Ο Κώστας Kappa (κατά κόσμον Κώστας Καραμανλής —μην πηγαίνει ο νους σας αλλού!) ζει στη Θεσσαλονίκη και προσφέρει εδώ και χρόνια τις δημιουργικές του δυνάμεις προς όφελος του κοινού της πόλης. Είτε μέσα από τις ραδιοφωνικές του εκπομπές, είτε μέσα από τα μαγαζιά για τα οποία επιλέγει μουσικές, μα κυρίως από τα κομμάτια που γράφει και κυλοφορεί μόνος ή παρέα με άλλους καλλιτέχνες.
Πιο πρόσφατο project του το Kappa Music Library και η κυκλοφορία "Cinetronic", μέσα από την οποία επανασυστήνει παλιές cult ταινίες γράφοντας πρωτότυπη μουσική για αυτές.
MixGrill: Καλησπέρα και ευχαριστώ πολύ για τη διάθεση και το χρόνο σου! Θα ήθελα να ξεκινήσουμε με μια παρουσίαση της μουσικής σου πορείας από το ξεκίνημά σου μέχρι της μερες μας, μιας και η ενασχόλησή σου με αυτήν έχει πολύ βαθιές ρίζες μέσα στα χρονια, ώστε να δώσουμε την ευκαιρία στο κοινο του MixGrill να εχει μια πρώτη επαφή μαζί σου.
Kappa: Ξεκίνησα να ασχολούμαι με τη μουσική από μικρός, συμμετέχοντας στη χορωδία του δημοτικού σχολείου μου. Λίγο αργότερα, στην εφηβεία, ανακάλυψα την ποπ-ροκ μουσική και συγκεκριμένα τους Beatles, στους οποίους ευελπιστούσα μια μέρα να μοιάξω (ακόμα προσπαθώ!). Ξεκίνησα να μαθαίνω κιθάρα μόνος μου αλλά και με τη βοήθεια κάποιων ανθρώπων που γνώριζαν κάτι περισσότερο, οι οποίοι είχαν την υπομονή να μου δείξουν (είχε προηγηθεί λίγο νωρίτερα το αρμόνιο αλλά η κιθάρα με μάγεψε πολύ περισσότερο).
Από τις πρώτες μάλιστα ημέρες που έπαιζα κιθάρα προσπαθούσα να γράψω τραγούδια (αργότερα έπαιζα και διασκευές αλλά πάντα με ενδιέφερε περισσότερο η σύνθεση). Κάπου στα μέσα της δεκαετίας του ’90 ξεκίνησα τα πρώτα ροκ γκρουπ μαζί με τον «κολλητό» Πάνο Καράμπελα (Obscurus Rex). Κορύφωση της εποχής εκείνης ήταν οι Ημέρες Οργής, ροκ γκρουπ με ελληνικό στίχο στο οποίο συμμετείχαν μαζί μας ο Χρήστος Λιαγκούρης (63 High) και ο Σπύρος Βλαχόπουλος (Graywitch).
Από τα τέλη του ’90 ως και τα τέλη του 2000 έφτιαξα διάφορα άλλα alternative ροκ γκρουπ με αγγλικό στίχο, μέχρι που το 2009 αποφάσισα να κάνω σόλο μουσικές με το όνομα Kappa. Μερικά χρόνια αργότερα, δημιούργησα τους Solar Music Library, οι οποίοι σταμάτησαν την πορεία τους (για διάφορους λόγους) λίγο πριν τις μέρες του Covid. Από τότε συνθέτω την προσωπική μου μουσική σαν Kappa Music Library και συγχρόνως δημιουργώ μουσική μαζί με τον καλό μου φίλο Βαγγέλη Τηλέγραφο (πρώην ντράμερ των Lazy Aftershow) στους εξωπραγματικούς Watara Matara. Και στα δύο project, the sky is the limit, που λέμε: Κάνω ό,τι μου κατεβαίνει και ό,τι μου αρέσει τη δεδομένη στιγμή χωρίς να το πολυσκέφτομαι. Ο μόνος όρος που έχω βάλει στον εαυτό μου είναι να περνάω καλά με τη μουσική που φτιάχνω, είτε μόνος είτε με παρέα.
