Ο χώρος της μουσικής - όπως και οι περισσότεροι επαγγελματικοί χώροι - συνήθιζαν μέχρι πριν κάποια χρόνια να ανήκουν εξ’ ολοκλήρου στους άνδρες και η παρουσία γυναικών αποτελούσε φωτεινή εξαίρεση. Αυτό έχει αλλάξει σε πολύ μεγάλο βαθμό μέσα στα χρόνια, ειδικά με την έλευση του 21ου αιώνα και οι γυναίκες πλέον μπορούν να ασχοληθούν με οποιοδήποτε επάγγελμα επιθυμούν. Αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην δράση του φεμινιστικού κινήματος ενώ τον ρόλο της έπαιξε και η folk μουσική κατά την διάρκεια των δεκαετιών του 1960 και του 1970. Υπάρχουν ακόμα, ωστόσο, αρκετές προκαταλήψεις σε πολλούς τομείς εναντίων των γυναικών.
Αυτό το είδος μουσικής αποτέλεσε (κυρίως στις Η.Π.Α.) μέσο για να περάσουν πολλοί μουσικοί κοινωνικά και πολιτικά μηνύματα σε έναν κόσμο που είχε αρχίσει να αλλάζει μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Συγκεκριμένα το folk revival κίνημα, στο οποίο συγκαταλέγονται μουσικοί-ακτιβιστές όπως ο Pete Seeger και η Joan Baez, ανέδειξε την ανάγκη για αλλαγή και οι μουσικοί πλέον μιλούσαν στα τραγούδια τους για πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα μεταξύ άλλων, ζητώντας ισότητα όσον αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα. Η ανάγκη αυτή για αλλαγή ανέδειξε και το ζήτημα της ισότητας μεταξύ των δύο φύλων, ενώ το φεμινιστικό κίνημα γνώρισε μεγάλη έξαρση. Μία από τις μουσικούς που ασχολήθηκαν με τα γυναικεία ζητήματα και μίλησαν (και αρκετοί μιλούν ακόμα) μέσα από το έργο τους για τα δικαιώματα των γυναικών είναι η Peggy Seeger που έδρασε κυρίως στη Βρετανία.
Η Peggy Seeger ήταν πολύ σημαντική για το φεμινιστικό κίνημα και στις δύο όχθες του Ατλαντικού και είχε πολύ έντονη δράση μαζί με τον άντρα της Ewan McColl. Σε μια από αυτές τις δράσεις που οργάνωναν, στο Festival of Fools του 1971 - φεστιβάλ το οποίο ήταν αφιερωμένo στις γυναίκες - συνέθεσε και παρουσίασε το πιο γνωστό της τραγούδι "I’m Gonna Be An Engineer". Οι στίχοι του αποτελούν χαρακτηριστικό ντοκουμέντο σχετικά με το πώς αντιμετωπίζονταν μια γυναίκα στον δυτικό κόσμο εκείνη την εποχή.
Πριν ασχοληθούμε με το συγκεκριμένο τραγούδι να αναφέρουμε ορισμένα στοιχεία για τη Seeger, η οποία γεννήθηκε το 1935 στη Νέα Υόρκη και μεγάλωσε σε μουσική οικογένεια (η μητέρα της ήταν καθηγήτρια πιάνου και ο πατέρας της εθνομουσικολόγος). Ετεροθαλής αδερφή του διάσημου folk τραγουδιστή-τραγουδοποιού και ακτιβιστή Pete Seeger, η Peggy ξεκίνησε να τραγουδάει επαγγελματικά από το κολέγιο και το 1955 αποφάσισε να ταξιδέψει στον κόσμο φτάνοντας μέχρι την Κίνα. Λόγω του ψυχροπολεμικού κλίματος αυτό δεν άρεσε πολύ στις αρχές των Η.Π.Α., οι οποίες την ειδοποίησαν προτού γυρίσει ότι το διαβατήριο της θα κατασχεθεί αν δεν επιστρέψει έγκαιρα. Η Seeger δεν συγκινήθηκε ιδιαίτερα και αποφάσισε να συνεχίσει το ταξίδι της στην Ευρώπη καταλήγοντας στην Αγγλία, όπου και γνώρισε τον άντρα της ζωής της, τον επίσης folk τραγουδιστή και δραματουργό Ewan MacColl, με τον οποίο απέκτησε τρία παιδιά και έμεινε μαζί του μέχρι τον θάνατό του το 1989.
Μαζί ηχογράφησαν και κυκλοφόρησαν αρκετούς δίσκους στη Folkways Records, όπως και πολλά προσωπικά album της Seeger, της Seeger Family και των Seeger Sisters, ενώ είχαν έντονη δράση στη Μεγάλη Βρετανία σε πολιτιστικό αλλά και σε ακτιβιστικό επίπεδο. Η Seeger επέστρεψε στην Αμερική τελικά το 1994 (φυσικά μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου) και έζησε στο Ashville της Βόρειας Καρολίνα. Τελικά οι δρόμοι την έφεραν πάλι στην Αγγλία το 2010, όταν και επέστρεψε για να είναι κοντά στα παιδιά της και σήμερα ζει με τη σύντροφό της στο Iffley της Οξφόρδης.
