Η δραματοποίηση των παραστάσεων αυτών ποικίλει. Άλλες είναι ιδωμένες από μία πιο «συντηρητική – παραδοσιακή» ματιά που ανταποκρίνεται περισσότερο στο μεγαλείο του αρχαίου δράματος και άλλες αποτελούν πιο σύγχρονες προσεγγίσεις, αφαιρετικές με αρκετά νεωτερικά στοιχεία. Σε κάθε περίπτωση, οι συντελεστές που βρίσκονται πίσω από το όποιο εγχείρημα έχουν σίγουρα κάτι σημαντικό να επικοινωνήσουν.
Από την παράσταση Ηλέκτρα, Εθνικό Θέατρο 2018.
Η αλήθεια είναι πως στο μυαλό των περισσότερων η αρχαία τραγωδία φαντάζει κάτι αυστηρό, παραδοσιακό, μεγαλειώδες, που δεν χωρά αλλοιώσεις και πειραματισμούς. Αντίθετα, η κωμωδία θεωρείται πιο ανοιχτή χωρίς να γίνονται φυσικά υπερβολές. Η αντίληψη αυτή έχει σαφώς καλλιεργηθεί από τον τρόπο που διδάσκεται το αρχαίο δράμα στο σχολείο και από την έλλειψη θεατρικής αγωγής.
Η παγιωμένη αντίληψη πως όποιο εγχείρημα αποκλίνει από τα παραπάνω είναι λιγότερο αξιόλογο ποιοτικά ξεπερνά το προσωπικό γούστο και καταλήγει να είναι κουραστική, αφού στην πραγματικότητα δεν υπάρχει κανένα επιχείρημα. Είναι θεμιτό - και όχι μόνο στο αρχαίο δράμα - να υπάρξουν προσεγγίσεις και δραματοποιήσεις που δεν μας συγκινούν. Αυτό όμως δεν σημαίνει πως μπορούμε ελαφρά τη καρδία να κρίνουμε ό,τι διαφορετικό μας ξενίζει.
Ποιος είναι ειδικός να υποστηρίξει πως δεν χωράνε νεωτερισμοί σε μία αρχαία τραγωδία; Ποιος μπορεί να περιορίσει τον τρόπο που έχει συλλάβει τη δραματοποίησή της o εκάστοτε σκηνοθέτης; Μήπως από τη ζέση μας να προβάλλουμε την κληρονομιά μας (συνήθης τακτική μας), φοβόμαστε μην αλλοιωθεί κι έτσι προτιμούμε την «αναβίωσή» της; Μήπως όμως κι όταν αυτού του είδους δραματοποίηση έλαβε χώρα, δεν αποτελούσε κάτι πρωτόγνωρο, αφού μόνο κατά προσέγγιση μπορούμε να γνωρίζουμε για το αρχαίο θέατρο;
Επιπλέον, αν δεν μπορούμε να δεχτούμε την εξέλιξη ως προς την προσέγγιση και τη δραματοποίηση ενός είδους θεάτρου, αν δεν μπορούμε να διαχειριστούμε πέρα από το γνωστό, το παγιωμένο, το παραδοσιακό, τι δείχνει η αντίληψή μας αυτή για τη στάση μας απέναντι στις γενικότερες εξελίξεις που συμβαίνουν στην κοινωνία μας; Μήπως το ζήτημα δεν είναι το αρχαίο δράμα, αλλά η γενικότερη στάση μας απέναντι στα πράγματα;
Δεν νομίζω πως το ελληνικό κοινό είναι συντηρητικό, κάθε άλλο! Ειδικά απέναντι σε «πειραγμένες» παραστάσεις, π.χ. του Σαίξπηρ και του Τσέχωφ. Εκεί το αισθητικό αποτέλεσμα είναι συνήθως εξαιρετικό. Αποτελεί μία φρέσκια ματιά, μία ιδιαίτερη προσέγγιση που στόχο έχει να ταράξει τα νερά και να εξελίξει την καλλιτεχνική δημιουργία. Στις Τρεις Αδερφές γίνεται, στην Αντιγόνη όχι!
Από την παράσταση Οιδίπους Τύραννος, 2012.
Η αρχαία τραγωδία αποτελεί το μακροβιότερο σωζόμενο είδος θεάτρου. Το πρώτο εργαλείο που έχει κανείς στη διάθεσή του είναι το κείμενο, το οποίο σε συνδυασμό με τα υπόλοιπα ευρήματα που αφορούν από τους χώρους δραματοποίησης μέχρι την ενδυμασία συνθέτουν μία αρκετά σαφή εικόνα του πλαισίου μιας παράστασης. Ωστόσο, δεν γνωρίζουμε την προσέγγιση του κάθε δημιουργού - ποιητή. Μέσα, λοιπόν, στα σχεδόν 3000 χρόνια της καταγεγραμμένης της ζωής, κάθε ανάγνωση πυροδοτεί και μία διαφορετική προσέγγιση. Όλα έχουν γίνει γύρω από την τραγωδία: η πομπώδης, κλασική προσέγγιση που τείνει προς την αναβίωση, η πιο χαλαρή δραματοποίησή της, η τελείως αφαιρετική προσέγγιση. Κάθε εποχή αφουγκράζεται το κείμενο διαφορετικά. Ο εκάστοτε μεταφραστής, σκηνοθέτης, σκηνογράφος, ηθοποιός, αναγνώστης αντιλαμβάνεται κάτι διαφορετικό.
Κι αυτό συμβάλλει στη διαχρονικότητα του είδους. Η καθολικότητα των λεγομένων έγκειται στην τάση των ανθρώπων να αφουγκράζονται τα κείμενα βάσει δικών τους εμπειριών και επιθυμιών.
Γι' αυτό, την επόμενη φορά που θα παρακολουθήσουμε μία αρχαία τραγωδία, καλό είναι να μην έχουμε πλάσει εκ των προτέρων στο μυαλό μας μεγαλεπήβολα σκηνικά, τους ηθοποιούς, το χορό, τα κοστούμια. Ας είμαστε δεκτικοί σε ό,τι διαφορετικό. Μπορεί, αν αφεθούμε, να εισπράξουμε πραγματικά αυτό που θέλει η παράσταση να επικοινωνήσει.
* Στο εξώφυλλο φωτογραφία από την παράσταση «Φοίνισσες» του Ευριπίδη, από την Κεντρική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου. 29/07/1978 - 30/07/1978 Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου, Δήμος Ασκληπιείου, Ελλάδα. Από το ψηφιοποιημένο αρχείο του Εθνικού Θεάτρου.