M.G.: Το νέο σου πόνημα εχει τον τίτλο “Cinectronic” και είναι αφιερωμένο στα b-movies και στα cult φιλμ με μια ηλεκτρονική προσέγγιση. Πώς αποφάσισες να ασχοληθείς με κάτι το τόσο ιδιαίτερο; Επίσης, θα ήθελα να μας δώσεις μια εκτενή πληροφόρηση σχετικά με αυτή την, δουλειά από τη στιγμή που την εμπνεύστηκες μέχρι και όταν ο δίσκος έφτασε πια στα χερια σου.
K.: Τις μέρες της καραντίνας ξεκίνησα για πρώτη φορά να φτιάχνω synthpop-disco-soundtrack μουσική με midi, χρησιμοποιώντας σχεδόν και μόνο ρετρό ήχους με minimal drum beats (ούτε ένα track του δίσκου δεν έχει hi-hat!). Ήταν ένα είδος μουσικής που ήθελα εδώ και πολλά χρόνια να φτιάξω και επιτέλους μου δόθηκε η ευκαιρία.
Άρχισα να ονομάζω την κάθε instrumental σύνθεση με το όνομα μιας cult ταινίας, ασχέτως αν ήταν καλή ή κακή –ήταν απλά ταινίες που μου έβγαζαν μια μουσικότητα. Μαζεύοντας κοντά στα 20 tracks, αποφάσισα να κάνω αυτή την κυκλοφορία, διαλέγοντας 10 που ταιριάζουν μεταξύ τους, αλλάζοντας τους τίτλους και ονομάζοντας την κυκλοφορία “Cinectronic” (Cinema+Electronic).
Τελικά, οι τίτλοι των ταινιών που επηρέασαν κάθε track μπήκαν δεξιά στο εξώφυλλο. Να πω ότι μέχρι τώρα δεν έχω γνωρίσει κάποιον που να ξέρει περισσότερες από 2-3 ταινίες του εξωφύλλου! Μέχρι ο δίσκος να φτάσει στα χέρια μου, πέρασε από την κονσόλα ήχου του Γιώργου Βασίλα στο Foundry Studio, ο οποίος έκανε ένα κορυφαίο πεντακάθαρο αναλογικό master (σε ταινία). Μετά πέρασε από τα μυαλά του Δημήτρη και της Σοφίας στο Anifactum Studio, οι οποίοι σχεδίασαν το (υπέροχο) λιτό εξώφυλλο, και από τον Αλέξη Αρχοντή και τη Μαρία Νεραντζάκη, με τους οποίους φτιάξαμε μαζί το βίντεο κλιπ του τραγουδιού “Future World 1983”.