Το "I’m Gonna Be An Engineer" διηγείται σε πρώτο πρόσωπο την ιστορία μιας γυναίκας που θέλει να γίνει από μικρή μηχανικός, κόντρα σε μια κοινωνία που τη θέλει καλή σύζυγο και μητέρα. Η πρωταγωνίστρια μάς διηγείται όλη της την πορεία μέχρι που καταφέρνει, αφού παντρευτεί και μεγαλώσει τα παιδιά της, να πραγματοποιήσει το όνειρό της και να προσληφθεί ως μηχανικός. Όμως ακόμα και στο τέλος η πραγματικότητα είναι για ακόμη μια φορά σκληρή όπως φαίνεται και στους τελευταίους στίχους (όχι δεν υπήρχε happy end για μια γυναίκα αν δεν έμενε στον ρόλο της μητέρας και νοικοκυράς).
Το τραγούδι είναι στιχουργικά πυκνό και πολύ εύστοχο, ενώ σίγουρα ήταν σπουδαίο για την εποχή του στηρίζοντας γυναίκες που ένιωθαν ότι ο σκοπός της ζωής τους δεν ήταν μόνο να γίνουν καλές μητέρες και νοικοκυρές. Παρά την τραγωδία που ζει η πρωταγωνίστρια, υποβόσκει μια ειρωνεία και μια ελαφρότητα στο ύφος δίνοντας ακόμη περισσότερο ενδιαφέρον, όπως για παράδειγμα στο σημείο που μας λέει πως το μόνο επάγγελμα που ήταν αποδεκτό να κάνει μια γυναίκα - και αυτό μέχρι να γεννήσει - ήταν μόνο το επάγγελμα της γραμματέως:
And typing is a skill that every girl is sure to need
To while away the extra time until the time to breed
Αντίστοιχο, σημαντικό παράδειγμα είναι και αυτό του στίχου «she's smart for a woman» καθώς δείχνει πόσο υποτιμημένες ήταν οι γυναίκες και έπρεπε να προσποιούνται πως είναι χαζές αφήνοντας τα πράγματα που απαιτούν μυαλό και ευφυΐα στους άντρες.
She's smart --- for a woman.
I wonder how she got that way?
You get no choice, you get no voice
Just stay mum, pretend you're dumb.
Στην πορεία μάς παρουσιάζει με πολύ γλαφυρό τρόπο τη σχέση της με τον άντρα της, τον οποίο στήριξε οικονομικά για να τελειώσει την εκπαίδευσή του, αλλά η ίδια δεν πρόλαβε να χαρεί το επάγγελμά της καθώς έγινε μητέρα. Ο πατέρας λέει στα δίδυμα με περηφάνεια ότι η μητέρα τους ήταν μηχανικός αλλά το καθήκον της αυτή τη φορά είναι να είναι μια σωστή μητέρα και δεν υπάρχει πια χρόνος για να ασκήσει το επάγγελμα των ονείρων της.
The morning that the twins were born, Jimmy says to them
"Your mother was an engineer!"
"You owe it to the kids to be a lady
Dainty as a dish-rag, faithful as a chow
Stay at home, you got to mind the baby
Remember you're a mother now!"
Η πρωταγωνίστρια φτάνει σε σημείο όπου εύχεται να μην ήθελε να γίνει μηχανικός, αλλά να είχε ακολουθήσει πιστά τις επιταγές της κοινωνίας γλιτώνοντας τους τόσους μπελάδες. Προχωρώντας παρακάτω οι στίχοι μάς δίνουν μια πολύ καλή εικόνα για το πού βρίσκονταν η κοινωνία τότε στις αρχές των ‘70s:
What price for a woman?
You can buy her for a ring of gold,
To love and obey, without any pay,
You get a cook and a nurse for better or worse
You don't need a purse when a lady is sold.
Είναι εμφανές ότι η γυναίκα θεωρούνταν μέχρι τότε ένα είδος σκλάβου που υπηρετούσε τις ανάγκες του συζύγου, όντας από μαγείρισσα μέχρι νοσοκόμα και όλα αυτά χωρίς να ξοδευτεί δραχμή! Εν τέλει η αφηγήτρια επιστρέφει στη δουλειά για να ασκήσει το επάγγελμα του μηχανικού, αλλά θεωρείται πολίτης τρίτης κατηγορίας παρόλο που είναι μια μηχανικός πρώτης τάξεως» όπως λέει και η ίδια (“But I'm a third-class citizen, my wages tell me that/ And I'm a first-class engineer!”) ενώ τα λόγια του αφεντικού της είναι αφοπλιστικά ειλικρινή:
The boss he says "We pay you as a lady,
You only got the job because I can't afford a man,
With you I keep the profits high as may be,
You're just a cheaper pair of hands."
You got one fault, you're a woman;
You're not worth the equal pay.
A bitch or a tart, you're nothing but heart,
Shallow and vain, you've got no brain,
Or you can go down the drain like a lady today
Της λέει ξεκάθαρα ότι την προσέλαβε γιατί δεν μπορεί να καλύψει τον μισθό ενός άντρα και τον βολεύει καθώς μπορεί να κάνει την δουλειά με λιγότερα λεφτά μόνο και μόνο επειδή είναι γυναίκα. Στο τέλος έχουμε την αγανάκτηση της πρωταγωνίστριας η οποία λέει πως άκουσε τη μάνα, τον σύζυγό της και ακολούθησε όσο μπορούσε τις επιταγές της κοινωνίας, αλλά λέει πως θα είναι χαζή αν ακούσει και το αφεντικό της και κλείνει το κομμάτι με τους εξής «badass» στίχους:
Well, I listened to my mother and I joined a typing pool
Listened to my lover and I put him through his school
But if I listen to the boss, I'm just a bloody fool
And an underpaid engineer
I been a sucker ever since I was a baby
As a daughter, as a wife, as a mother and a dear
But I'll fight them as a woman, not a lady
I'll fight them as an engineer!