M.G.: Κατα ποσο σε αφορά η ανταπόκριση του κόσμου σε αυτήν την κυκλοφορία, μιας και σίγουρα είναι ένα «δύσκολο» και ιδιαίτερο άκουσμα. Είσαι ικανοποιημένος από την μέχρι τώρα αντιμετώπιση του κοινού στην εν λόγω κυκλοφορία; Πέρασε από το μυαλο σου ότι ίσως κάποιοι… κακοπροαίρετοι θα μπορούσαν να σε «κατηγορήσουν» ως ελιτιστή;
K.: Θα ήταν ψέμα αν έλεγα πως η ανταπόκριση του κόσμου δεν με ενδιαφέρει. Όμως, γνωρίζοντας πως έχω φτιάξει έναν minimal, ηλεκτρονικό, instrumental και μάλιστα παλιομοδίτικο δίσκο, δεν περιμένω να γίνει ιδιαίτερα γνωστός. Όπως ανέφερα και νωρίτερα, ο όρος που θέτω είναι πρώτα η δική μου ευχαρίστηση με τις μουσικές μου δημιουργίες (κάτι που μπορεί και να αλλάξει στο μέλλον, who knows?). Με γνώμονα όλα τα παραπάνω, είμαι ευχαριστημένος με τη μέχρι τώρα αντιμετώπιση του κοινού. Και όχι, δεν μου πέρασε απ’ το μυαλό πως μπορεί κάποιοι να με «κατηγορήσουν» ως ελιτιστή. Άλλωστε, γιατί να με «κατηγορήσουν»; Έκανα κάποιο έγκλημα; Ίσως να με «κατηγοριοποιήσουν» ως ελιτιστή; Μπορεί. Και τι να κάνουμε τώρα δηλαδή; Ο καθένας είναι ελεύθερος να βάζει ταμπέλες, αν θέλει. Εγώ κάνω απλά αυτό που μου αρέσει. Σήμερα είναι αυτό, αύριο μπορεί να είναι κάτι άλλο. Θα μ’ ενδιέφερε φυσικά η γνώμη κάποιου για τη μουσική μου και η δυνατότητα εξέλιξης της —αυτό ναι, μ’ ενδιαφέρει πάρα πολύ.
M.G. Θα ήθελα να μας πεις αν υπήρχε ανταπόκριση και από ανάλογο κοινο στο εξωτερικο και αν είχες feedback από εκεί.
K.: Δεν έχω κάποιο feedback από ανάλογο κοινό στο εξωτερικό. Ίσως επειδή ακόμα δεν έχω δοκιμάσει να το προωθήσω σοβαρά έξω. Γενικά, κινούμαι με αργά και σταθερά βήματα. Για την ώρα, με νοιάζουν περισσότερο οι επόμενες κυκλοφορίες μου και όχι τόσο το promotion του πρώτου δίσκου.
M.G.: Με ποιον τρόπο σκέφτεσαι να προωθήσεις το υλικο του “Cinectronic”;
K.: Το προωθώ ήδη από τον Οκτώβρη του 2023 με τα γνωστά μέσα που προωθείται η μουσική τη σήμερον ημέρα: social media, μουσικές πλατφόρμες, YouTube, κτλπ. Έχει γίνει και ένα κλιπ, όπως ανέφερα νωρίτερα. Μιας και δεν υπάρχει, όμως, live group, είναι λίγο δύσκολο να το προωθήσω περισσότερο, αλλά αυτό είναι κάτι που ήξερα απ’ την αρχή. Κάνω ό,τι μπορώ με αυτά που διαθέτω. Ακόμα δεν ξέρω αν θέλω να παρουσιάσω αυτό το μουσικό πρότζεκτ ζωντανά. Υπάρχει, φυσικά, και ο δίσκος βινυλίου που τύπωσα (100 αντίτυπα), τον οποίο μπορεί κάποιος να βρει σε αρκετά από τα γνωστά δισκάδικα της Θεσσαλονίκης και της Αθήνας, όπως και στο HHV του Βερολίνου.
M.G.: Το λογότυπο του project σου βραβεύτηκε με το Wolda Gold Award, ένα από τα πιο γνωστά βραβεία στον τομέα του. Πώς προέκυψε αυτό;
K.: Το πώς προέκυψε αυτό το ωραίο συμβάν είναι κάτι που θα πρέπει να ρωτήσουμε στα παιδιά στο Anifactum Studio. Πολλά άλλα λογότυπά τους έχουν κερδίσει βραβεία και χαίρομαι που και το δικό μου έγινε ένα από αυτά. Χαίρομαι, επίσης, που βρήκα τους κατάλληλους συνεργάτες σ’ αυτόν τον τομέα, κι απ’ ό,τι φαίνεται, η συνεργασία μας έχει μέλλον.
M.G.: Πέρα από τη μουσική, επίσης για πάρα πολλά χρόνια οι ασχολίες σου περιλαμβάνουν τις ραδιοφωνικές εκπομπές, την έκδοση βιβλίων, το DJing και πιθανως να μου ξεφεύγουν και αλλα! Θα μπορούσες να μας κανεις, οσο μπορεί να γίνει, μια εκτενή αναφορά για όλα αυτά και να μας πεις αν τελικά σου αρκούν οι είκοσι τέσσερις ώρες της ημέρας;!
K.: Είμαι ένας άνθρωπος που του αρέσει πάρα πολύ η δημιουργία. Κατά καιρούς, πειραματίστηκα με διάφορα άλλα καλλιτεχνικά, εκτός της μουσικής. Ένα από αυτά ήταν το βιβλίο «Το Πράσινο Κουτί Του Νεζ», που κυκλοφόρησε ο εκδοτικός οίκος Ανάτυπο το 2017. Αλλά στο τέλος της ημέρας, νομίζω πως η μουσική και οι ταινίες είναι οι μεγάλες μου αγάπες. Όσον αφορά τα DJ set που κάνω μία δύο φορές το μήνα (στο Ήλεκτρον και στο Anapsiktirio), νομίζω πως γίνονται περισσότερο για να μην χάνομαι από τα κοινά της πόλης και να γνωρίζω ανθρώπους, αλλά και για να βρίσκω ένα λόγο να παίζω τους δίσκους που αγοράζω! Το ραδιόφωνο είναι επίσης κάτι που μου αρέσει πολύ. Ανά περιόδους έχω κάνει διάφορες εκπομπές σε διάφορους χώρους. Αυτόν τον καιρό φτιάχνω εκπομπές σπίτι και τις στέλνω στο Paranoise Radio, (παίζουν κάθε δεύτερη και τέταρτη Πέμπτη του μήνα, 17:00-18:00), και μια στο τόσο παίζω και στο ραδιόφωνο του Pikap (εκεί μόνο όταν έχω κάποια καλή ιδέα για κάποιο αφιέρωμα).
M.G.: Πράγματι, η αγάπη σου για τον κινηματογράφο, και ειδικά για την πιο cult μορφή του, είναι τεράστια. Θα μπορούσες ίσως να μας προτείνεις κάποιες κορυφαίες ταινίες του είδους, που παράλληλα να είναι και πιο προσωπική σου αδυναμία;
K.: Οι πρώτες τέσσερις ταινίες του Peter Jackson είναι αποτυπωμένες στο DNA μου: “Bad Taste”, “Meet The Feebles”, “Braindead” και “Heavenly Creatures”. Αυτές οι τέσσερις και ό,τι έχουν κάνει οι Monty Python είναι μέρος της ενηλικίωσής μου και τις ωρίμανσής μου —αν κάποιος/-οια αγαπάει αυτές τις ταινίες, τον/την εκτιμώ βαθύτατα κι ας μην τον/την γνωρίζω. Προτείνω επίσης ανεπιφύλακτα το “Dark Star” του Carpenter, όπως και τα: “Acción Mutante”, “Dellamorte Dellamore”, και “Evil Dead II”. Ακόμα 10 (κάκιστες ταινίες!) βρίσκονται στο εξώφυλλο του “Cinectronic”. Ρίξτε μια ματιά. (Δεν) θα χάσετε, αν τις δείτε!
M.G.: Να υποθέσω ότι επίσης έχεις μια ιδιαίτερη συλλογή από βιβλία ανάλογου ύφους. Έχεις να προτείνεις κάποια από αυτά στους αναγνωστες μας;
K.: Ουδείς τέλειος! Βιβλία δεν έχω πολλά. Έχω μία σχέση on-off με το διάβασμα, είναι η αλήθεια. Θα σε απογοητεύσω αν σου πω πως δεν θυμάμαι κάποιο να προτείνω αυτήν τη στιγμή. Ομολογουμένως, έχω πολύ καιρό να διαβάσω κάτι. Ζηλεύω αυτούς που διαβάζουν πολλά βιβλία, εγώ δυστυχώς (όπως ήδη καταλαβαίνεις) είμαι περισσότερο οπαδός της μουσικής και της έβδομης τέχνης.
M.G.: Η ενασχόλησή σου με όλα τα παραπάνω κατά πόσο σου δίνει ένα extra boost σχετικά με τη δημιουργία και την εμπνευση στην παραγωγή της μουσικής σου; Ακόμα, ποιο νομίζεις ότι είναι το κίνητρο που σου δίνει δύναμη και διάθεση να ασχολείσαι με την μουσική από οποιοδήποτε μετερίζι αυτής;
K.: Σίγουρα η ενασχόλησή μου με τα παραπάνω διεγείρει τη φαντασία μου στη μουσική. Το κίνητρο, όμως, πιστεύω πως είναι καθαρά η ανάγκη να φτιάξω κάτι out of thin air, που λένε. Δεν είναι φανταστικό που μας δίνεται η δυνατότητα να φτιάξουμε κάτι από το τίποτα; Εγώ το βρίσκω συναρπαστικό! Ειδικά όσον αφορά τη μουσική, είναι ένα είδος μαγείας! Πιάνει κάποιος ένα μουσικό όργανο και (οποιοδήποτε είδος μουσικής και να παίξει) σε λίγα λεπτά σε έχει ταξιδέψει σε άλλο κόσμο. Δεν μπορώ να το συγκρίνω αυτό με τίποτα άλλο! Ίσως μόνο με τον έρωτα, αλλά κι αυτός ακόμα τελειώνει, η μουσική ποτέ!
M.G.: Έχεις κάποια μελλοντικά σχέδια ανακοινώσιμα σχετικά με όλα όσα ασχολείσαι; Θα θέλαμε να τα μοιραστείς μαζί μας.
K.: Βεβαίως! Σε λίγες εβδομάδες θα κυκλοφορήσει διαδικτυακά το ντεμπούτο άλμπουμ των Watara Matara (όπως ανέφερα νωρίτερα, πρόκειται για το project που έχουμε από κοινού με τον Βαγγέλη Τηλέγραφο). Ένα electronica-rock αλμπουμ που περιέχει, μάλιστα, κάποιες φανταστικές συνεργασίες με διάφορους άλλους μουσικούς από τη Θεσσαλονίκη. Μέσα στη χρονιά επίσης θα κυκλοφορήσω σε digital μορφή και σε πολύ περιορισμένα βινύλια το “Cinectronika EP” (το αδερφάκι του "Cinectronic"), που περιέχει 6 tracks που είχαν αποκλειστεί από την περσινή κυκλοφορία αλλά μου αρέσουν εξίσου. Στο μέλλον βάζω σιγά-σιγά και τα θεμέλια για επόμενες κυκλοφορίες ως Kappa Music Library, αλλά θα ήθελα να κάνω και ένα μουσικό σχήμα εκτός των δικών μου συνθέσεων. Μου λείπει η ζωντανή συνεύρεση με άλλους μουσικούς και δεν θέλω να φτιάξω απλά ένα γκρουπ που θα παίζει τα τραγούδια μου. Ελπίζω να γίνει κι αυτό!
M.G.: Aφου σε ευχαριστήσω για άλλη μια φορα για τις απαντήσεις σου στην συνέντευξή μας, θα ήθελα ο τελευταίος λογος να ανήκει σε εσένα!
K.: Νομίζω ότι στα είπα όλα, και με το παραπάνω μάλιστα! Είναι, βλέπεις, επειδή γνωριζόμαστε από παλιά στα ραδιόφωνα και στα μπαρ της πόλης και δεν σε ντρέπομαι! Σ’ ευχαριστώ, Άκη μου, για τον χρόνο που διέθεσες για μενα και τις ασχολίες μου. Είσαι ένας από τους βασικούς ανθρώπους που κρατάνε αυτήν την πόλη ζωντανή! Εύχομαι σε σένα και στο κοινό του MixGrill μια φανταστική χρονιά με ειρήνη και ατελείωτη δημιουργία!